27 Οκτωβρίου 2010

Παιδικές παραστάσεις Δέκα για το παιδί... αλλά και τον συνοδό του

Ποιες είναι οι πιο ενδιαφέρουσες παιδικές θεατρικές παραστάσεις που ανεβαίνουν εφέτος στις αθηναϊκές σκηνές

 

Δέκα για το παιδί... αλλά και τον συνοδό του

Ποιες είναι οι πιο ενδιαφέρουσες παιδικές θεατρικές παραστάσεις που ανεβαίνουν εφέτος στις αθηναϊκές σκηνές

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΛΥΜΠΕΡΟΠΟΥΛΟΥ | Τετάρτη 27 Οκτωβρίου 2010
Ενα από τα βασικά κριτήρια μιας πετυχημένης θεατρικής παράστασης για παιδιά είναι... να αρέσει και στους μεγάλους. Από τις δεκάδες παραστάσεις για μικρούς θεατές της τρέχουσας σεζόν που μπορούν να απολαύσουν εξίσου οι ενήλικοι συνοδοί τους επιλέξαμε δέκα- χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και άλλες ενδιαφέρουσες προτάσεις.

1. «Παραμύθι χωρίς όνομα»
Εκατό χρόνια μετά την πρώτη δημοσίευσή της, η αλληγορική ιστορία της Πηνελόπης Δέλτα διασκευάζεται από τον δοκιμασμένο στο παιδικό θέατρο Τάκη Τζαμαργιά - ο οποίος και σκηνοθετεί - και τον Βαγγέλη Ραπτόπουλο για τους μικρούς φίλους του Εθνικού. Οι παραστάσεις ξεκίνησαν στις 12 Οκτωβρίου.

Εθνικό Θέατρο, Παιδική Σκηνή «Κατίνα Παξινού», Πανεπιστημίου 48, τηλ. 210

3301.881.

2. «Το τραγούδι της γης»
Να που κάποιος σκέφτηκε συνδυαστικά: οικολογία και παιδί. Με τον χαρούμενο ανακυκλωτή για το περιβάλλον να πρωταγωνιστεί, αυτή η πρωτότυπη οικολογική θεατρική παράσταση για παιδιά παρουσιάζεται από τον Ηλία Λώτινο στην Κεντρική Σκηνή του Ιδρύματος Μιχάλης Κακογιάννης- ως τις 26 Δεκεμβρίου. Η σκηνοθεσία είναι της Αννας Παπαμάρκου.

Ιδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, Πειραιώς 206 (ύψος Χαμοστέρνας), Ταύρος, τηλ.

210 3418.550

,210 5450.698

.

3. «Αργοναύτες»
Εδώ έχουμε ένα σε τρία: θέατρο σκιών, κουκλοθέατρο και παράσταση με «κανονικούς» ηθοποιούς συνδυάζουν οι βασισμένοι στον μύθο του Ιάσονα «Αργοναύτες» στο Προσκήνιο. Η παράσταση ξεκίνησε στις 10 Οκτωβρίου και ολοκληρώνεται στις 2 Ιανουαρίου 2011, σε διασκευή κειμένου Ηλία Καρελλά και Αλεξάνδρας Λιακοπούλου, σκηνοθεσία, μουσική επιμέλεια και φωτισμούς Ηλία Καρελλά.

Προσκήνιο, Καπνοκοπτηρίου 8 και Στουρνάρη, Αθήνα, τηλ. 210 8252.242. 4. «Το βέλος που δεν πληγώνει»

Ο θίασος του «Μυστηρίου στο Τούνδρα Εξπρές», της παράστασης με την υπογραφή του Αυγούστου Κορτώ που ανεβαίνει στο Τρένο στο Ρουφ
Με την υπογραφή-εγγύηση του «Πίτερ Παν του ελληνικού θεάτρου» Βασίλη Μαυρογεωργίου (το παιδικό θέατρο είναι το φόρτε του), «Το βέλος που δεν πληγώνει» παρουσιάζεται από τις 17 Οκτωβρίου ως τις 22 Μαΐου 2011 στην Παιδική Σκηνή του Βικτώρια από τη θεατρική ομάδα Πεφταστέρι. Η σκηνοθεσία είναι της Σοφίας Τσινάρη.
Βικτώρια, Μαγνησίας 5 και Γ΄ Σεπτεμβρίου 119, τηλ. 210 8233.125.

5. «Αλαντίν»
Ενα ρυθμικό «μπράβο» στο τέλος του «Αλαντίν» από μαθητές πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης αναστάτωσε τον σκηνοθέτη Δημήτρη Δεγαΐτη. «Δεν το είχα ξανασυναντήσει ποτέ αυτό σε σχολείο. Και ενθουσιάστηκα» μας λέει για την περυσινή παράσταση, που από τις 31 Οκτωβρίου ως τις 29 Μαΐου 2011 θα παρουσιάζεται για δεύτερη χρονιά στο Θέατρο Τέχνης. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο αυτοσχεδιασμός στον οποίο έχει παράδοση η Σχολή του Τέχνης είναι το κύριο στοιχείο της παράστασης. Πώς μπαίνουν τα παιδιά στο παιχνίδι του αυτοσχεδιασμού; «Συμμετέχουν παρακολουθώντας. Και, πιστέψτε με, αυτό είναι αρκετό».
Θέατρο Τέχνης, Φρυνίχου 14, Πλάκα, τηλ.

210 3222.464.

6. «Μυστήριο στο Τούνδρα Εξπρές»
«Είναι γεγονός ότι η ελληνική παιδική δραματουργία είναι φτωχή» λέει η Τατιάνα Λύγαρη, ιδρύτρια του Τρένου στο Ρουφ, η οποία εδώ και δύο χρόνια τολμά στο παιδικό θέατρο. Ενα ελληνικό έργο μυστηρίου για παιδιά, λοιπόν, με την υπογραφή του Πέτρου Χατζόπουλου ( Αύγουστος Κορτώ ) είναι η εφετινή πρόταση του Τρένου (από 30 Οκτωβρίου ως 17 Απριλίου 2011). Ο σκίουρος Κορνήλιος Κρικ και η βοηθός του, η πυγολαμπίδα Μάρθα, καλούνται να εξιχνιάσουν το μυστήριο κατά τη διάρκεια ενός σιδηροδρομικού ταξιδιού στην Πατουσιβηρία, σκηνοθετημένο από την Τατιάνα Λύγαρη. Και επειδή το έργο μπορεί να «μιλήσει» τόσο σε μικρούς όσο και σε μεγάλους, η ίδια σκέφτεται και το ενδεχόμενο μιας ακόμη, βραδινής, παράστασης κάθε Τετάρτη στις 21.00.

Το Τρένο στο Ρουφ, σιδηροδρομικός σταθμός Ρουφ, επί της οδού Κωνσταντινουπόλεως, τηλ. 210 5298.922. 7. «Ο Αυγερινός και η Πούλια»
Σε σκηνοθεσία και διασκευή Δημήτρη Αδάμη, «Ο Αυγερινός και η Πούλια» είναι ένα παραμύθι με καταβολές από την εποχή που γιαγιάδες και παραμυθάδες εξηγούσαν μέσα από ιστορίες τα φυσικά φαινόμενα. Τα παιδιά μπαίνουν στον κόσμο μιας έναστρης νυχτιάς καθώς αστεράκια προβάλλουν με μαγικό τρόπο παντού. Το έργο επαναλαμβάνεται εφέτος για λίγες μόνο παραστάσεις- ως τις 31 Οκτωβρίου. Θέατρο Αθηνών, Βουκουρεστίου 10, τηλ. 210 3312.343.

8. «Ομήρου Οδύσσεια»
«Είναι το παραμύθι των παραμυθιών» μας λέει υπερήφανα η Κάρμεν Ρουγγέρη για την παράσταση που ανέβηκε τη σεζόν 2008-2009 στο Θέατρο του Ελληνικού Κόσμου και επαναλαμβάνεται από την Κυριακή 31 Οκτωβρίου ως τα τέλη Δεκεμβρίου- αμέσως μετά η Κάρμεν Ρουγγέρη θα τολμήσει το δύσκολο εγχείρημα της γνωριμίας του παιδικού κοινού με τις «Εκκλησιάζουσες» του Αριστοφάνη. «Οπως η “Οδύσσεια”, έτσι και οι “Εκκλησιάζουσες” θα είναι μια διαδραστική παράσταση που θα κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον των παιδιών» λέει. «Ακόμη και αν δεν καταλάβει τα βαθύτερα νοήματα του έργου, το παιδί θα θέλει να ξαναπάει θέατρο».
Ελληνικός Κόσμος, Πειραιώς 254, Ταύρος, τηλ. 212 254031230.

9. «Ο χιονάνθρωπος και το κορίτσι»
Το όνομα του Ευγένιου Τριβιζά αποτελεί εγγύηση. Εφέτος- από τις 31 Οκτωβρίου ως τις 17 Απριλίου 2011- τον τιμά η Θεσσαλονίκη και συγκεκριμένα το Βασιλικό Θέατρο. Ενα χειμωνιάτικο πρωινό ένα κορίτσι, η Μαριάννα, φτιάχνει έναν χιονάνθρωπο και του ζητάει να μη λιώσει ποτέ, να ζήσει για πάντα. Θα τα καταφέρει;

Βασιλικό Θέατρο, πλ. Λευκού Πύργου, Θεσσαλονίκη, τηλ. 2310 288.000.

10. «Ο εγωιστής γίγαντας»
Το κλασικό παιδικό θέατρο του Οσκαρ Γουάιλντ, γραμμένο το 1888, διασκευάστηκε από τον σκηνοθέτη Γιάννη Κόκκινο. Η ιστορία ζωντανεύει από επτά ηθοποιούς οι οποίοι ενσαρκώνουν 11 ρόλους. Η παράσταση ανοίγει αυλαία την Κυριακή 31 Οκτωβρίου.

Αποθήκη, Σαρρή 40, Θησείο, τηλ. 210


Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=4&artId=363315&dt=27/10/2010#ixzz13Z2XlHeJ

25 Οκτωβρίου 2010

Πόνος (από το βιβλίο του Χαλίλ Γκιμπράν "ο προφήτης")

Πόνος  (από το βιβλίο του Χαλίλ Γκιμπράν "ο προφήτης")  
Και μια γυναίκα μίλησε και είπε, Μίλησέ μας για τον Πόνο.
Και κείνος αποκρίθηκε:
Ο πόνος σας είναι το σπάσιμο του οστράκου που περικλείει τη γνώση σας.
Όπως το τσόφλι του καρπού πρέπει να σπάσει, για να βγει η καρδιά του στο φως του ήλιου, έτσι κι εσείς πρέπει να γνωρίσετε τον πόνο.
Κι αν μπορούσατε να κρατάτε στην καρδιά σας το θαυμασμό για τα καθημερινά θαύματα της ζωής σας. Ο πόνος δε θα σας φαινόταν λιγότερο θαυμαστός από τη χαρά σας.
Και θα δεχόσαστε τις εποχές της καρδιάς σας, όπως δέχεστε από πάντα τις εποχές που περνούν πάνω από τα χωράφια σας.
Και θα παρατηρούσατε με ηρεμία τους χειμώνες της θλίψης σας.
Πολλούς από τους πόνους σας τους διαλέγετε μονάχοι.
Είναι το πικρό φάρμακο που μ' αυτό ο γιατρός που είναι μέσα σας θεραπεύει τον άρρωστο εαυτό σας.
Γι' αυτό, να εμπιστεύεστε το γιατρό, και να πίνετε το φάρμακό του, σιωπηλά και ήρεμα.
Γιατί το χέρι του, αν και βαρύ και σκληρό, οδηγείται από το τρυφερό χέρι του Αόρατου,
Και η κούπα που σας δίνει, μ' όλο που καίει τα χείλη σας, είναι φτιαγμένη από τον πηλό που ο μεγάλος Αγγειοπλάστης μούσκεψε με τα δικά του άγια δάκρυα.

Αυτογνωσία (από το βιβλίο "ο προφήτης", του Χαλίλ Γκιμπράν)

Και κάποιος άντρας είπε, Μίλησέ μας για την Αυτογνωσία.
Κι εκείνος απάντησε λέγοντας:
Οι καρδιές σας γνωρίζουν σιωπηλά τα μυστικά των ημερών και των νυχτών.
Αλλά τ' αφτιά σας διψούν για τον ήχο της γνώσης της καρδιάς σας.
Θέλετε να γνωρίσετε με λόγια αυτό που γνωρίζετε από πάντα στη σκέψη.
Θέλετε ν' αγγίξετε με τα δάχτυλά σας το γυμνό σώμα των ονείρων σας.
Και είναι καλό που το θέλετε.
Το κρυφό πηγάδι της ψυχής σας πρέπει να αναβλύσει και να τρέξει κελαρύζοντας προς τη θάλασσα.
Και ο θησαυρός του άπειρου βάθους σας πρέπει να αποκαλυφθεί στα μάτια σας.
Δεν πρέπει όμως να υπάρχουν ζυγαριές για να ζυγίζουν τον άγνωστο θησαυρό σας. Και μη μετράτε τα βάθη της γνώσης σας με το βυθομετρικό κοντάρι ή το σχοινί.
Γιατί ο εαυτός είναι μια θάλασσα απεριόριστη και άμετρη.
Μη λέτε, "Βρήκα την αλήθεια", αλλά να λέτε, "Βρήκα μιαν αλήθεια".
Μη λέτε, "Βρήκα το μονοπάτι της ψυχής", αλλά να λέτε, "Συνάντησα την ψυχή που περπατούσε στο μονοπάτι μου".
Γιατί η ψυχή περπατά πάνω σ' όλα τα μονοπάτια.
Η ψυχή δεν περπατά πάνω σε μια γραμμή, ούτε μεγαλώνει σαν καλάμι.
Η ψυχή ξεδιπλώνεται, όπως ο λωτός με τα αναρίθμητα πέταλα.

 

21 Οκτωβρίου 2010

Χρήσιμες οδηγίες για τη σωστή χρήση της Νεοελληνικής Γλώσσας

Γράφει ο Μιχ. Γ. Καβουλάκης, φιλόλογος, πρ. λυκειάρχης

Μέρος Ζ

1. Συχνά λέγεται εσφαλμένα: Δεν εκπληρείς τις υποσχέσεις σου, απαξιείς να απαντήσεις κλπ.

Το σωστό είναι: Δεν εκπληροίς τις υποσχέσεις του, απαξιοίς να απαντήσεις.

Τα ρ. πληρώ, εκπληρώ, αξιώ, απαξιώ, βεβαιώ, δικαιούμαι, υποχρεούμαι, καρπούμαι, ισούμαι, κλπ. κλίνονται σύμφωνα με τα ρ. σε -όω-ώ της αρχαίας. Πληρώ- πληροίς-πληρούμε-πληρούτε-πληρούν. Δικαιούμαι-δικαιούσαι-δικαιούται, δικαιούμεθα-δικαιούσθε-δικαιούνται.

2. Οι μετοχές με έρρινο θέμα που λήγει σε -μ-, -ν γράφονται με δύο -μ- π.χ. οξύνω, οξυμμένος (οξυμμένα προβλήματα), καταισχύνομαι-κατησχυμμένος κλπ.

Οι μετοχές διακεκριμένος, συγκεκριμένος, εγκεκριμένος γράφονται με ένα -μ-, διότι ο αόριστος και παρακείμενος του ρ. κρίνω σχηματίζεται με θέμα κρι-και όχι κριν- (εκρίθην-κριθώ-κέκριμαι).

3. Η λέξη αλιτήριος γράφεται με -ι-, γιατί προέρχεται από το αρχ. ρήμα: αλιταίνω (=βλάπτω), ενώ το ουσ. αλήτης γράφεται με -η-, γιατί προέρχεται από το ρ. αλώμαι (= περιπλανώμαι).

4. Συχνά λέγεται λανθασμένα: υπάρχει έλλειμμα εξουσίας.

Το σωστό είναι να πούμε: υπάρχει έλλειψη εξουσίας, διότι η λέξη έλλειμμα αναφέρεται σε οικονομικά μεγέθη, έλλειμμα του προϋπολογισμού, έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών.

5. Πολλοί δεν χρησιμοποιούν σωστά τα επιρρήματα τέως και πρώην.

Το επιρρ. τέως φανερώνει τον ακριβώς προηγούμενο του σημερινού π.χ. τέως δήμαρχους, ενώ το επίρρημα πρώην αναφέρεται γενικά στο παρελθόν.

6. Το ρ διπλασιάζεται:

α) Στις σύνθετες λέξεις στις οποίες το β’ συνθετικό αρχίζει από ρ και το α’ συνθετικό τελειώνει σε βραχύ φωνήεν, π.χ. αιμορραγία, απορρίπτω, απορροφώ, ετοιμόρροπος, ισόρροπος, ομόρρυθμος, αμφίρροπος, επιρρεπής, επιρροή, διάρρηξη, καταρρίπτω κλπ.

β) Στις λόγιες λέξεις στις οποίες το α’ συνθετικό είναι το α και ακολουθεί ρ, π.χ. άρρηκτος, άρρωστος, άρρητος, άρρυθμος κλπ.

γ) Στις σύνθετες λέξεις στις οποίες το α’ συνθετικό λήγει σε ν και το β’ συνθετικό αρχίζει από ρ, π.χ. έρρινος (εν-), παλίρροια (παλιν-), παρρησία (παν-), σύρραξη (συν-) συρραφή (συν-), συρροή (συν-).

δ) Με α’ συνθετικό την πρόθεση υπέρ και το β’ συνθετικό με λέξη που αρχίζει από ρ, π.χ. υπερρεαλισμός, υπερρομαντισμός.

7. Έχομε ρήματα που λήγουν σε:

- ύνω (διευθύνω, εκλεπτύνω, εκτραχύνω, καταισχύνω).

-είνω (κλείνω, ανοιγοκλείνω, τείνω), και τα συνώνυμά του:

παρατείνω, προεκτείνω, εντείνω, κατατείνω, κ.α.

ήνω (αργοσβήνω, αφήνω, τρεμοσβήνω, σβήνω, στήνω, συστήνω, ψήνω).

- ίνω (αποτίνω, δίνω, κλίνω, κρίνω, πίνω, φθίνω).

8. Τα περισσότερα αρσενικά ουσιαστικά που λήγουν σε -ητής γράφονται με -η- (αγορητής, μαθητής, περιηγητής, εκπορθητής κλπ.).

Με -ιτής γράφονται το ουσ. κριτής και τα σύνθετά του ανακριτής, επικριτής, υποκριτής κλπ.).

Με -υτής γράφονται τα: αναλυτής, ενισχυτής, επενδυτής, ιδρυτής, από ρ. σε -υω.

9. Από το ρ. άρχω-άρχομαι σχηματίζονται επίθετα σε -ικός από θέμα αρκτ.- και όχι αρτ.-, π.χ. αρκτ-ικός, προ-κατ-αρ κτ-ικός (όχι προκαταρτικός), αντ.-αρκτ-κός κλπ.

10. Η μετοχή παρακειμένου του ρ. βαρώ σχηματίζεται ως βεβαρημένος με -η- και όχι με -υ π.χ. το ποινικό του μητρώο είναι βεβαρημένο, η κατάσταση της υγείας του είναι βεβαρημένη.

11. Από τα τρία θέματα της αρχαίας λέξης ναυς (=πλοίο) ναυ, νηο, νεω, ως α’ συνθετικό, προέρχονται πολλές λέξεις, π.χ. ναύ-σταθμος, ναύ-αρχος, ναύ-κληρος, νηο-λόγιο, νηο-γνώμονας, νηο-πομπή, νεώ-ριο, νεώ-λκηση, νεώ-σοικος κ.α.

12. Γράφονται με ενωτικό (-) τα φραστικά σχήματα: νόμος-πλαίσιο, πόλη-φάντασμα, λέξη -κλειδί κλπ.

Με ενωτικό (-) γράφονται και τα προτακτικά: Αγια-Αϊ- γέρο-θεια-κυρα-, μαστρο-, μπαρμπα-π.χ.:

Αγια-Βαρβάρα, Αϊ-Νικόλας, γέρο-καπετάνιος, θεια-Νικολάκαινα, κυρα-Μαρία, μπάρμπα-Γιάννης κλπ.

13. Τα διαλυτικά (··) σημειώνονται πάνω από το ι ή το υ, για να δείξομε ότι το ι ή το υ πρέπει να τα προφέρομε χωριστά από το προηγούμενο φωνήεν α, ε, ο, υ, π.χ. Αγλαΐα, χαϊδεύω, αθεΐα, ναυσιπλοΐα, μυϊκός, καταπραϋνω κ.α.

Δεν βάζομε διαλυτικά (..)

α). Όταν πριν από το ι ή το υ υπάρχει δίψηφο φωνήεν (αι, ει, οι, υι, ου), π.χ. αλληλού-ια, πιγκου-ίνος, υι-ικός, αρτοποι-ία, παλαι-ικός κ.α.

β). Όταν ο τόνος φανερώνει τη χωριστή προσφορά του ι ή του υ από το φωνήεν που προηγείται, π.χ. Μάιος, πλάι, νεράιδα, κορόιδο κ.α.

γ). Όταν πριν από το ι και το υ υπάρχει άλλο φωνήεν, με το οποίο όμως το ι και το υ δεν σχηματίζουν δίψηφο φωνήεν, π.χ. πρωί, πρωινός, διυλιστήριο, Μωυσής κλπ.

14. Τα επίθετα τα δηλωτικά χρώματος λήγουν σε -ης, -ιά, -ί, π.χ. ο βυσσινής-ια-ί, μενεξεδής-ιά-ί κλπ.

14. Από τη λέξη: γη-γαία έχομε α’ συνθετικά λέξεων που παίρνουν τη μορφή: γαιο (γαιοκτήμονας), γεω (γεωργός), γη (γήπεδο).

Η λέξη χρησιμεύει και ως β’ συνθετικό με τη μορφή- γειος, π.χ. υπό-γειος, επί-γειος κλπ.

15. Το πρόθημα αλεξι γράφεται με ι και προέρχεται από το αρχαίο ρήμα: αλέξω (= αποκρούω, απομακρύνω).

Χρησιμοποιείται σε συσκευές προστασίαςαλεξι-κέραυνο, αλεξί-πτωτο, αλεξιβρόχιο (=ομπρέλα).

16. Τα παράγωγα του αριθμητικού δύο γράφονται με -υ, π.χ. δυάς, δυάρι, δυϊκός κλπ.

Τα σύνθετα που προέρχονται από το επίρρημα δις (=δυο φορές) γράφονται με -ι- και απαντούν με δύο μορφές ως -δι και δις π.χ. διμοιρία, δι-ώροφος, δί-τροχο, δισ-έγγονος, δισ-εκατομμύριο κλπ.

17. Υπάρχει όμως και το πρόθημα δυσ- ως α’ συνθετικό πολλών λέξεων που φανερώνει τη δυσκολία, π.χ. δυσ-ανάγνωστος, δυσ-αναπλήρωτος, και την κακή κατάσταση, π.χ. δυσ-αρέσκεια, δυσ-θυμία, δυσ-μένεια κλπ.

18. Το αποθετικό ρ. εντέλλομαι έχει ενεργητική διάθεση και συντάσσεται με αντικείμενο ως ενεργητικό. Έτσι πρέπει να πούμε: Το υπουργείο εντέλλεται την αστυνομία να φρουρήσει την πρεσβεία. Ο διευθυντής εντέλλεται τους μαθητές να επιδείξουν καλή συμπεριφορά κλπ.

19. Τα σύνθετα με β’ συνθετικό το-ωρύχος (από το ρ. ορύσσω= ανοίγω όρυγμα) γράφονται με ω, με έκταση του ο σε ω π.χ. ανθρακ-ωρύχος, μεταλλ-ωρύχος, τυμβ-ωρύχος κ.α.

20 Οκτωβρίου 2010

Η ρητορική της καθαρεύουσας (2)

Δ. Ν. ΜΑΡΩΝΙΤΗΣ | Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 1999
Δεν είναι η πρώτη φορά που με απασχολεί η ρητορική στην ποίηση ή αλλιώς: η ποιητική ρητορική. Σε προηγούμενη ανακοίνωσή μου εις μνήμην του Λίνου Πολίτη το 1986, η οποία αργότερα πήρε οριστικότερη γραπτή μορφή και ενσωματώθηκε στον τόμο «Πίσω - Μπρος», δοκίμασα να ανιχνεύσω σήματα της ποιητικής ρητορικής στους δύο κορυφαίους του νεοελληνικού υπερρεαλισμού, τον Εμπειρίκο και τον Εγγονόπουλο. Συγχρόνως υπέθεσα εκεί ότι νεοέλληνας γενάρχης της υπερρεαλιστικής αυτής ρητορικής θα μπορούσε να θεωρηθεί ο Κάλβος, υπογραμμίζοντας όμως ότι η αρχική καταγωγή της θα πρέπει να αναζητηθεί στην αρχαιοελληνική υμνογραφική και υμνολογική ποίηση· λ.χ. στον Ησίοδο και στον Πίνδαρο.
Δεν πρόκειται να επαναλάβω εδώ τα όποια ευρήματα και πορίσματα εκείνης της μελέτης. Θυμίζω μόνον έξι χαρακτήρες ποιητικής ρητορικής, τους οποίους ενετόπισα, παραδειγμάτισα και συζήτησα: α) τη συχνή χρήση επιφωνηματικής κλητικής προσφώνησης στην αρχή του ποιήματος, η οποία κάποτε επαναλαμβάνεται και ενδιαμέσως· β) τη συνήθως θριαμβική κατάληξη του ποιήματος· γ) την πυκνή παρουσία διατακτικής και διδακτικής προστακτικής· δ) την προβεβλημένη επανάληψη στο εσωτερικό του ποιήματος της ίδιας λέξης ή έκφρασης· ε) την πληθωρική έξαρση του επιθέτου, σε βάρος κάποτε του ουσιαστικού και του ρήματος· στ) την αποτύπωση θαυμαστικών και αποσιωπητικών σε κομβικά σημεία του ποιήματος.
Υπενθυμίζω εδώ τους, εξωτερικούς έστω, αυτούς χαρακτήρες της ποιητικής ρητορικής, επειδή πιστεύω ότι προέχουν κατεξοχήν σε καθαρεύοντα ποιήματα, κυρίως της πρώτης αλλά ενίοτε και της δεύτερης κατηγορίας. Τούτο δεν σημαίνει ότι απουσιάζουν παντελώς και σε ποιήματα γραμμένα στη δημοτική, όταν μάλιστα αυτά παρακολουθούν τον υμνογραφικό και υμνολογικό τύπο. Εντούτοις στο γλωσσικό περιβάλλον της καθαρεύουσας οι χαρακτήρες αυτοί αποκτούν μεγαλύτερη ρητορική ισχύ και εξέχουν στο σώμα της ποιητικής σύνθεσης.
Προχωρώ τώρα στο υπεσχημένο ζητούμενο: αν και πώς αναπληρώνεται το κενό που ευνοεί η επιλογή της καθαρεύουσας, διασπώντας, ενμέρει ή ενόλω, την ενότητα της βιογλωσσικής βάσης του ποιήματος. Ο χώρος δεν με παίρνει να δείξω ότι το κενό αυτό παραμένει συνήθως ακάλυπτο στους προγραμματικά καθαρεύοντες ποιητές της Αθηναϊκής Σχολής. Θα περάσω επομένως αμέσως στους τρεις άλλους ποιητές που ανέφερα, οι οποίοι επιλέγουν, περισσότερο ή λιγότερο, την καθαρεύουσα απρογραμμάτιστα. Αρχίζω με τον Κάλβο.
Παρατήρηση πρώτη: πιστεύω ότι δεν χωρεί εύκολη επιφύλαξη στην εκτίμηση ότι, συγκριτικά προς τον Καβάφη και τον Εμπειρίκο, η γλώσσα του Κάλβου εμφανίζει όχι μόνον μεγαλύτερη ομοιογένεια και γλωσσική συνέπεια, αλλά κατά κάποιον τρόπο σφραγίζεται από το λόγιο λεξιλόγιο, τη λόγια γραμματική και τη λόγια σύνταξή της.
Παρατήρηση δεύτερη: μετά τη δίκαιη αποκατάσταση της τιμής του Κάλβου, πρώτα από τον Παλαμά και στον αιώνα μας κυρίως από τον Σεφέρη και τον Ελύτη, το βάρος της αξίας του ποιητή ζυγίστηκε προπαντός με το ζύγι της ιδιόρρυθμης γλώσσας του. Αντίθετα, η υποκείμενη στις καλβικές Ωδές βιωματική εμπειρία, προσωπική και συλλογική, ελάχιστα σχολιάστηκε ­ εννοείται η θερμή φιλοπατρία σε συνδυασμό προς τον επαναστατικό φιλελευθερισμό.
Με τους όρους αυτούς προτείνονται εφεξής τέσσερις προφανείς τρόποι, οι οποίοι αναπληρώνουν κατά τη γνώμη μου το περί ου ο λόγος κενό:
1) Αναπληρωματικό λοιπόν ρόλο παίζει καταρχήν η ίδια η υψηλή θερμοκρασία της διάχυτης μέσα στις Ωδές του Κάλβου φιλελεύθερης φιλοπατρίας· θερμοκρασία που αναθερμαίνει και την ιδιόρρυθμη λόγια γλώσσα του. Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί ότι, από τη στιγμή που οι ιστορικές συνθήκες ξεπέρασαν την αιχμή αυτής της φιλελεύθερης φιλοπατρίας, ο Κάλβος έκλεισε πρόωρα και οριστικά τον κύκλο των Ωδών του ­ θα έλεγε κάποιος ότι το βιωματικό απόθεμα είχε πλέον εκ των πραγμάτων εξαντληθεί. Σε τούτο το σημείο η σύγκριση Κάλβου και Σολωμού παρουσιάζει, πιστεύω, ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
2) Καθώς το σύνολο των καλβικών Ωδών έχει υμνολογικό χαρακτήρα, με επιδεικτικό και διδακτικό συνήθως απόβαρο, η καθαρεύουσα γλώσσα του ακούγεται και διαβάζεται δίχως δυσφορία, για να μην πω ότι δημιουργεί και ευφορία με τον υψηλόφωνο και θεσμικά επίσημο τόνο της. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η λόγια γλώσσα φαίνεται να υπηρετεί και να αναδεικνύει την αντικειμενική εμβέλεια των Ωδών, επισκιάζοντας στις εσοχές της τα υποκειμενικότερα στοιχεία.
3) Στην αναπλήρωση εξάλλου του κενού συντελεί αποφασιστικά και ο απροσδόκητα ανορθολογικός, κάποτε συνειρμικός τρόπος, με τον οποίο συντάσσονται στο εσωτερικό τους οι Ωδές του Κάλβου· γεγονός που δικαιολογεί, κατά τη γνώμη μου, τον θαυμασμό των δικών μας υπερρεαλιστών για την καλβική ποίηση.
4) Τέλος και κυρίως: το επίμαχο κενό τείνει συχνά να εξαφανιστεί εξαιτίας της τολμηρής σύζευξης κυριολεξίας και μεταφοράς, που ο Κάλβος επιχειρεί και κατορθώνει με μεταφορικό καταλύτη προπάντων τα επίθετά του. Και ασφαλώς δεν είναι τυχαίο ότι ο έπαινος του Σεφέρη για συγκεκριμένα μόνον μέρη των καλβικών Ωδών συγκεντρώνεται σε τέτοιου είδους μεταφορικούς θυλάκους.
Πρέπει όμως να μιλήσω αμέσως και για τη γλωσσική αλχημεία του Καβάφη, όπου συμπλέκονται στοιχεία της δικής του καθαρεύουσας και της δικής του δημοτικής. Και η περίπτωση όμως του Καβάφη απαιτεί πρώτα κάποιες περιφερειακές διαπιστώσεις, οι οποίες αφορούν τόσο την επιλογή όσο και την υποδοχή της μεικτής γλώσσας του.
Θυμίζω λοιπόν ότι το καβαφικό γλωσσικό ιδίωμα σαφώς εξελίσσεται: στην πρώιμη περίοδο η καβαφική καθαρεύουσα ανακαλεί την προγραμματική καθαρεύουσα της Αθηναϊκής Σχολής· στη συμβολική περίοδο εμφανίζεται και εξέχει το χαρακτηριστικό καβαφικό μείγμα λόγιας και δημοτικής γλώσσας· το μείγμα ωστόσο αυτό υποχωρεί, υπέρ της δημοτικής, στην ώριμη και όψιμη πια περίοδο, όταν σαφώς ο Καβάφης ορίζει και ασκεί τον δικό του ιστορικό και ερωτικό ρεαλισμό.
Προκειμένου εξάλλου να εξηγηθεί το μεικτό καβαφικό γλωσσικό ιδίωμα, που διαστίζεται από καθαρεύοντα στοιχεία, νομίζω ότι οφείλουμε να λάβουμε υπόψη την αναγνωστική προσήλωση του αλεξανδρινού ποιητή σε κείμενα της ελληνιστικής και όψιμης αρχαιότητας. Προφανώς η αναγνωστική αυτή τριβή του Καβάφη με την αρχαία ελληνική γλώσσα αφήνει τα ίχνη της στην εξελισσόμενη γλώσσα του.
Τέλος, η λόγια καθαρεύουσα επιλέγεται από τον Καβάφη ειδικότερα σε ποιήματα με επιγραμματικό χαρακτήρα. Παράδειγμα το πασίγνωστο ποίημα «Θερμοπύλες» αλλά και το διασημότερο «Υπέρ της Αχαϊκής Συμπολιτείας πολεμήσαντες». Σ' αυτόν τον τύπο ποιήματος το λόγιο γλωσσικό ιδίωμα εξασφαλίζει πράγματι έναν ποιητικό λόγο θεσμοθετημένης σεμνότητας και τελετουργικής αυστηρότητας.
Οπως κι αν έχει το πράγμα, πρέπει να ομολογηθεί ότι η ανεπιφύλακτη υποδοχή της καβαφικής γλώσσας εμφανίζεται μάλλον αργά. Στον μεσοπόλεμο πάντως δημιουργεί ακόμη είτε βίαιες αντιδράσεις των δημοτικιστών (ο Βλαστός λ.χ. χαρακτηρίζει τον Καβάφη, εξαιτίας της γλώσσας του, καραγκιόζη) ή έστω ανομολόγητη αμηχανία (ευδιάκριτη στην πρώτη επαφή του Σεφέρη με την καβαφική ποίηση και τα καβαφικά ποιήματα).
Ειδικότερα τώρα η καβαφική αναπλήρωση του κενού, όπως το όρισα, πραγματοποιείται με τρεις τουλάχιστον τρόπους:
1) Ο Καβάφης φαίνεται να διαπιστώνει εγκαίρως την απροκάλυπτη κάποτε αισθηματικότητα ή και αισθηματολογία της δημοτικής γλώσσας· για να την αποφύγει μετασχηματίζει, με στοιχεία της καθαρεύουσας, το άμεσο αίσθημα σε ιστορικό, ερωτικό ή και καθαρώς νοητικό είδωλο. Ετσι επιτυγχάνεται η επικάλυψη της βιωματικής παθολογίας.
2) Τούτο σημαίνει ότι η λόγια γλώσσα στον Καβάφη λειτουργεί συγχρόνως ως φίλτρο υπόκρισης και ειρωνείας· τον βοηθεί δηλ. να μεταβάλει τα πρόσωπα των ποιημάτων του σε προσωπεία και, κυρίως, να καταστήσει τη δική του persona διφορούμενη.
3) Αναπληρωματικό επίσης ρόλο του ενδιάμεσου κενού μεταξύ βιωματικής και γλωσσικής εμπειρίας αναλαμβάνει η επιλεκτική καθαρεύουσα του Καβάφη, στον βαθμό που βοηθεί στη σκόπιμα πεζολογική προσγείωση του ποιητικού λόγου. Υπενθυμίζεται ότι ο Αλεξανδρινός συνθέτει τα ποιήματά του, προτού ακόμη ανθίσει ο δικός μας μοντερνισμός, ο οποίος, εκτός των άλλων, επιφέρει δραστικές αλλαγές στο προηγούμενο ποιητικό λεξιλόγιο. Προδρομικά λοιπόν ο Καβάφης, αντιδρώντας και σε τούτο το κεφάλαιο στην παλαμική παράδοση, σπάζει το φράγμα του παραδοσιακού ποιητικού λεξιλογίου, με τη βοήθεια της τρέχουσας καθαρεύουσας, ως γλώσσας της καθημερινής συναλλαγής. Και τούτο συμβαίνει, όπου και όταν το ποίημα απαιτεί ένα είδος δραστικής πεζολογίας, για να δηλώσει επαρκώς τη ρεαλιστική του σκηνοθεσία.
Θα κλείσω τη διάκενη αυτή πρόταση, επιβάλλοντας ελάχιστα μόνο σχόλια και για την αναπληρωματική καθαρεύουσα του Εμπειρίκου, η καμπύλη της οποίας αποδεικνύεται μάλλον κατιούσα από συλλογή σε συλλογή.
Εχω λοιπόν την αίσθηση ότι τα καθαρεύοντα στοιχεία στο λεξιλόγιο, στο τυπικό και στη σύνταξη, που απαντούν σε ποιήματα του Εμπειρίκου, επιλέγονται και λειτουργούν ως δείχτες της γενικότερης υπερρεαλιστικής του ανταρσίας. Πρόκειται, επομένως, για ένα είδος γλωσσικής πρόκλησης, στην οποία υπολογίζει ο υπερρεαλιστής ποιητής, ελπίζοντας ότι θα συμπαρασύρει τον αναγνώστη-ακροατή στον ούτως ή άλλως ρηξικέλευθο δρόμο του.
Με δεδομένη μάλιστα την οιστρήλατη συχνά ερωτική ιδεολογία, την οποία ο Εμπειρίκος εμφανώς ευαγγελίζεται, η επιλεκτική καθαρεύουσα κατοχυρώνει, κατά κάποιον τρόπο, τον κηρυγματικό τόνο των ποιημάτων του, καθώς του προσφέρει άφθονα τεχνήματα ρητορικής πειθούς. Ετσι, ο ιδεολογικός οίστρος, με τη συνδρομή και της καθαρεύουσας, μεταφράζεται σε γλωσσικό οίστρο, ο οποίος κάνει τον ποιητικό λόγο να παφλάζει στην ευρύχωρη κοίτη του, προτού ορμητικά εκβάλει στο μεταγλωσσικό πέλαγος.


Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=114&artid=108333&dt=21/02/1999#ixzz12uJ9oKTI

Προκλητικές ορθογραφίες λέξεων

Πολλοί, μιλώντας για την «κακοδαιμονία» ­ όπως την χαρακτηρίζουν ­ της σύγχρονης γλώσσας, της δημοτικής και συγχέοντας γλώσσα και ορθογραφία (πράγμα που είναι φυσικό για έναν μη ειδικό), αναφέρουν ως δείγματα αυτής της «κακοδαιμονίας» ορισμένες αδιανόητες ή εξωφρενικές, όπως τις χαρακτηρίζουν, ορθογραφίες λέξεων. «Τώρα στη δημοτική», λέει ένας, «γράφουν το αφτί με φ και το αβγό με β. Αντε να γράψεις σωστά!». «Εγώ είδα το εταιρεία με ει», λέει άλλος, «και το αλλοιώς που το μαθαίναμε στο σχολείο με -οι- το είδα αλλιώς με -ι-. Δεν ξέρω πια τι είναι σωστό και τι δεν είναι στη δημοτική!». Αλλος προσθέτει στη συζήτηση ως καινοφανές χαρακτηριστικό της ορθογραφίας της δημοτικής ότι είδε κάπου το παλιός με -ι- αντί του παληός με -η- που μάθαινε στο σχολείο, το βρομώ με -ο- και το γλείφω με -ει- αντί για -υ. «Εγώ», δηλώνει, «δεν ξέρω να γράψω τη δημοτική. Γράφω τις λέξεις όπως τις ήξερα στην καθαρεύουσα»! Τη χαριστική βολή στους απελπισμένους συνομιλητές δίνει ένας αρχιτέκτονας: «Αμ το κτήριο που το γράφουν με -η-, ενώ το κτίζω γράφεται με ι; Ναι, όπως σας το λέω! Ασε το πιρούνι που το έχω δει με -ι- και το καλύτερος με -υ- αντί του καλλίτερος που μαθαίναμε. Πρέπει να ξαναπάμε στο σχολείο, να μάθουμε να γράφουμε στη δημοτική»!
Όλοι, ιδίως όσοι ασχολούμαστε επαγγελματικά με τη γλώσσα (γλωσσολόγοι, φιλόλογοι, δάσκαλοι κ.ά.), ακούμε συχνά τέτοιες παρατηρήσεις-καταγγελίες, οι οποίες στηρίζονται σε μία πλάνη: ότι αυτές οι ορθογραφήσεις οφείλονται στην καθιέρωση της νεοελληνικής ή δημοτικής. Πρόκειται για πλάνη, το επαναλαμβάνω, αφού η ορθογραφία δεν είναι ζήτημα δημοτικής και (παλιότερα) καθαρεύουσας, αλλά ζήτημα ετυμολογικής προέλευσης των λέξεων, αυτής που καθορίζει σε μια γλώσσα με ιστορική ορθογραφία όπως η Ελληνική και την ορθή γραφή κάθε λέξης.
Στην Ελληνική δηλ., όπως και στις περισσότερες άλλες εθνικές γλώσσες (Αγγλική, Γαλλική, Γερμανική, Κινεζική, Ιαπωνική κ.ά.), γράφουμε τις λέξεις όχι ακριβώς όπως τις προφέρουμε σήμερα, αλλά όπως γράφονταν παραδοσιακά σύμφωνα με την ιστορία κάθε λέξης και την ορθογραφία της από τότε που εμφανίζεται στην ιστορία μιας γλώσσας. Στις περισσότερες περιπτώσεις η ιστορική ορθογραφία συμπίπτει με αυτό που ονομάζουμε ετυμολογία της λέξης, δηλ. με «την αληθή προέλευσή» της (έτυμος = αληθής). Ετσι όταν ο Αγγλος προφέρει «νάιτ» και γράφει knight «ιππότης», είναι γιατί γράφει τη λέξη με την ιστορική (και όχι τη φωνητική) ορθογραφία· την γράφει όπως προφερόταν παλιά (κνιχτ) στις γερμανικές γλώσσες σύμφωνα με την (ετυμολογική) προέλευσή της.
Η ιστορική, λοιπόν, ορθογραφία, που ακολουθούμε και στην Ελληνική, είναι αυτή που υπαγορεύει να γράφουμε το ποιητικός με τρία διαφορετικά i (οι, η και ι), το επώνυμο με -ω- και -υ- (τα σύνθετα της αρχαίας λέξης όνυμα, τύπου της αρχαίας θεσσαλικής διαλέκτου αντί του αττικού όνομα, γράφονται με -ω-· πρβλ. συνώνυμος, ανώνυμος, διώνυμο κλπ.), το ιστορία με -ι- (από το ίστωρ «γνώστης»· προέρχεται από το θέμα ιδ- του ιδ-είν, που συνδέεται ετυμολογικά με το οίδα «γνωρίζω») κ.ο.κ.
Αφού, λοιπόν, κύριο κριτήριο της ορθογραφίας των λέξεων είναι η ιστορική, δηλ. η ετυμολογική τους προέλευση, η ορθογραφία μιας λέξης καθορίζεται από την ετυμολογία της όπως προσδιορίζεται από τους ειδικούς μελετητές της ιστορίας της γλώσσας (κανονικά από γλωσσολόγους της ιστορικοσυγκριτικής, λεγόμενης, γλωσσολογίας, όπως ήταν παλιότερα ο Γ. Χατζιδάκις, ο Γιάννης Ψυχάρης, ο Γ. Αναγνωστόπουλος, ο Β. Φάβης, ο Μ. Τριανταφυλλίδης, ο Ν. Ανδριώτης, ο Αγ. Τσοπανάκης, ο Γ. Κουρμούλης, ο Α. Γεωργακάς, ο Αντ. Θαβώρης, οι κλασικοί φιλόλογοι Κ. Κόντος, Χ. Χαριτωνίδης, Ι. Κακριδής, Στ. Καψωμένος, ο σοφός Αδ. Κοραής, οι βυζαντινολόγοι Φ. Κουκουλές και Εμμ. Κριαράς, ο αυτοδίδακτος Μένιος Φιλήντας κ.ά.
Από αυτό φαίνεται, νομίζω, ότι η ορθογραφία μιας λέξης δεν είναι ζήτημα δημοτικής ή καθαρεύουσας, αλλά θέμα επιστημονικό, που συνδέεται με την ετυμολογία της λέξης κατά τις επιταγές της ιστορικής ορθογραφίας που εφαρμόζουμε στη γλώσσα μας. Ετσι ό,τι φαίνεται να ξενίζει, δεν είναι νεοτερισμός της γλώσσας (πέρα από μερικές ορθογραφικές απλοποιήσεις που καθιερώθηκαν και από την καθαρεύουσα παλιότερα και, κυρίως, από τη γραμματική της δημοτικής, όπως λ.χ. η ορθογραφία των -ότερος/-ότατος με -ο- σε όλες τις περιπτώσεις) αλλά προϊόν επιστημονικής διδασκαλίας.
Και χρωστάμε πολλά και στους επιστήμονες που εργάστηκαν στον χώρο της ετυμολογίας ­ σήμερα οι περισσότεροι γλωσσολόγοι έχουν στρέψει αλλού τα ερευνητικά τους ενδιαφέροντα ­ και, πολύ περισσότερα, στον αείμνηστο καθηγητή της Γλωσσολογίας Νικόλαο Ανδριώτη, του οποίου το «Ετυμολογικό Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής» (έκδ. Ιδρύματος Μ. Τριανταφυλλίδη), όπου κωδικοποιούνται κριτικά οι ετυμολογήσεις και οι ορθογραφίες των λέξεων που προκύπτουν από αυτές, αποτελεί πολύτιμο βοήθημα.
Ας έλθουμε σε συγκεκριμένα παραδείγματα. Το αβγό (όπως έδειξαν ο Χατζιδάκις και ο Τριανταφυλλίδης), έχοντας τους φθόγγους βγ από φωνητική εξέλιξη, γράφεται κανονικά με -β- (τα ωά > ταουα > ταγουά > ταουγά > ταβγά > τ' αβγό). Ομοια και το αφτί (τα ωτία > ταουτία > ταφτία > τ' αφτί). Το αβγό δηλ. συνδεόμενο με την αρχ. λ. ωόν, και το αφτί, συνδεόμενο με την αρχ. λ. ωτίον (υποκοριστικό του ους, ωτός), δεν δικαιολογούν αντιστοίχως γραφές με αυ (αυγό) και αυ (αυτί). Το αλλιώς έδειξε ο Στ. Ψάλτης ότι προέρχεται από το μεσαιωνικό αλλιώς (στο οποίο μεταβλήθηκε με συνίζηση το επίρρ. αλλέως από επίθ. αλλέος, παράλληλο τύπο του άλλος) και όχι από το επίθ. αλλοίος, που θα δικαιολογούσε τη γραφή αλλοιώς. Το παλιός γράφεται με -ι-, γιατί δεν είναι άλλο από το αρχ. παλαιός όπου το /e/ (αι) συμπροφέρθηκε ως ι με το τονούμενο φωνήεν που ακολουθεί.
Δεν πρόκειται δηλ. για τροπή του αι σε η, όπως νόμιζαν παλιά και έγραφαν παληός, προτού η γλωσσολογία διδάξει ότι όταν έγινε η συμπροφορά (συνίζηση) του αι σε ι σε νεότερους χρόνους ούτε το αι ήταν δίφθογγος (έγινε e ήδη στην αρχαία) ούτε το η ήταν μακρό! (έγινε παντού ι, «ιωτακίστηκε» όπως λέμε, στους πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες). Το ίδιο ισχύει και για το ελιά (από το ελαία), που παλιότερα γράφτηκε εσφαλμένα με -η- εληά (πρβλ. και μηλεά > μηλιά, νέος > νιος, πανωραία > πανώρια κ.λπ.).
Το εταιρεία γράφεται σωστά με -ει- ως θηλ. (εταιρεία) του αρχ. επιθέτου εταιρείος, και όχι ως παράγωγο του εταίρος, οπότε θα ήταν εταιρία (για θηλυκά από επίθετα πρβλ. φίλιος - φιλία, πλατύς - πλατεία κ.ά.). Το βρομώ γράφεται με -ο-, γιατί ο Χατζιδάκις έδειξε ότι παράγεται από το αρχ. βρομώ «κάνω κρότο» (επειδή ορισμένοι χαρακτηριστικοί κρότοι ακολουθούνται από δυσοσμία) και όχι από το βρώμα «φαγητό», γιατί τότε θα είναι βρωματίζω (πρβλ. χρώμα - χρωματίζω, θρύμμα - θρυμματίζω κ.λπ.). Το γλείφω γράφεται με -ει- (άλλο είναι το γλύφω με -υ- απ' όπου το γλύπτης), γιατί παράγεται από το αρχ. εκλείχω (λείχω σημαίνει «γλείφω») με -φ- αντί -χ- κατά το αλείφω. Το κτήριο γράφεται με -η-, γιατί είναι από το ευκτήριον (οίκημα) «οίκος προσευχής».
Το ρήμα κτίζω δεν μπορεί να δώσει παράγωγο σε -ριος που να δικαιολογεί γραφή με -ι- (κτίριο), η δε παρετυμολογική σύνδεση με το κτίζω ως εξήγηση θα αποτελούσε ερμηνευτικό τέχνασμα. Το πιρούνι γράφεται με -ι-, για να δηλωθεί με τον πιο απλό τρόπο η φωνητική τροπή του -ε- (περόνη - περόνιον) σε -ι- (πιρούνι)· πρβλ. και πιγούνι από μεσ. πουγούνι που προέρχεται από το αρχ. πωγώνιον, υποκορ. του πώγων. Το καλύτερος γράφεται με -υ- (όχι καλλίτερος), γιατί σχηματίζεται κατά τα συγκριτικά σε -ύτερος των επιθ. σε -ύς (πλατύς - πλατύτερος, παχύς - παχύτερος ταχύς - ταχύτερος κ.λπ. και καλός - καλύτερος, μεγάλος - μεγαλύτερος, πρώτος - πρωτύτερος/πρωτύτερα, κοντά - κοντύτερα κ.τ.ό.).
Απ' όσα είπαμε φαίνεται καθαρά ότι «προκλητικές ορθογραφίες» ελληνικών λέξεων, όπως αυτές που αναφέραμε, δεν είναι νεοτερισμοί της δημοτικής αλλά επιστημονικές αποκαταστάσεις της ορθής γραφής μέσω της διαδικασίας της ετυμολογίας. Και δεν χρειάζεται «να ξαναπάμε στο σχολείο» παρά να ανατρέχουμε συχνότερα σε έγκυρα λεξικά που περιέχουν τέτοιες πληροφορίες.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗΣ
Το Βήμα: Νέες Εποχές, σ. 5, 20/7/1997

Πόση καθαρεύουσα επιτρέπει η δημοτική;

Σπύρος Α. Μοσχονάς
Δεν είναι καθαρευουσιάνικη η αντίληψη ότι η κοινή γλώσσα, βασίζεται βέβαια στη δημοτική, περιλαμβάνει όμως και κάποια "στοιχεία της καθαρεύουσας" ή, ορθότερα, στοιχεία λόγια ή Σπύρος Παπαλουκάς - Αγόρι με Tιράντες αρχαϊστικά. Την αντίληψη αυτή την υπερασπίστηκαν επιφανείς δημοτικιστές, και μάλιστα εκείνοι στους οποίους κυρίως οφείλεται η μερική έστω τυποποίηση της σημερινής κοινής γλώσσας (Μανόλης Τριανταφυλλίδης, Αχιλλέας Τζάρτζανος). Καθαρευουσιάνοι δεν υπάρχουν πια΄ούτε καθαρεύουσα΄υπάρχει όμως και συντηρείται το αντίπαλο δέος της καθαρεύουσας. Οι "γλωσσικοί αγώνες" -πραγματικοί ή φανταστικοί, αδιάφορο- συνεχίζονται τώρα γύρω από το ασαφές ερώτημα «Πόση καθαρεύουσα επιτρέπεται;».
Θα μπορούσαμε να προσεγγίσουμε το ζήτημα αυτό με περιγραφικό μάλλον, παρά κανονιστικό τρόπο και να αναρωτηθούμε «πόσα και ποιά αρχαϊστικά στοιχεία περιλαμβάνει η σημερινή γλώσσα;». Ομως επαρκείς στατιστικές μελέτες της νεοελληνικής δεν έχουν γίνει΄και για να γίνουν, οι ειδικοί θα πρέπει πρώτα να αποφασίσουν ποιά κείμενα πρέπει να υποβληθούν σε στατιστική επεξεργασία (και ο Μακρυγιάννης και ο Παπαδιαμάντης;). Με κανονιστικό τρόπο αντιμετωπίζει το ζήτημα και η σύγχρονη λεξικογραφία, και της μιας και της άλλης τάσης΄τα λεξικά καταγράφουν εκείνα τα λόγια στοιχεία που εξαρχής θεωρούν απαραίτητα οι συντάκτες τους και όχι εκείνα που πράγματι χρησιμοποιούνται. Αλλωστε, η ίδια η έννοια της "κοινής γλώσσας" εξακολουθεί να είναι έννοια κανονιστική: αναφέρεται και στη γλωσσική συμπεριφορά και στα πρότυπά της. Και ειδικά μεταξύ ειδικών τα πρότυπα διαφέρουν.
'Εναν κατάλογο των λόγιων στοιχείων που ανέχεται ή επιζητεί το γλωσσικό αισθητήριο των εγγράμματων ομιλητών της κοινής γλώσσας παρουσιάζει ο Geoffrey Horrocks στο τέλος τής νηφάλιας και εμπεριστατωμένης Ιστορίας του τής ελληνικής (Greek: A History of the Language and its Speakers, Λονδίνο 1997). Οι σημαντικότερες επισημάνσεις του Horrocks είναι οι ακόλουθες: Πάγκοινες λέξεις όπως "ποιητής", "εχθρός", "παύση", "συμφωνώ", "ρεύμα" παραβιάζουν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, τους φωνολογικούς και φωνοτακτικούς κανόνες της δημοτικής. Η ονοματική μορφολογία σώζει πολλά παραδείγματα της λόγιας κλίσης: τα δευτερόκλιτα θηλυκά σε -ος ("η οδός", "η μέθοδος"), τα τριτόκλιτα ουδέτερα σε -ον/-οντος, -εν/-εντος, -αν/-αντος ("προίόν", "ενδιαφέρον", "φωνήεν", "γεγονός", "καθεστώς", "σύμπαν"), τα επίθετα σε -ης και -υς ("επιμελής", "ευρύς"). Γράφεται και λέγεται, έστω και υφολογικά χαρακτηρισμένη, έστω και ιδεολογικά στιγματισμένη, η γενική σε -εως ("της κυβερνήσεως"). Πολλά συναιρεμένα (ή "συνηρημένα";) ρήματα σε -εω και -άω κλίνονται μερικώς κατά το αρχαίο υπόδειγμα (π.χ. "επιχειρώ", "προηγούμε", "αντιδρώ", "εξαρτώμαι"). Διατηρούνται: αρκετοί μεσοπαθητικοί αόριστοι σε -θην (αντί για -θηκα: "συνελήφθησαν"), η λόγια μορφολογία σε -ευσα (αντί για -εψα: "συσσώρευσα"), η εσωτερική αύξηση πολλών εμπρόθετων ("εισέπραξα"). Γνωρίζουν αναγέννηση, καθώς λέγεται, οι επιθετικοποιημένες μετοχές σε -ων/-ουσα/-ον, -ομενος/-η/-ον, κάποτε και με αναδιπλασιασμό ("ο προκύπτων τόκος", "οι εργαζόμενες γυναίκες", "οι τεταμένες σχέσεις"). Είναι αισθητή η τάση για χρήση λόγιων τύπων στη σύνθεση ("μιλώ/μιλάς", αλλά "συνομιλώ/συνομιλείς"΄"διώχνω" αλλά "επιδιώκω").
Απολιθώματα της αρχαϊστικής σύνταξης (γενικές απόλυτοι, δοτικές, αρχαίες προθέσεις) διασώζονται σε εκατοντάδες στερεότυπες φράσεις ("Θεού θέλοντος", "προκειμένου να", "τοις εκατό(ν)", "υπόψη", "κατευθείαν", "εν αντιθέσει προς") - περισσότερες από 2.000 τις υπολογίζει η γλωσσολόγος Αννα Ιορδανίδου, με μετρήσεις στον καθημερινό Τύπο των τελευταίων χρόνων, ιδιαίτερα σε εφημερίδες όπως "Η Καθημερινή" και "Το Βήμα". Τέλος, το πνεύμα της νεκρής καθαρεύουσας, επισημαίνει ο Horrocks, επιβιώνει στους νεολογισμούς που συνεχώς πλάθονται για να ονοματίσουν νέα πράγματα και ιδέες, κατά το υπόδειγμα ξένων λέξεων. Πολλοί δημοτικιστές εξακολουθούν να υποτιμούν τη συχνότητα χρήσης των λόγιων αυτών στοιχείων και να υποβαθμίζουν τη λειτουργικότητά τους. Θεωρούν ότι τα αρχαϊστικά στοιχεία συντηρούνται σε μία προσπάθεια μίμησης της καθαρεύουσας από νεότερους κυρίως συγγραφείς που προσβλέπουν σε κάποιο "συμβολικό κέρδος διάκρισης" (θέλουν, ας πούμε, να δείξουν "μορφωμένοι" ή αρχαιομαθείς). Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται το παράδοξο φαινόμενο δηλωμένοι δημοτικιστές να ασχολούνται σχεδόν αποκλειστικά με τη διόρθωση της καθαρεύουσας, να επισημαίνουν δηλαδή, όχι χωρίς κάποια χαιρεκακία, τα λάθη που προκαλούνται από έλλειψη εξοικείωσης με την καθαρεύουσα (λ.χ. "την ακτίναν", "της εξαχθείσας"). Τα λάθη προδίδουν. Και στην προκειμένη περίπτωση προδίδουν εκείνη την παρωχημένη νοοτροπία που θεωρεί τη γνώση μιας γλώσσας τεχνητής πρόσφορο μέσο για να ξεχωρίζουν οι λίγοι και εκλεκτοί - οι λόγιοι. Οι δημοτικιστές εξακολουθούν να αρνούνται τα συμβολικά οφέλη που μπορεί να προσπορίσει μια τέτοια χρήση τής καθαρεύουσας και τονίζουν την εγγενή αδυναμία της να καταστεί κοινό γλωσσικό και πολιτισμικό πρότυπο - πρότυπο των πολλών.
Θα μπορούσαμε να φανταστούμε μια σύγχρονη εξέλιξη του δημοτικισμού που να αγκαλιάζει το σύνολο της κοινής γλώσσας, άρα κι εκείνο το κομμάτι της που είναι λόγιο ή "καθαρευουσιάνικο". Θα μπορούσαμε να φανταστούμε τους δημοτικιστές να διορθώνουν τη λόγια γλώσσα, όχι για να τη στιγματίσουν αλλά επειδή θεωρούν τη διόρθωση εκπαιδευτική πρακτική που αποσκοπεί στη μάθηση. Μια τέτοια εξέλιξη όμως θα έμοιαζε με φάρσα: η καθαρεύουσα να επιβιώνει χωρίς καθαρευουσιάνους, με τη βοήθεια των δημοτικιστών.
Ο κ. Σπύρος Μοσχονάς είναι γλωσσολόγος, λέκτορας στο τμήμα ΕΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών.


Η Σπιναλόγκα πριν τη Βικτόρια Χίσλοπ

Κρημνιώτη Π.
Ημερομηνία δημοσίευσης: 12/10/2010

Θέμος Κορνάρος-Γαλάτεια Καζαντζάκη "Το Νησί των σημαδεμένων. Σπιναλόγκα - Η άρρωστη πολιτεία"
Πολλά - πολλά χρόνια πριν το ενδιαφέρον περιστραφεί στη Σπιναλόγκα με αφορμή το βιβλίο της Βικτόρια Χίσλοπ και την τωρινή μεταφορά του στη μικρή οθόνη, η ελληνική λογοτεχνία έχει καταθέσει τα δικά της τεκμήρια για το νησί των λεπρών. Τα δύο αφηγήματα, "Σπιναλόγκα" του Θέμου Κορνάρου και "Η άρρωστη πολιτεία" της Γαλάτειας Καζαντζάκη, που συγκεντρώνει η έκδοση "Το Νησί των σημαδεμένων" με επιλεγόμενα του Μάνου Λουκάκη, αποτελούν συγκλονιστικές αφηγήσεις δύο μάχιμων συγγραφέων του μεσοπολέμου με έντονη πολιτική συνείδηση και υψηλές κοινωνικές ευαισθησίες.
Κορνάρος και Καζαντζάκη αποτυπώνουν το μεγάλο ζήτημα του αποκλεισμού των ασθενών στο νησί την περίοδο της λειτουργίας του. Δυο διεισδυτικές ματιές πάνω στο ίδιο θέμα με σαφή στόχευση την ευαισθητοποίηση ή ακόμα περισσότερο την γνωστοποίηση αυτού του μείζονος για την εποχή προβλήματος που η ελληνική κοινωνία και πολιτική καθεστηκυία έκρυβε στο νησί της Σπιναλόγκας. Πιο καταγγελτικός ο Κορνάρος, με σκληρές, πολλές φορές ωμές περιγραφές, και λόγο ειρωνικό και αρκούντως σαρκαστικό, μέσα από το βλέμμα του άρρωστου ήρωά του, δάσκαλου στον έξω κόσμο, κατακεραυνώνει την πολιτική αναλγησία, τους αδιάφορους πολιτικούς λειτουργούς, την κερδοσκόπο Εκκλησία, τη σκληρότητα της κοινωνίας απέναντι στους αρρώστους, αλλά και τη σκληρότητα της ίδιας της κοινότητάς τους έτσι όπως έχει συγκροτηθεί στη Σπιναλόγκα.
Αντίθετα, ο λόγος της Καζαντζάκη εμφανίζεται πιο ρεαλιστικός και αποδίδει με λεπτές αποχρώσεις την υπαρξιακή αγωνία της ηρωίδας της, δασκάλας κι αυτής στον έξω κόσμο, την αγωνία της να υπάρξει σ' αυτό το σκληρό νησί, να συνυπάρξει με τους συγκατοίκους της και να αποδεχτεί την αρρώστια της. Η αφήγησή της, πολύ πιο κοντά στις μαρτυρίες που φτάνουν σήμερα σ' εμάς από τους πρώην εγκλείστους στη Σπιναλόγκα, μπορεί να μην παίρνει τον έντονα καταγγελτικό χαρακτήρα του Κορνάρου, ωστόσο δεν αποσιωπά τον κοινωνικό διαχωρισμό και την υποκρισία που διέπει κοιωνία και πολιτική καθεστηκυία της εποχής.
(Εκδόσεις Καστανιώτης, σελ. 216, τιμή: 10 ευρώ).

14 Οκτωβρίου 2010

Νησί-δα ελπίδας και εξιλέωσης

Της Πόπης Διαµαντάκου , diaman@dolnet.gr

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: Τετάρτη 13 Οκτωβρίου 2010


Με έξοχη µαεστρία αναδεικνύεται στο πρώτο επεισόδιο ο τραγικός ρόλος του µικρού Δηµήτρη Λεµονιά (Μάνος Τσαγκαράκης) που κάνει τα µάτια να βουρκώνουν και τη συνείδηση να επαναστατεί
Ο ρόλος του µικρού Δηµήτρη που οδηγείται στην εξορία της Σπιναλόγκας συµπύκνωνε όλη τη δύναµη και τα νοήµατα του «Νησιού», σε ένα επεισόδιο που ξεπέρασε κάθε µας προσδοκία.
Θα σταθούµε σε µια στιγµή από το πρώτο επεισόδιο του «Νησιού» που ράγισε τις τηλεοπτικές οθόνες. Στο βλέµµα ενός παιδιού, στο δάκρυ του, σε δυο σκηνές του µικρού Δηµήτρη – ρόλος έξοχος ενός 10χρονου παιδιού, που προσβάλλεται από λέπρα – στη βουβή λαχτάρα του για τη ζωή που του αρνείται η φοβική κοινωνία της εποχής. Σε αυτά συµπυκνώθηκε όλο το βάρος των µηνυµάτων της σειράς που όµοιά της δεν έχουµε ξαναδεί στην ελληνική τηλεόραση.

Ποιος δεν ρίγησε βλέποντας τα συναισθήµατα ενός τροµαγµένου αγοριού, καταδικασµένου να κρύβει την «ντροπή» του, τα σηµάδια της λέπρας στα πόδια του, να δέχεται τις κοροϊδίες των συνοµηλίκων του γιατί αρνείται να γδυθεί και να κολυµπήσει µαζί τους.

Και ποιος δεν συγκινήθηκε βλέποντάς το να «κλέβει» µια στιγµή, µόνο µια στιγµή ελευθερίας, όταν πια η αποκάλυψη του µυστικού του στον έλεγχο που έκαναν οι γιατροί στο σχολείο σηµαίνει λύτρωση και την ίδια στιγµή καταδίκη. Ολη η ιστορία που αφηγείται η Βικτόρια Χίσλοπ ήταν εκείνη η µια µόνο στιγµή ζωής του Δηµήτρη, λίγο πριν ξεκινήσει για την εξορία, µπροστά στη θάλασσα, µε το Νησί να του φράζει τον ορίζοντα.

Τον βλέπουµε να βγάζει τα ρούχα του ένα ένα, αυτά που αρνιόταν να αποχωριστεί όσο έκρυβε το µυστικό του. Ο φακός αποτυπώνει την τραγική φιγούρα του 10χρονου αγοριού, που προβάλλει γυµνή και ευάλωτη µε φόντο το Νησί.

Ενα τόσο δα αγοράκι και σηκώνει όλο το βάρος ενός άσχηµου και τροµαγµένου κόσµου.

Και µετά βουτάει ολόκληρος στη θάλασσα, να του κρύψει εκείνη τη θέα στο Νησί, εκείνη που σε λίγο θα τον χώριζε για πάντα απ’ ό,τι αγαπούσε. Κρατήσαµε την ανάσα µας. Ολόκληρη η ανθρώπινη τραγωδία καθρεφτίστηκε για µια στιγµή στην αγορίστικη λαχτάρα.

Δεν ήταν µελό. Ηταν µια στιγµή µεγαλείου όπου η τέχνη της κάµερας, ο πολιτισµός των συναισθηµάτων, η ανθρώπινη ψυχή και η δύναµη της τηλεόρασης είχαν για πρώτη φορά την ιδανική συνάντηση. Ο πολιτισµός ήταν εκεί µε όλη τη φρίκη του και όλη την οµορφιά του.

Σπουδαία η δουλειά της Μιρέλας Παπαοικονόµου στο σενάριο της σειράς. Απογειώνει την ιστορία του βιβλίου, «ξετρυπώνει» σκηνές και συναισθήµατα, που δηµιουργούν τις γέφυρες της µνήµης, της ανθρωπιάς και της συνείδησης ανάµεσα στο κοινό και τις εικόνες. Η σκηνή που η δασκάλα, η Ελένη, διαβάζει στην αυλή του σχολείου ενώ τα παιδιά παίζουν εκείνο το παµπάλαιο, ξεχασµένο παιχνίδι «αλάτι χοντρό, αλάτι ψιλό...», µνήµη παιδικής ξεγνοιασιάς µιας άλλης εποχής. Μια από τις στιγµές που «δένουν» την ιστορία µε την ελληνική πραγµατικότητα.

Τι να πρωτοθυµηθούµε από αυτό το πρώτο επεισόδιο, όπου η δουλειά του σκηνοθέτη Θοδωρή Παπαδουλάκη και οι ερµηνείες ξεπερνούσαν τις προσδοκίες.

Η Κατερίνα Λέχου απέπνεε ένταση και συναίσθηµα, µε τις φορτισµένες σιωπές του ο έξοχος Στέλιος Μάινας έπαιρνε τον θεατή µαζί του, αλλά πάνω απ’ όλα τα παιδιά, ο καταπληκτικός Μάνος Τσαγκαράκης, ο Δηµήτρης Λεµονιάς που ράγισε καρδιές και οι Αναστασία Τσιλιµπίου και Ιφιγένεια Τζόλα, που κάνουν τις κόρες της Ελένης, Μαρία και Αννα αντιστοίχως, ήταν η πιο ευχάριστη έκπληξη.

Εξι στους δέκα που το βράδυ της Δευτέρας ήταν µπροστά στην τηλεόραση, είχαν συντονιστεί µε το Μega και έβλεπαν «Το Νησί». Το σίριαλ είδαν 3.555.000 τηλεθεατές (34,9% τηλεθέαση)

Το «πρωινό tous» σε µόνιµη αφασία

Κάποιος να µαζέψει την ξανθιά ύπαρξη που την έχουν στο πάνελο οι Σκορδαλιάδες γιατί της ξεφεύγουν «τούβλα» σαν αυτό που πέταξε πάνω στον σχολιασµό διαφόρων καρναβαλίστικων µεταµφιέσεων, στις οποίες επιδίδονται προσφάτως παρουσιαστές πάνω στην απελπισία τους για τηλεθέαση (π.χ. Στεφανίδου). Δεν της έφταναν όσα είχε πει και αµολάει ένα ακόµη: «Να µεταµφιεστεί και ο Ουγγαρέζος λεπρός και να τον στείλουµε να παίξει στο “Νησί”». Αυτό κατάλαβε ότι είναι το «Νησί»; Καρναβάλια; Οτι η λέπρα είναι µια ακόµη µεταµφίεση σαν τις περούκες της Στεφανίδου; Τι να πουν οι οικογένειες που έχουν βιώσει την τραγωδία, εκείνοι που ζουν µε τα σηµάδια της ασθένειας για πάντα χαραγµένα στην ψυχή και το κορµί τους;

Αντιγράφουµε µια παράγραφο µόνο από το σηµείωµα του Εµµανουήλ Φουντουλάκη προς τη συγγραφέα του «Νησιού»: «Το “Νησί” είναι ένα ευαγγέλιο διακήρυξης της αγάπης και ευχαριστώ τη συγγραφέα από τα βάθη της καρδιάς µου για τη λεπτότητα µε την οποία χειρίστηκε τους πάσχοντες από τη νόσο του Χάνσεν». Το αφιερώνουµε στην ξανθιά δεσποινίδα του «πρωινού tous», που θεωρεί ότι όλο αυτό είναι ένα αποκριάτικο πανηγύρι για να κάνει πλακίτσες.

Τολµηρή «Ιλιάδα» γυναικών

ου Γιώργου Δ. Κ. Σαρηγιάννη

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: Τετάρτη 13 Οκτωβρίου 2010

Λυδία Φωτοπούλου, Καρυοφυλλιά  Καραµπέτη, Στεφανία Γουλιώτη, Πέµη  Ζούνη, Ρένη Πιττακή. Πέντε από τις  24 ηθοποιούς που  θα διαβάσουν τις 24  ραψωδίες της οµηρικής «Ιλιάδας» στο  Εθνικό Θέατρο (φωτογραφική σύνθεση  των «ΝΕΩΝ»)
Είκοσι τέσσερις γυναίκες ηθοποιοί, το άνθος του θεάτρου µας, διαβάζει την «Ιλιάδα» του Οµήρου στην ολόφρεσκη µετάφραση του Δηµήτρη Μαρωνίτη
Λυδία Κονιόρδου, Στεφανία Γουλιώτη, Εύα Κοταµανίδου, Ρένη Πιττακή, Ράνια Οικονοµίδου, Φιλαρέτη Κοµνηνού, Κάτια Δανδουλάκη, Πέµη Ζούνη, Μαρία Κεχαγιόγλου, Λήδα Πρωτοψάλτη, Θέµις Μπαζάκα, Καρυοφυλλιά Καραµπέτη, Μάγια Λυµπεροπούλου, Μαρία Σκουλά, Δήµητρα Χατούπη, Μαρία Πρωτόπαππα, Λένα Κιτσοπούλου, Ελένη Κοκκίδου, Αννα Μάσχα, Λυδία Φωτοπούλου, Μαρία Ναυπλιώτου, Ρούλα Πατεράκη, Ολια Λαζαρίδου, Αµαλία Μουτούση.

Είκοσι τέσσερις γυναίκες ηθοποιοί µας. Ο ανθός του ελληνικού θεάτρου. Θα περάσουν φέτος από τη λαµπρή Αίθουσα Εκδηλώσεων του Κτιρίου Τσίλερ του Εθνικού. Επί είκοσι τέσσερις Πέµπτες – κάθε Πέµπτη και µια τους. Για να διαβάσουν – να ζωντανέψουν – µια ολόφρεσκη µετάφραση ενός από τους κορυφαίους φιλολόγους µας, του Δηµήτρη Μαρωνίτη: «Ιλιάδα» του Οµήρου.

Ο Δηµήτρης Μαρωνίτης κλείνει έτσι τον κύκλο της µετάφρασης των δύο οµηρικών επών (εκδ. Αγρα) – προηγήθηκε η «Οδύσσεια». «Ηταν ένα είδος µοίρας», λέει.

«Αρχισε από τη δεκαετία του ‘70, όταν ο Λίνος Πολίτης µε παρακίνησε να καταπιαστώ µε µία άλλου είδους µετάφραση του Οµηρου από αυτές των Καζαντζάκη - Κακριδή. Τη δεκαετία του ‘80, µε παρακίνηση του Θάνου Μικρούτσικου, ετοίµασα την Ε Ραψωδία της “Οδύσσειας” που διαβάσαµε µαζί µε τη Μάγια Λυµπεροπούλου το 1989 στο Φεστιβάλ Πάτρας, που τότε διηύθυνε ο Μικρούτσικος. Είχε µεγάλη επιτυχία. Ετσι ξεκίνησε η περιπέτεια της “Οδύσσειας” που κράτησε δέκα χρόνια.

Οταν µου λέγανε µετά να κάνω και την “Ιλιάδα”, το άκουγα σαν κάτι τρελό, µη εφικτό. Ξεκίνησα τελικά πριν από εξήµισι χρόνια. Στο µεταξύ υπήρξε και µια γενναιόδωρη χορηγία από το Ιδρυµα Κωστόπουλου. Διαφορετικά δεν θα µπορούσα να τα βγάλω πέρα οικονοµικά. Δούλεψα µε ένα ρυθµό που µε οδήγησε σ’ αυτό που θα µπορούσα να ονοµάσω εξόντωση. Τελείωσα την Ραψωδία Ω µόλις στις αρχές Οκτωβρίου και τώρα γράφω τα επιλεγόµενα.

Ο τίτλος που έδωσα στο σχέδιο του Εθνικού είναι “Ιλιάς εξ Ακοής” ενώ στα προλεγόµενα είναι “Ιλιάς εξ Επαφής”. Γιατί πίστευα πως αν δεν φτάσω στην αφή του κειµένου αυτό θα µε έσπρωχνε και δεν θα µε άφηνε να κάνω τίποτα µαζί του. Είναι τόσο ακατάδεκτο... Τα θέλει ή όλα ή τίποτα».

Με την «Ιλιάδα» ήταν πιο εύκολα τα πράγµατα επειδή είχατε βρει το κολάι µε την «Οδύσσεια»;
«Οχι. Διότι ενώ και τα δύο είναι έπη οµηρικά, πιθανόν του ίδιου ποιητή, µεταξύ τους είναι πολύ διαφορετικά. Η βασική τους διαφορά: η “Οδύσσεια” είναι ένα έπος που µας µεταδίδει, και µε άλλους ήρωες και µέσω του Οδυσσέα, τα πάθη και τα κατορθώµατά του που στο µεταξύ έχουν ξεπεραστεί και που τα διηγείται ο ίδιος ο Οδυσσέας µε όρους θα λέγαµε ασφαλείας. Οπως σε απόσταση ασφαλείας βρίσκεται και ο αναγνώστης - ακροατής που τα απολαµβάνει.

Στην “Ιλιάδα” τα πράγµατα είναι στην άλλη άκρη: γίνονται. Και δεν αφήνουν καµιά απόσταση ασφαλείας ούτε στο µεταφραστή ούτε στον αναγνώστη - ακροατή. Επίσης είναι ένα έπος πολύ πιο τολµηρό και στη σύλληψη του θέµατός του και στην πραγµάτευση και την πλοκή του».

Ο κύκλος της «Ιλιάδας» θα κλείσει την Πέµπτη 7 Απριλίου µε τον ίδιο τον Δηµήτρη Μαρωνίτη που δεν αποκαλύπτει τι ακριβώς θα κάνει _ «ας είναι έκπληξη».

gsarigiannis@dolnet.gr
ΙΝFΟ
Από αύριο και κάθε Πέµπτη (εκτός 4 Νοεµβρίου) έως τις 31 Μαρτίου στις 19.00,
στην Αίθουσα Εκδηλώσεων του Εθνικού Θεάτρου (Κτίριο Τσίλερ, Αγίου Κωνσταντίνου 22– 24, τηλ. 210-5288.170).
Εισιτήριο: 5 ευρώ

«Τα «µάταια» µε παρηγορούν»

«Κλασικές σπουδές, αρχαία ελληνική γραµµατεία, Οµηρος… στην Ελλάδα του 2010 και στο “αποκλεισµένο” κτίριο του Εθνικού δεν ηχούν ως ουτοπία;» ρωτώ τον Δηµήτρη Μαρωνίτη.

«Θα έλεγα κάτι παραπάνω. Οσο περνά ο καιρός αισθάνοµαι πως αυτές οι δουλειές είναι εξ ορισµού λίγο εις µάτην. Αυτό όµως είναι και το µεγαλείο τους. Και, τελικά το “εις µάτην” δεν µε πειράζει καθόλου, µε παρηγορεί θα έλεγα».

Τα σχέδιά του; Να ηρεµήσει. Εχει όµως και έναν καηµό. Να µεταφράσει τον «Αίαντα» του Σοφοκλή.

«Είναι τραγωδία που µε συνεπαίρνει περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη και των τριών τραγικών. Αν έχω το κουράγιο, θα προσπαθήσω. Διότι έχω πάρει και µια περίεργη φόρα. Και να ήθελα να το ρίξω λίγο έξω, το µυαλό είναι κολληµένο σε κάτι “εις µάτην” που είναι όµως τόσο απαραίτητο όσο και όλα τα µάταια πράγµατα στη ζωή µας».

Εκθεση Οι Μακεδόνες πάνε Οξφόρδη

Τα ευρήματα της πολύχρυσης ταφής της «Δέσποινας των Αιγών», που πέθανε γύρω στο 500 π.Χ., σπονδικές φιάλες, το πορτρέτο του Αλέξανδρου από την Πέλλα, το ιερατικό διάδημα του Φιλίππου Β΄, εντυπωσιακά υπολείμματα από τον νεκρικό οίκο (σιδερένια καρφιά, χάλκινες εφηλίδες και ρόπτρο), τα ασημένια αγγεία από τον τάφο του Φιλίππου Β΄ και του Αλεξάνδρου Δ΄, όπλα, κοσμήματα, σκεύη τουαλέτας αλλά και αντικείμενα με ιερό-συμβολικό χαρακτήρα, όπως τα πήλινα κεφάλια των θεϊκών και δαιμονικών ξοάνων που βρέθηκαν σε τάφους της συστάδας των βασιλισσών των Αιγών. Στο σύνολο 501 αρχαία αντικείμενα που θα ταξιδέψουν από τις Αιγές, τη μητρόπολη των αρχαίων Μακεδόνων, στο Μουσείο Ασμόλιαν του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης για μια έκθεση που θα παρουσιαστεί από τον Απρίλιο με τίτλο «Από τον Ηρακλή στον Αλέξανδρο: Ο μύθος των Μακεδόνων, ένα ελληνικό βασίλειο στα χρόνια της Δημοκρατίας- Θησαυροί από τις Αιγές, τη βασιλική μητρόπολη των Μακεδόνων».

Ο στόχος είναι, όπως λέει η υπεύθυνη για τη διοργάνωση της έκθεσης αρχαιολόγος δρ Αγγελική Κοτταρίδη, μιλώντας στο «Βήμα», «να πούμε στους επισκέπτες με τρόπο απτό και κατανοητό μια απλή αλλά μεγάλη αλήθεια:ότι το βασίλειο των Μακεδόνων δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένα από τα πολλά ελληνικά κρατίδια της Γεωμετρικής εποχήςτο οποίο, αντίθετα με άλλες πόλεις-κράτη της Αρχαιότητας, όπως η Αθήνα κυρίως, εκείνο διατήρησε δομές και παραδόσεις των ομηρικών χρόνων». Η ιδιαιτερότητα επομένως αυτής της έκθεσης είναι η ιστορική προσέγγιση του θέματος, παρά η αρχαιολογική.

Χρονολογικώς η έκθεση ξεκινά από το τέλος της Μυκηναϊκής εποχής. Ακολούθως δίδεται έμφαση στη Γεωμετρική (10ος- 8ος αιώνας) και με άξονα τους τημενίδες ηγεμόνες παρακολουθεί τις εξελίξεις των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων φθάνοντας ως τον γιο του Μεγαλέξανδρου, Αλέξανδρο Δ΄, ο οποίος έκλεισε τη γενιά του. Σημαντικό είναι ότι η μεγάλη πλειονότητα των αντικειμένων προέρχεται από τα θησαυροφυλάκια και τις αποθήκες του μουσείου ενώ, με εξαίρεση τα κοσμήματα της «Δέσποινας των Αιγών», δεν έχουν ποτέ παρουσιαστεί στο κοινό. Πολλά από αυτά άλλωστε είναι προϊόν ανασκαφών της τελευταίας εικοσαετίας, υπεύθυνη για τις οποίες ήταν η κυρία Κοτταρίδη.

Διάρκεια έκθεσης: 7 Απριλίου- 29 Αυγούστου 2011.

Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=4&artId=360552&dt=14/10/2010#ixzz12KUpR1dt

13 Οκτωβρίου 2010

Λέξεις και πράγματα

Λέξεις και πράγματα

Κυριακή 9 Μαΐου 2010
Στην παθολογία του εμφύλιου πολέμου ο Θουκυδίδης (Κερκυραϊκά 3,82-83) αποκαλύπτει, με ανατομική νηφαλιότητα, κοντά σε άλλα εμπράγματα συμπτώματα απάνθρωπης εμπάθειας, και σημασιολογικά πάθη κάποιων κρίσιμων λέξεων, όπου επιχειρείται και πραγματοποιείται εσκεμμένη διαστροφή ονομάτων και νοημάτων. Γράφει μεταξύ άλλων (μετάφραση Ελευθερίου Βενιζέλου):

«Αι πόλεις λοιπόν μαστιζόμεναι από στάσεις [...] κατήντησαν να μεταβάλλουν αυθαιρέτως την καθιερωμένη σημασίαν των λέξεων, δια των οποίων δηλούνται τα πράγματα. Τωόντι, η μεν παράλογος τόλμη εθωρήθη ως ανδρεία [...], η προνοητική διστακτικότης ως εύσχημος δειλία, η σωφροσύνη ως πρόσχημα ανανδρίας, η διά κάθε τι σύνεσις ως βραδυκινησία [...] Οι περισσότεροι τωόντι άνθρωποι επροτίμων να είναι αχρείοι και να ονομάζονται επιτήδειοι, παρά να είναι χρηστοί και να λέγονται ευήθεις [...] Αιτία όλων αυτών ήτο η δίψα της εξουσίας, την οποία γεννά η πλεονεξία, η φιλαρχία και το φατριαστικό πνεύμα».

Μπορεί να μην έχουμε φτάσει στο οριακό αυτό σημείο ως τακτικό μέλος της εύζωνης Ευρωπαϊκής Ενωσης, αλλά φαίνεται να το πλησιάζουμε, εξαιτίας της (εγκόσμιας και παγκόσμιας, οικονομικής και πολιτικής) κρίσης. Από την άποψη αυτή ωφέλιμη θα ήταν η σύνταξη λιλιπούτειου επίκαιρου λεξικού, με καμιά δεκαριά το πολύ λήμματα, όπου να συγκαταλέγονται οπωσδήποτε οι λέξεις: πτώχευση, και χρεοκοπία. Οι οποίες, με την καταχρηστική τους κυκλοφορία τον τελευταίο καιρό, προκαλούν, εκτός του πανικού, και εύλογη απορία ως προς το τι ακριβώς εννοούνκυρίως υπονοούν. Στο μεταξύ ευκταίο είναι να μην περιφρονηθούν κάποια εξ ορισμού αφελή ερωτήματα, του τύπου: Ισχύει ο συλλογισμός ότι, για να πτωχεύσει κάποιος, πρέπει να είναι (ή να υπήρξε) πλούσιος, έστω εύπορος; Οπότε οι φτωχοί δεν κινδυνεύουν, αφού γι΄ αυτούς δεν τίθεται θέμα πτώχευσης, απειλούνται όμως οι κατά το λεγόμενο έχοντες και κατέχοντες, και σ΄ αυτούς θα πρέπει να στρέφεται η συμπάθειά μας. Για τους πραγματικά φτωχούς χρειάζεται ίσως μια άλλη λέξη, που να δηλώνει την πραγματική τους κατάσταση, ώστε να μην αισθάνονται πως, επιπλέον της φτώχειας τους, εμπαίζονται. Εκτός και αν, για να λύσουμε το παράλογο της ταυτολογίας (πτωχεύει ο φτωχός) καταφύγουμε σε παραθετικά, σε δύο όμως ομόγλωσσες σειρές, για να μη μείνουν και οι πλούσιοι αδικημένοι. Πρώτη σειρά: φτωχοί, φτωχότεροι, πολύ φτωχοί. Δεύτερη σειρά: λίγο φτωχοί, ελάχιστα φτωχοί, καθόλου φτωχοί.

Εστω, δεχόμαστε ότι όλοι οι έλληνες πολίτες απειλούνται σήμερα με πραγματική ή φανταστική πτώχευση· αναλόγως. Τι συμβαίνει όμως με τη συνταγμένη (μήπως ασύντακτη;) πολιτεία μας, ή, όπως συνηθέστερα λέγεται και γράφεται, με τη χώρα μας; Πτωχεύει και αυτή; της κόβονται και αυτής επιδόματα; της ελαττώνονται μισθοί και σύνταξη; Τι ακριβώς εννοούμε, όταν λέμε ότι η χώρα, στο σύνολό της και εξ αδιαιρέτου, κινδυνεύει με πτώχευση; Μήπως πρόκειται τελικώς για σκόπιμη ακυριολεξία; Μήπως στην περίπτωσή της αρμόζει καλύτερα η λέξη «χρεοκοπία»; Αναγκαία λοιπόν η προσφυγή σε γενικά και ειδικά λεξικά. Περιορίζομαι στο οικειότερο και σεμνότερο λεξικό Τριανταφυλλίδη.

Προηγείται η «χρεοκοπία», το ερμήνευμα της οποίας έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Αντιγράφω επακριβώς: «1. παράνομη ή γενικά σκόπιμη πτώχευση: δόλια/ απλή. 2. ολοκληρωτική αποτυχία ενός πολιτικού/ μιας κυβέρνησης/ μιας ιδεολογίας». Περιττά τα πολλά σχόλια: συνώνυμη ενμέρει η «χρεοκοπία» της «πτώχευσης», διακρίνεται για τον παράνομο, σκόπιμο και ενίοτε δόλιο χαρακτήρα της, όταν μάλιστα εμφανίζεται στον χώρο της πολιτικής, της διακυβέρνησης και της ιδεολογίας.

Ελαφρώς σκανδαλιστικό είναι και το ερμήνευμα της λέξης «πτώχευση». Αντιγράφω και πάλι ακριβώς: «η κατάσταση μιας οικονομικής επιχείρησης, ιδίως εμπορικής, της οποίας η αδυναμία να αντεπεξέλθει στις οικονομικές της υποχρεώσεις διαπιστώθηκε από το αρμόδιο δικαστήριο και ανακοινώθηκε επίσημα/εικονική». Πού το πάω; Δεν το πάω, με πάει. Χρειάζεται ίσως μεγαλύτερη προσοχή στην υπεύθυνη τουλάχιστον χρήση των δύο αυτών όρων, όταν και όπου αυτοί διασπείρονται με επιθετική ή αμυντική πρόθεση. Αλλιώς προκύπτουν έντονες υποψίες για σκόπιμη ή άσκοπη παραπλάνηση, οι οποίες, αν ενεργοποιηθούν, είναι πιθανόν να προκαλέσουν έκρυθμες αντιδράσεις.

Υστερόγραφο: αν τα «σαδιστικά» μέτρα οικονομικής σταθεροποίησης πρόκειται όντως να κλιμακωθούν στα επόμενα δέκα χρόνια, όπως λέγεται και γράφεται επισήμως, τότε οι διάγοντες την οψιμότερη φάση της επίγειας ζωής τους θα πρέπει να τα συναποκομίσουν στον υπόγειο λάκκο τους. Μήπως μπορεί να ληφθεί γι΄ αυτούς κάποια ευνοϊκότερη πρόνοια; Το δικαίωμα έστω της προσωρινής αποχής, και βλέπουμε.


Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=72&artid=330613&dt=09/05/2010#ixzz12GSIbU00

Οι «ανώνυμοι» της Παιδείας

Tου Kωστα Λεονταριδη
Εχοντας φίλους εκπαιδευτικούς, συζητώ μαζί τους για να μαθαίνω εκ των έσω τα πράγματα στην Παιδεία, προσπαθώντας να κατανοήσω πού σταματάει η αλήθεια και που ξεκινάει η υπερβολή. Είναι πράγματι τόσο χάλια η εικόνα, όπως παρουσιάζεται κάθε χρόνο, με την ίδια μανιέρα από τα συνδικαλιστικά τους όργανα;
Οι φίλοι δεν έχουν υποταχθεί σε αυτό που ονομάζουμε απαξιωτικά «δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία» ούτε, όμως, τρέφουν αυταπάτες –όπως πολλοί άλλοι– ότι υπηρετούν κάποιο λειτούργημα. Συνεχίζουν να μελετούν, έχουν γνώση για το πώς εργάζονται οι συνάδελφοί τους στο εξωτερικό, ενδιαφέρονται αληθινά για τους μαθητές τους (χωρίς να τους παραδίδουν ιδιαίτερα μαθήματα κατ’ οίκον), έχουν άποψη για τα σχολικά βιβλία. Μερικά από αυτά, υποστηρίζουν, λες και είναι γραμμένα στο πόδι, λες και κανείς δεν τα έλεγξε πριν κυκλοφορήσουν στη μαθητική αγορά. Μιλούν για τις ανισότητες στην Παιδεία. Πάρε ένα μαθητή δημόσιου σχολείου, από φτωχή οικογένεια, αλλά ίσων δυνατοτήτων με ένα μαθητή με οικονομική άνεση, που μορφώνεται σε ένα καλό ιδιωτικό σχολείο. Πλην κραυγαλέων εξαιρέσεων, ο δεύτερος έχει σαφέστατο προβάδισμα. Αλλά και μεταξύ δημόσιων σχολείων υπάρχουν διαφορές: παίζει ρόλο σε ποια περιοχή βρίσκεται το σχολείο, ποια είναι η «σύνθεση» των μαθητών, το μεράκι και οι αντοχές καθηγητών. Οταν βρίσκονται στην ίδια τάξη παιδιά που έρχονται για χαβαλέ και παιδιά που πασχίζουν, αδικούνται όλες οι πλευρές. Αυτό που τονίζουν είναι ότι εδώ και πολλά χρόνια, τα παιδιά της Β΄ και της Γ΄ Λυκείου πηγαίνουν στο σχολείο για να μη μείνουν από απουσίες. Για όσους στοχεύουν στο πανεπιστήμιο (και οι γονείς τους μπορούν να πληρώνουν), το φροντιστήριο κάνει όλη τη δουλειά.
– Αρκετοί από εσάς δουλεύετε 10 - 15 ώρες την εβδομάδα, έχετε ανάπαυλα τριών μηνών τον χρόνο, η κοινωνία σάς θεωρεί προνομιούχους κι εσείς γκρινιάζετε συνέχεια, τσιγκλάω αυτούς τους ευσυνείδητους.
– Διορθώνουμε γραπτά στο σπίτι, διαβάζουμε και προετοιμαζόμαστε για την επόμενη ημέρα, είναι ώρες δουλειάς. Πόσοι ξέρουν ότι πολλοί εκπαιδευτικοί κάνουν τον λογιστή και τον γραμματέα στα σχολεία; Οι μισθοί μας είναι προσβλητικοί. Και καλά ο φιλόλογος, ο μαθηματικός, κάνουν ιδιαίτερα και συμπληρώνουν. Ο θεολόγος και ο γυμναστής πώς θα επιβιώσουν αξιοπρεπώς; Ναι, υπάρχουν συνάδελφοί μας που τα έχουν παρατήσει, κοιτάζοντας απλώς να περάσει το ωράριο, χωρίς να χαλάσουν τη ζαχαρένια τους.
Δεν ξέρω εάν υπήρξε υπουργός Παιδείας που ζήτησε από «ανώνυμους» καθηγητές να μεταφέρουν την ωμή αλήθεια της καθημερινότητας, π.χ. από ένα γυμνάσιο υποβαθμισμένης περιοχής στις παρυφές της Αθήνας. Θα ήταν καλό να το πράξει η νυν υπουργός Παιδείας εν όψει των φιλόδοξων κυοφορούμενων αλλαγών, μακριά από τηλεοπτικές κάμερες και χωρίς την «παρεμβολή» συμβούλων και συνδικαλιστών. Διαπιστώνοντας τις άλλες αθέατες αλήθειες, ίσως τολμήσει, επιπροσθέτως, γενναίες τομές.

Ρεκόρ τηλεθέασης Ελα να δούμε το «Νησί»...

λα να δούμε το «Νησί»...

3.550.524 τηλεθεατές παρακολούθησαν την πρεμιέρα της σειράς του Μega

ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΓΡΑΜΜΕΛΗ | Τετάρτη 13 Οκτωβρίου 2010


Εντυπωσιακά νούμερα τηλεθέασης, διθυραμβικά σχόλια και... διαδικτυακή υπερκινητικότητα συνόδευσαν την πρεμιέρα της σειράς «Το νησί» (Μega), προκαλώντας πολλές τηλεοπτικές καραμπόλες. Συγκεκριμένα, 3.550.524 τηλεθεατές παρακολούθησαν την πολυαναμενόμενη σειρά, επιφέροντας σημαντικές απώλειες στα αντίπαλα κανάλια και μάλιστα μια ημέρα όπου οι περισσότεροι πλάσαραν δυνατά χαρτιά και πρεμιέρες με... «χαμένες προσδοκίες». Ο τηλεοπτικός χάρτης άλλαξε σημαντικά καθώς με 61,7% συνολική τηλεθέαση το «Νησί» έσπρωξε σε κατρακύλα τους ριάλιτι αντιπάλους του «Νext top Μodel» και «Βig Βrother» οι οποίοι καταποντίστηκαν, σημειώνοντας ποσοστά τηλεθέασης μόλις 12,3% και 10,4% αντίστοιχα.


Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=4&artId=360298&dt=13/10/2010#ixzz12FBX8lUT

12 Οκτωβρίου 2010

«Ειμαι μια πολυ τυχερη μυθιστοριογραφος!»

Της Τίνας Μεσσαροπούλου
Αν περιμένετε με αγωνία να δείτε στη μικρή οθόνη το «Νησί» συνεπαρμένοι είτε από το ομότιτλο βιβλίο της Victoria Hislop είτε από είτε από τα τρέιλερ του MEGA, είτε πάλι και από τα δύο, τότε η μεγάλη στιγμή σχεδόν έφτασε, αφού από τη Δευτέρα στις 21.50, που κάνει πρεμιέρα η ακριβότερη παραγωγή στην ιστορία της ελληνικής τηλεόρασης, μας χωρίζουν μόλις λίγα 24ωρα. Για τη σειρά αλλά και τη συνεργασία της με το Μεγάλο Κανάλι απευθύνοντας ένα μεγάλο ευχαριστώ σε καθέναν από τους συντελεστές ξεχωριστά μίλησε η ίδια η συγγραφέας και μάλιστα σε σπαστά ελληνικά στην avant premiere του πρώτου επεισοδίου της σειράς που πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη το βράδυ στο Μέγαρο Μουσικής, παρουσία συντελεστών, δημοσιογράφων αλλά και διαφημιστών. Ο σύντομος χαιρετισμός της ξεκίνησε φυσικά με το λόγο που αρνήθηκε να δώσει τα δικαιώματα του βιβλίου στο Χόλιγουντ. «Στην πρώτη μου συνάντηση με τον Πέτρο Μπούτο που δεν ήταν και πολύ μακριά από εδώ του εξήγησα ότι θέλω να βρίσκομαι κοντά στην παραγωγή της σειράς. Ο Πέτρος, αντίθετα με τον παραγωγό του Χόλιγουντ, δεν είχε κανέναν ενδοιασμό». Η Hislop διευκρίνισε ότι η ιστορία είναι εντελώς φανταστική. Ωστόσο, υπήρξαν αληθινοί άνθρωποι πάνω σε αυτό το νησί που υπέφεραν από τη λέπρα. «Ήθελα να βεβαιωθώ ότι η μνήμη τους θα γινόταν σεβαστή». Φυσικά, δεν παρέλειψε να αναφέρει τον Μανόλη Φουντουλάκη, που υπέφερε από την ασθένεια της λέπρας για πάρα πολλά χρόνια, αλλά δυστυχώς έφυγε το Μάιο, σε ηλικία 86 ετών. Για το σκηνοθέτη Θοδωρή Παπαδουλάκη είπε ότι είναι ένας άνθρωπος με εξαιρετικό ταλέντο. Μάλιστα, δεν ήταν παρών στην προβολή γιατί βρισκόταν στην Κρήτη για δουλειά. Για τη Μιρέλλα Παπαοικονόμου, που υπογράφει τη διασκευή του σεναρίου, δήλωσε ότι έβαλε πολύ έξυπνα νέες καταστάσεις και σχέσεις. «Ένα πολύ ενδιαφέρον σημείο στη δουλειά της Μιρέλλας ήταν ότι έπρεπε να διαβάζει τα σχόλια του συγγραφέα. Αλλά είμαι σίγουρη ότι και εκείνη θα θυμάται τις φορές που μου τηλεφώνησε στην Αγγλία και με έβρισκε πολύ συγκινημένη με τις σκηνές που έχει γράψει». Η συγγραφέας του βιβλίου δεν παρέλειψε να εξάρει τόσο την παραγωγή όσο και τους ηθοποιούς. «Είναι σαν να βγήκαν από το μυαλό μου, στη συνέχεια εμφανίστηκαν στις σελίδες του βιβλίου μου και στο τέλος βρέθηκαν κοντά μας στην οθόνη». Όπως παρατήρησε η Hislop, αλλά όπως θα διαπιστώσετε ιδίοις όμμασι τη Δευτέρα, η σειρά μοιάζει πολύ περισσότερο με ταινία παρά με παραγωγή για την τηλεόραση. Από την κινηματογράφηση μέχρι τη σκηνογραφία, το μακιγιάζ και τα κοστούμια. Τη μουσική υπογράφει ο Μίνως Μάτσας, ενώ δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στον παραγωγό Νίνο Ελματζιόγλου λέγοντας πως η δέσμευσή του, και μάλιστα κάτω από αυτές τις συνθήκες οικονομικής κρίσης, να δημιουργήσει μία από τις μεγαλύτερες παραγωγές στην ιστορία της ελληνικής τηλεόρασης μοιάζει αυτές τις μέρες να είναι ακόμη πιο γενναία. Και παρόλο που το βιβλίο σχετίζεται με τη λέπρα, το «Νησί» είναι γεμάτο με χαρακτήρες που δεν τα παρατούν ποτέ. Είναι γεμάτοι με αισιοδοξία και ελπίδα. «Ίσως αυτά τα στοιχεία είναι τα πλέον κατάλληλα για τους τηλεθεατές αυτή τη χρονική περίοδο. Πιστεύω ωστόσο ότι καθρεφτίζουν και την τόλμη των παραγωγών. Είμαι μία πολύ τυχερή μυθιστοριογράφος!» είπε κλείνοντας.

"Το Νησί" - Πρεμιέρα Δευτέρα 11 Οκτωβρίου στις 21:50

"Το Νησί" - Πρεμιέρα Δευτέρα 11 Οκτωβρίου στις 21:50

Το Mega, πιστό στη δημιουργία τηλεοπτικών σειρών υψηλών προδιαγραφών, διασκευάζει για την τηλεόραση το βιβλίο «Το Νησί», της Victoria Hislop. Το βιβλίο έγινε διεθνές bestseller με 2.000.000 πωλήσεις εκ των οποίων 300.000 πραγματοποιήθηκαν στην Ελλάδα. Εκδόθηκε στην Αγγλία το 2005, στην Ελλάδα το 2007 καθώς και σε 23 ακόμη χώρες και μέσα σε 4 χρόνια κατάφερε να εκτοξευθεί στις λίστες των πιο επιτυχημένων μυθιστορημάτων παγκοσμίως. Οι πωλήσεις του βιβλίου συνεχίζονται με εκπληκτικούς ρυθμούς εντός και εκτός Ελλάδας.
Τη διασκευή του βιβλίου έχει αναλάβει η Μιρέλλα Παπαοικονόμου, μια σεναριογράφος με τεράστιες τηλεοπτικές επιτυχίες στο ενεργητικό της, ενώ τη σκηνοθεσία υπογράφει ο πολυβραβευμένος Χανιώτης σκηνοθέτης Θοδωρής Παπαδουλάκης.
Οι συντελεστές που συνεργάζονται στη συγκεκριμένη παραγωγή, εξασφαλίζουν το αρτιότερο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Η εικόνα αποτυπώνεται άριστα μέσα από τη ματιά του διευθυντή φωτογραφίας Βαγγέλη Κατριτζιδάκη. Ο σκηνογράφος Αντώνης Χαλκιάς και οι συνεργάτες του έφτιαξαν από την αρχή όλα τα σκηνικά, προκειμένου να αναπαραστήσουν πιστά την περίοδο από το 1939 έως το 1957. Η Ξανθή Κόντου και η Μαρία Κοντοδήμα, που υπογράφουν την ενδυματολογία, έκαναν έρευνα επί 8 μήνες για τα περίπου 2.000 κοστούμια, που θα χρησιμοποιηθούν στη σειρά. Ο Μίνως Μάτσας, ο οποίος έχει διαπρέψει στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, ντύνοντας με τις μελωδίες του κινηματογραφικές ταινίες, θεατρικές παραστάσεις και τηλεοπτικά προγράμματα, υπογράφει τη μουσική.
Τα γυρίσματα ξεκίνησαν τον Δεκέμβριο του 2009 και πραγματοποιούνται στην Κρήτη: Πλάκα, Σπιναλόγκα, Ελούντα, Άγιο Νικόλαο και αλλού, ενώ πραγματοποιήθηκαν γυρίσματα και στο Λονδίνο. Η προεργασία της παραγωγής ξεκίνησε αρκετό καιρό πριν την έναρξη των γυρισμάτων με την κατασκευή των σκηνικών, που πλαισιώνουν τους φυσικούς χώρους και την προετοιμασία των χιλιάδων κοστουμιών.
Τους χαρακτήρες της σειράς θα ζωντανέψει ένα πλήθος γνωστών και καταξιωμένων ηθοποιών: Στέλιος Μάινας (Γιώργης Πετράκης), Κατερίνα Λέχου (Ελένη Πετράκη), Γιούλικα Σκαφιδά (Μαρία Πετράκη), Ευγενία Δημητροπούλου (Άννα Πετράκη/Αλέξις Φίλντιγκ), Τάσος Νούσιας (Νίκος Παπαδημητρίου), Μαρία Πρωτόπαππα (Ευγενία Καπετανάκη), Αλέξανδρος Λογοθέτης (Νίκος Κυρίτσης), Αιμίλιος Χειλάκης (Μανόλης Βανδουλάκης), Φιλαρέτη Κομνηνού (Σοφία Φίλντινγκ), Γιάννης Στάνκογλου (Αντρέας Βανδουλάκης), Θόδωρος Κατσαφάδος (Πέτρος Κοντομάρης), Ορφέας Αυγουστίδης (Αντώνης Αγγελόπουλος), Ανίτα Κούλη (Φωτεινή Αγγελοπούλου), Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου (Χριστίνα Κρουσταλάκη),
Ντίνα Μιχαηλίδη (Σαβίνα Αγγελοπούλου), Γρηγόρης Ορφανουδάκης (Παύλος Αγγελόπουλος), Νίκος Ορφανός (Χρήστος Λαπάκης), Όλγα Δαμάνη (Φωτεινή Αγγελοπούλου σε μεγάλη ηλικία), Νεκτάριος Λουκιανός (Δημήτρης Λεμονιάς), Κατερίνα Μισιχρόνη (Ηλέκτρα Βλαχάκη), Μαργαρίτα Πανουσοπούλου (Καλλιόπη), Πέτρος Αλατζάς (Σταύρος Σολομωνίδης), Μανώλης Χουρδάκης (Θόδωρος Μακριδάκης), Μιχάλης Αεράκης (Αλέξανδρος Βανδουλάκης), Μελίνα Βαμβακά (Ελευθερία Βανδουλάκη), Μαρινέλλα Βλαχάκη (Ελπίδα Κοντομάρη), Δημήτρης Ξανθόπουλος (Βασίλης Καπετανάκης), Αντιγόνη Αλικάκου (Χαρίκλεια), Μαριάνθη Μενεγάκη (Αθηνά Μανάκη), Μάνος Πετούσης (Μιχάλης Κουρής), Χρόνης Σαπουτζάκης (Στέφανος), Διαμαντής Φαλέγγος (Μανωλιός), Δημήτρης Καλογεράκης (Γρηγόρης), Σωτήρης Δούβρης (Νίκος), Ράσμι Σούκουλη (Στέλλα), Νεφέλη Κουρή (Σοφία Βανδουλάκη στην ηλικία των 20), Γιώργος Ηλιάδης (Λάμπρος), Πέτρος Μαυροματίδης (Σπύρος Καζάκης), Οδυσσέας Σαβόπουλος (Κυριάκος), Στέλιος Βέργος (Στέλιος Βανδής), Κώστας Φραντζεσκάκης (Πάνος Σκλαβούνος), Μανώλης Κωνσταντακάκης (Καφετζής στην Πλάκα), Κλειώ Φανουράκη (Φρόσω Μανουσάκη), Λευτέρης Μποτονάκης (Στέφανος σε μεγάλη ηλικία), Dan Stevens (Ed), Μαρία Τσισμενάκη (Κατερίνα Λεμονιά), Σόλωνας Κατσικανδαράκης (Σωτήρης Λεμονιάς), Αντώνης Περαντωνάκης (Παράγοντας), Στέλιος Ψαρουδάκης (Φώτης στην ηλικία των 20), Δομίνικος Ταβερναράκης (Άντρας), Ίαν Χίσλοπ (Μάρκους), και τα παιδιά: Αναστασία Τσιλιμπίου (Μαρία Πετράκη), Μάνος Τσαγκαράκης (Δημήτρης Λεμονιάς), Ιφιγένεια Τζόλα (Άννα Πετράκη ), Ρενέ Τζόλα (Φωτεινή Αγγελοπούλου), Αντύπας Νταμοτσίδης (Αντώνης Αγγελόπουλος), Καλλίστη Μπερταχά (Ηλέκτρα), Δέσποινα Μαυροειδή/Εβελίνα Κουτουλάκη/Γεωργία Πριμιτάκη (Αθηνά), Μιλτιάδης Γιαβρίδης/Γιάννης Σφακιανός/Μανώλης Χρονάκης (Λευτέρης), Ορφέας Φιλιππάκης (Μανωλιός), Γιώργος Αμαραντίδης (Φώτης), Διαμαντένια Μπερταχά (Ζωή), Δέσποινα Κιαπέκου (Σοφία).
Μια ψυχρή ριπή ανέμου διέσχισε τα στενά δρομάκια της Πλάκας και η παγωνιά του φθινοπωρινού αέρα αγκάλιασε τη γυναίκα, παραλύοντας το κορμί και το νου της, προκαλώντας ένα μούδιασμα που σχεδόν εκμηδένισε τις αισθήσεις, αλλά δεν μπορούσε να κάνει τίποτα για να της απαλύνει τη θλίψη.
Καθώς περπατούσε με δυσκολία τα τελευταία λίγα μέτρα μέχρι την αποβάθρα, έγειρε βαριά στον πατέρα της. Το βάδισμά της έμοιαζε με ταλαιπωρημένης γριάς, που κάθε βήμα της προκαλεί διαπεραστικό πόνο. Αλλά ο δικός της ο πόνος δεν ήταν σωματικός. Το κορμί της ήταν τόσο δυνατό όσο και οποιασδήποτε νεαρής γυναίκας που είχε περάσει τη ζωή της αναπνέοντας τον καθαρό κρητικό αέρα.
Η μικρή βάρκα, φορτωμένη άτακτα με μπόγους που είχαν περίεργο σχήμα και ήταν δεμένοι με σχοινί, χόρευε στο θαλασσινό νερό. Ο άντρας, σκυφτός, ανέβηκε πάνω της αργά, και άπλωσε το χέρι του για να βοηθήσει την κόρη του.
Ο άντρας έλυσε τον κάβο -δεν υπήρχε τίποτα περισσότερο να ειπωθεί ή να γίνει- και το ταξίδι τους άρχισε. Δεν ήταν η αρχή μιας σύντομης διαδρομής για την παράδοση προμηθειών. Ήταν η αρχή ενός ταξιδιού χωρίς επιστροφή, με προορισμό το ξεκίνημα μιας καινούργιας ζωής. Μιας ζωής σε αποικία λεπρών. Της ζωής στη Σπιναλόγκα
Σπιναλόγκα: Βρίσκεται στη βόρεια είσοδο του κόλπου της Ελούντας, απέναντι από το χωριό Πλάκα. Άρχισε να οχυρώνεται το 1574, την περίοδο της Ενετοκρατίας και χρησιμοποιήθηκε για στρατιωτικούς σκοπούς. Μετά την κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους το 1649, η Σπιναλόγκα έμεινε στα χέρια των Ενετών μέχρι το 1715. Στη συνέχεια, στο νησί διαμορφώνεται σταδιακά ένας οικισμός αμιγώς οθωμανικός. Κατά τους πρώτους αιώνες της τουρκοκρατίας το φρούριο περιθωριοποιείται και χρησιμοποιείται ως τόπος εξορίας και απομόνωσης. Όμως, κατά το τέλος του 19ου αι., ο ρόλος του λιμανιού της Σπιναλόγκας αναβαθμίζεται καθώς αποκτά άδεια εξαγωγικού εμπορίου. Οι Τούρκοι φεύγουν από το νησί, όταν η Κρήτη ανακηρύχθηκε αυτόνομη το 1898. Η Σπιναλόγκα, από το 1903 χρησιμοποιήθηκε ως Λεπροκομείο, όπου οδηγήθηκαν εκεί όλοι οι λεπροί της Κρήτης που πρώτα βρίσκονταν απομονωμένοι σε μια περιοχή έξω από το Ηράκλειο. Αργότερα μεταφέρθηκαν και ασθενείς απ’ όλη την Ελλάδα. Τελικά, εγκαταλείφτηκε οριστικά, το 1957, όταν βρέθηκε η θεραπεία κατά της νόσου. Για αρκετά χρόνια έμεινε αναξιοποίητη αλλά σήμερα αποτελεί σημαντικό πολιτιστικό μνημείο και τουριστικό αξιοθέατο.
Γιώργης Πετράκης (Στέλιος Μάινας)
Ο Γιώργης κατοικεί στην Πλάκα, ένα όμορφο ψαροχώρι. Με την αγαπημένη γυναίκα του την Ελένη και τις δύο κόρες του, την Μαρία και την Άννα έχουν μία οικογένεια ζηλευτή. Ο Γιώργης είναι ψαράς αλλά για να συμπληρώσει το λιγοστό εισόδημά του μεταφέρει προμήθειες απέναντι, στο νησί της Σπιναλόγκας. Η μοίρα θα σταθεί σκληρή μαζί του: θα τον αναγκάσει να μεταφέρει ο ίδιος στην Σπιναλόγκα, στην αποικία των λεπρών, αρχικά την Ελένη και στη συνέχεια κάποιο άλλο πολυαγαπημένο του πρόσωπο… Παρά τα χτυπήματα της ζωής, ο Γιώργης διατηρεί την ελπίδα ζωντανή ακόμα κι όταν όλα τριγύρω μοιάζουν να σκοτεινιάζουν. Θα πορευτεί με αξιοπρέπεια και ευαισθησία δίνοντας πάντα στους γύρω του μαθήματα δύναμης κι αντοχής…
Ο Γιώργης είχε πάει στη Σπιναλόγκα χίλιες φορές, αλλά δεν είχε φανταστεί ποτέ ότι θα έκανε το συγκεκριμένο ταξίδι για να μεταφέρει τη γυναίκα του, την Ελένη. «Πρέπει να το κάνω», έλεγε στον εαυτό του, σαν να ήταν ένα ακόμη φυσιολογικό ταξίδι. Στα χίλια δρομολόγια, που είχε ήδη κάνει, θα ερχόταν να προστεθεί αυτό και άλλα χίλια.
Ελένη Πετράκη (Κατερίνα Λέχου)
Η Ελένη Πετράκη, η γυναίκα του Γιώργη, είναι δασκάλα στην Πλάκα. Αγαπάει τα παιδιά και τη διδασκαλία και προσπαθεί πάντα για το καλύτερο. Όταν μαθαίνει ότι πάσχει από λέπρα και μεταφέρεται στη Σπιναλόγκα, δεν χάνει την αισιοδοξία της. Συνεχίζει να διδάσκει τα παιδιά του νησιού, παρά τις αντιδράσεις κάποιων κατοίκων. Οι συναντήσεις με τον Γιώργη τής δίνουν θάρρος για να συνεχίσει, η αγάπη τους είναι το φάρμακο για να μπορέσει ν’ αντέξει… Η Ελένη αποδεικνύει ότι ακόμα κι όταν κάποιες μάχες είναι γραφτό να χαθούν, αυτό που αξίζει είναι οι μνήμες της δοτικότητας, της προσφοράς, της φροντίδας. Κι η Ελένη είναι η προσωποποίηση αυτών των αρετών. Ψηλή και όμορφη σα λυγαριά, θα σταθεί και θα αντιμετωπίσει κατάματα και γενναία ό,τι της επιφυλάσσει η μοίρα…
Για την Ελένη, η διδασκαλία ήταν ιερή υποχρέωση, και ο ενθουσιασμός της απλωνόταν στα παιδιά σαν φλόγα. «Αν το αγαπήσουν θα το μάθουν», ήταν το σύνθημά της.
Μαρία Πετράκη (Αναστασία Τσιλιμπίου-Γιούλικα Σκαφιδά)
Η Μαρία, η κόρη του Γιώργη και της Ελένης, είναι ήσυχη, υπομονετική κι ευγενική. Άνθρωπος της προσφοράς, όπως η μητέρα της,  αναλαμβάνει να σταθεί στο πλευρό του πατέρα και της αδερφής της και να γεμίσει το κενό της απουσίας της Ελένης από το σπίτι. Το χτύπημα της μοίρας έρχεται βαρύ για την ευαίσθητη ψυχή της Μαρίας αλλά με την πάροδο των χρόνων, το φως θα ξανάρθει στη ζωή της όταν γνωρίσει κι αγαπήσει τον Μανόλη. Αλλά η Μαρία δεν έχει φτάσει ακόμα σε απάνεμο λιμάνι, αφού το πεπρωμένο τής επιφυλάσσει κι άλλο πόνο, κι άλλες δοκιμασίες αλλά και μιαν άλλη, μεγαλύτερη και πιο αληθινή αγάπη…
Εκείνη η νύχτα ήταν η πιο δύσκολη που είχε περάσει ποτέ η Μαρία. «Τι θα κάνω;» είπε σιγανά, με τα δάκρυα να τρέχουν τώρα στα μάγουλά της.
Νίκος Κυρίτσης (Αλέξανδρος Λογοθέτης)
Ο Νίκος Κυρίτσης, γιατρός στο νοσοκομείο του Ηρακλείου, είναι φίλος του Χρήστου Λαπάκη. Ξεκινά να επισκέπτεται τη Σπιναλόγκα, στα πλαίσια μιας έρευνας για τη θεραπεία της λέπρας. Προσφέρει τη βοήθειά του στον Λαπάκη και υποβάλλουν τους ασθενείς στα πειραματικά φάρμακα. Όταν γνωρίζει τη Μαρία, το ενδιαφέρον του, εκτός από επαγγελματικό, γίνεται και προσωπικό. Ο Κυρίτσης φέρνει τη θεραπεία της λέπρας και κερδίζει την καρδιά της Μαρίας…
Η Μαρία άρχισε να περιμένει με ανυπομονησία τις ημέρες που ερχόταν ο Κυρίτσης. «Δεν υπήρξε ποτέ καμία που να με έκανε να αισθανθώ όπως εσύ. Δέχεσαι να με παντρευτείς;»
Άννα Πετράκη (Ιφιγένεια Τζόλα-Ευγενία Δημητροπούλου)
Η Άννα, η μικρότερη κόρη του Γιώργη και της Ελένης, ήταν πάντοτε αυθόρμητη, απείθαρχη, μερικές φορές ανεξέλεγκτη… Όταν η μητέρα της φεύγει για τη Σπιναλόγκα, τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο δύσκολα, αντιδρά σε όλα και δεν κάνει καμιά προσπάθεια να στηρίξει τον πατέρα και την αδερφή της. Ονειρεύεται να φύγει από το χωριό και την φτώχια των κατοίκων του και να ζήσει τη μεγάλη ζωή. Και το καταφέρνει, όταν γνωρίζει και παντρεύεται το γιο του μεγαλοκτηματία της περιοχής. Ζει μέσα στα πλούτη, αλλά η ανικανοποίητη όρεξή της για ζωή θα την οδηγήσει σε μονοπάτια επικίνδυνα, με ολέθρια αποτελέσματα για όλους…
«Δεν πρόκειται να το φάω αυτό!» στρίγκλισε, πετώντας το πιρούνι της στο πιάτο με το βραστό αρνί. «Ούτε πεινασμένο ζώο δεν θα το 'τρωγε!». Ήταν η τρίτη νύχτα που δεν είχε φάει τίποτα, μόνο ψωμί.
Μανόλης Βανδουλάκης (Αιμίλιος Χειλάκης)
Ο Μανόλης είναι ανιψιός του Αλέξανδρου Βανδουλάκη, γιος του νεκρού αδερφού του. Με τον Αντρέα μεγαλώνουν μαζί, σαν αδέρφια, αν και οι χαρακτήρες τους είναι τελείως διαφορετικοί. Ο Μανόλης έχει ελεύθερο πνεύμα και γρήγορα εγκαταλείπει την Κρήτη για να ταξιδέψει, ξοδεύοντας την περιουσία του πατέρα του. Γυρίζει στην πατρίδα του και στην οικογένειά του. Αρραβωνιάζεται τη Μαρία, αλλά παραμονές του γάμου χωρίζουν... Τα αισθήματά του γρήγορα βρίσκουν άλλον αποδέκτη, την Άννα, αδερφή της πρώην αρραβωνιαστικιάς του και γυναίκα του ξαδέρφου του…
Ο Μανόλης ήταν ένας νέος με ελεύθερο πνεύμα και είχε περάσει τα τελευταία δέκα χρόνια κυρίως στην ηπειρωτική Ελλάδα, σπαταλώντας μια σημαντική κληρονομιά. Είχε αποφασίσει να ζει την κάθε μέρα σαν να ήταν η τελευταία του.
Αντρέας Βανδουλάκης (Γιάννης Στάνκογλου)
Ο Αντρέας είναι γιος του Αλέξανδρου Βανδουλάκη, του πλούσιου κτηματία της περιοχής. Όταν γνωρίζει την Άννα γοητεύεται και γρήγορα ξεπερνά όλα τα εμπόδια και της κάνει πρόταση γάμου. Ο γάμος τους έχει όλα όσα θα έπρεπε για να είναι ευτυχισμένος εκτός ίσως από το πιο σημαντικό: τον αληθινό έρωτα. Η Άννα αισθάνεται εγκλωβισμένη σ’ αυτόν, ο Αντρέας δεν μπορεί να παρακολουθήσει τα ταξίδια του μυαλού και της καρδιάς της γυναίκας του… Και μένει αμέτοχος και απαθής μέχρι που η αποκάλυψη της τρομερής αλήθειας θα τον κάνει να αντιδράσει με τρόπο που θα καθορίσει το μέλλον όλων…
«Θέλει καμιά να χορέψει;» ρώτησε τα κορίτσια με άνεση, κοιτώντας απευθείας την Άννα. Ο Αντρέας κρατούσε την Άννα κοντά του. Η Άννα ήταν τέλεια.
Σοφία Φίλντινγκ (Δέσποινα Κιαπέκου-Νεφέλη Κουρή-Φιλαρέτη Κομνηνού)
Η Σοφία είναι η κόρη της Άννας. Παντρεμένη με τον Μάρκους, ζει χρόνια στην Αγγλία και δεν κοιτάζει πίσω. Η οικογένειά της γνωρίζει την καταγωγή της αλλά τίποτα άλλο. Η Σοφία αποφάσισε σε νεαρή ηλικία να κόψει τις γέφυρες με το παρελθόν της, ένα παρελθόν με το οποίο δεν συμφιλιώθηκε ποτέ. Κλειστός άνθρωπος, κουβαλά σιωπηλά τα βάρη επιλογών που δεν ήταν οι δικές της. Θυμώνει όταν η κόρη της, η Αλέξις θα τινάξει στον αέρα μια εξαιρετική προοπτική ζωής,  χωρίς προφανή λόγο και ανησυχεί για το τι θα προκύψει από την επίσκεψη της νεαρής στην πατρίδα της…
«Ακούω! Γιατί χωρίσατε;.. Εσείς λέγατε, θα παντρευτείτε!.. Και πού θα πας;.. Μ’ έχεις εκνευρίσει πάρα πολύ, Αλέξις!..»
Αλέξις Φίλντινγκ (Ευγενία Δημητροπούλου)
Η Αλέξις, είναι η κόρη της Σοφίας, η δισέγγονη της Ελένης, της σπουδαίας δασκάλας της Πλάκας και της Σπιναλόγκας… Η τελευταία μιας σειράς σημαντικών γυναικών, που άφησαν το σημάδι τους στην εποχή τους και καθόρισαν την πορεία των πραγμάτων με την παρουσία τους. Η νεαρή Αλέξις αποφασίζει να πάει στον τόπο καταγωγής της μητέρας της και να ψάξει η ίδια για τις ρίζες της, να δει πού μεγάλωσε η Σοφία, να γνωρίσει ανθρώπους που έζησαν με τη μητέρα της, τη γιαγιά της και τον παππού της…
«… η μαμά μου δεν θέλει να μιλάει πολύ για τη ζωή της στην Ελλάδα… Δεν ξέρω γιατί…»


Φωτεινή Αγγελοπούλου (Ρενέ Τζόλα-Ανίτα Κούλη-Όλγα Δαμάνη)
Η Φω τεινή είναι η καλύτερη φίλη της Μαρίας. Μεγαλώνουν μαζί, αφού η Ελένη και η μητέρα της Φωτεινής, η Σαβίνα, είναι φίλες. Μοιράζονται τα πάντα, από το φαγητό στο σπίτι μέχρι τα κρυφά τους μυστικά. Όταν η Μαρία φεύγει από την Πλάκα, η Φωτεινή δεν την εγκαταλείπει. Την επισκέπτεται συχνά και είναι τα μάτια και τ’ αυτιά της. Είναι αυτή που της θυμίζει την παλιά ζωή της. Η Φωτεινή είναι ο άνθρωπος που ξετυλίγει την ιστορία της οικογένειας Πετράκη στην Αλέξις…
«Η Μαριώ μου!.. Το γλυκύτερο πλάσμα του κόσμου! Για το χωριό εδώ σου έχει μιλήσει;.. Για το Νησί, σου ‘χει πει;»


Σαβίνα Αγγελοπούλου (Ντίνα Μιχαηλίδη)
Η Σαβίνα είναι φίλη της Ελένης. Όταν η δεύτερη μεταφέρεται στη Σπιναλόγκα, ουσιαστικά γίνεται η μητέρα της Μαρίας και της Άννας. Μαζί με τα παιδιά της, την Φωτεινή και τον Αντώνη, μεγαλώνει και τα κορίτσια της φίλης της. Κάνει ό,τι μπορεί για να τους προσφέρει ό,τι και η μητέρα τους από ένα πιάτο σπιτικό φαγητό μέχρι συμβουλές νοικοκυριού…
Όταν η βάρκα του Γιώργη έφυγε μεταφέροντας την Ελένη στην αποικία των λεπρών, οι τελευταίοι που γύρισαν την πλάτη και έφυγαν από την πλατεία της Πλάκας, ήταν μια γυναίκα περίπου στην ηλικία της Ελένης κι ένα κορίτσι. Η γυναίκα ήταν η Σαβίνα Αγγελοπούλου, η οποία είχε μεγαλώσει μαζί με την Ελένη, και το κορίτσι ήταν η κόρη της, η Φωτεινή.
Αντώνης Αγγελόπουλος (Αντύπας Νταμοτσίδης-Ορφέας Αυγουστίδης)
Είναι γιος της Σαβίνας και μεγαλώνει μαζί με την Άννα και τη Μαρία. Ανυπόμονος και παθιασμένος, γίνεται μέλος της Αντίστασης κατά τη διάρκεια του πολέμου με τους Γερμανούς. Όταν επιστρέφει, ερωτεύεται την Άννα και εκείνη αρχικά ανταποκρίνεται, δίνοντάς του ελπίδες. Γρήγορα όμως οι ελπίδες του χάνονται, όταν εκείνη παντρεύεται κάποιον άλλον…
«Έχω ένα γράμμα για σένα», είπε ο Αντώνης στην Άννα. «Είναι από τον Αντρέα Βανδουλάκη», είπε και τα μάτια της κοπέλας μεγάλωσαν από ολοφάνερο ενθουσιασμό.


Πέτρος Κοντομάρης (Θόδωρος Κατσαφάδος)
Ο Πέτρος Κοντομάρης είναι ο εκλεγμένος αρχηγός της Σπιναλόγκας. Με τα λίγα μέσα, που διαθέτει, προσπαθεί να βελτιώσει τη ζωή των κατοίκων του νησιού, προσφέροντάς τους μία αξιοπρεπή διαβίωση και, για τους περισσότερους από αυτούς, έναν αξιοπρεπή θάνατο. Κάνει όλα όσα είναι ανθρωπίνως δυνατά για το νησί και τους κατοίκους του, αλλά αυτοί θέλουν πάντα περισσότερα. Η υγεία του εξασθενεί και δεν προλαβαίνει να δει την αναχώρηση των θεραπευμένων λεπρών και την επιστροφή τους στα σπίτια τους…
Ο άντρας, που υποδέχτηκε την Ελένη και τον Δημήτρη στη Σπιναλόγκα ήταν ο Πέτρος Κοντομάρης, ο αρχηγός του νησιού. Κόντευε τα εξήντα, όπως και η γυναίκα του, αλλά η υγεία του εξασθενούσε. Η λέπρα είχε αρχίσει να κερδίζει τη μάχη, με τρόπαιο το κορμί του.
Ελπίδα Κοντομάρη (Μαρινέλλα Βλαχάκη)
Η Ελπίδα είναι η γυναίκα του Πέτρου Κοντομάρη. Ζει στη Σπιναλόγκα μαζί με τον άντρα της και τον στηρίζει σωματικά και ψυχολογικά στις προσπάθειές του για τη βελτίωση της ζωής των κατοίκων. Είναι ο δεύτερος άνθρωπος, που η Ελένη γνωρίζει στο νησί και αυτή που θα τη βοηθήσει να προσαρμοστεί στην καθημερινότητα και τις δυσκολίες της ζωής στη Σπιναλόγκα. Είναι ο άνθρωπος που βρίσκεται δίπλα στην Ελένη, όταν η δεύτερη πεθαίνει…
Η Ελπίδα είχε δει τεράστιες αλλαγές από τότε που έφτασε, και οι πιο πολλές είχαν επιτευχθεί από τις προσπάθειες του άντρα της. «Μη φοβάσαι να κλάψεις», είπε ευγενικά η Ελπίδα στην Ελένη. «Τα δάκρυα ρέουν άφθονα στη Σπιναλόγκα».
Χριστίνα Κρουσταλάκη (Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου)
Είναι η δασκάλα της Σπιναλόγκας. Γυναίκα σκληρή σαν πέτρα. Το μεγαλύτερο κακό που της έχει κάνει η αρρώστια είναι ότι έχει σκοτώσει κάθε στοιχείο ανθρωπιάς και καλοσύνης μέσα της. Η πειθαρχία, που θέλει να επιβάλλει στα παιδιά, είναι αμείλικτη και δίχως έλεος. Η έντονη διαφωνία της με την Ελένη σύντομα μετατρέπεται σε αστείρευτο μίσος…
Η πρώτη πραγματικά δυσάρεστη συνάντηση που είχε στο νησί ήταν με τη Χριστίνα Κρουσταλάκη, τη γυναίκα η οποία διηύθυνε το σχολείο. "Είναι άχρηστη δασκάλα, που δεν δίνει δεκάρα για τα παιδιά και ξέρει ότι αυτή τη γνώμη έχω για κείνη", απάντησε η Ελένη.



Νίκος Παπαδημητρίου (Τάσος Νούσιας)
Ο Νίκος Παπαδημητρίου είναι δικηγόρος, ο οποίος φτάνει στη Σπιναλόγκα, μαζί με άλλους λεπρούς από την Αθήνα. Δυναμικός, δημοφιλής και αντιδραστικός πέφτει από τα σύννεφα, όταν διαπιστώνει τις συνθήκες διαβίωσης που επικρατούν στο νησί. Όταν η υγεία του  προέδρου της Σπιναλόγκας, Πέτρου Κοντομάρη, εξασθενεί, ο Παπαδημητρίου παίρνει τα ηνία στα χέρια του και εκλέγεται νέος πρόεδρος. Βάζει όλη την ενεργητικότητά του αλλά και τις γνωριμίες του από την Αθήνα και σύντομα οι κάτοικοι του νησιού απολαμβάνουν προνόμια που ούτε στα πιο τρελά τους όνειρα δεν φαντάζονταν…
«Ο καθένας σε αυτό το νησί είναι πολίτης της Ελλάδας», επέμενε. «Όλοι έχουν δικαιώματα και να με πάρει ο διάολος αν δεν αγωνιστώ γι’ αυτούς». Οι άντρες τον σέβονταν για όσα είχε πετύχει σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα και οι γυναίκες τον ευγνωμονούσαν· σύντομα έφτασε να απολαμβάνει ένα είδος λατρείας ήρωα.
Ευγενία Καπετανάκη (Μαρία Πρωτόπαππα)
Η Ευγενία είναι καλή φίλη της Ελένης και φουρνάρισσα της Πλάκας… Η ζωή της στο χωριό είναι δύσκολη, αλλά παρηγοριά κι ελπίδα της είναι τα δυο της παιδάκια. Κοινή η μοίρα της με αυτή της Ελένης, θα την ακολουθήσει απέναντι στο Νησί με την καρδιά της κομμάτια, όταν η αρρώστια χτυπήσει την πόρτα της. Πολλά την περιμένουν εκεί, στο καινούργιο της σπίτι, στον τόπο της εξορίας. Βάσανα, πόνος, κακουχίες αλλά κι ένας ξαφνικός, μεγάλος, συγκλονιστικός έρωτας με έναν άνθρωπο άξιο να δώσει πνοή ακόμα κι εκεί όπου ο θάνατος έχει στήσει καρτέρι…
«Τι όμορφα που τραγουδάς!». «Μ’ αρέσει πολύ αυτό το τραγούδι. Έχει ωραία λόγια… Κοιτάζονται για λίγο στα μάτια κι αυτός παίρνει το θάρρος να την πλησιάσει και της δίνει ένα φιλί. Η Ευγενία σαστίζει αλλά παρασύρεται και τον φιλάει.
Χρήστος Λαπάκης (Νίκος Ορφανός)
Ο Χρήστος Λαπάκης είναι ο γιατρός, που επισκέπτεται τους ασθενείς στη Σπιναλόγκα, στην αρχή περιστασιακά και στη συνέχεια σε μόνιμη βάση. Είναι ο μόνος, που δέχεται να κάνει κάτι τέτοιο. Με τα πενιχρά μέσα, που διαθέτει το νοσοκομείο του νησιού, ο γιατρός κάνει τα πάντα για να απαλύνει τον πόνο των ασθενών του. Δεν μπορεί να τους προσφέρει θεραπεία, μπορεί όμως να τους προφέρει αγάπη…
Ο Λαπάκης περνούσε τον καιρό του στη Σπιναλόγκα θεραπεύοντας πληγές και δίνοντας συμβουλές στους ασθενείς του για όλες τις επιπλέον προφυλάξεις που μπορούσαν να πάρουν, αλλά και για το ότι η άσκηση θα μπορούσε να τους βοηθήσει.
Δημήτρης Λεμονιάς (Μάνος Τσαγκαράκης-Νεκτάριος Λουκιανός)
Ο Δημήτρης ε ίναι μαθητής της Ελένης και αρρωσταίνει και κείνος από λέπρα. Οι κάτοικοι της Πλάκας τον κατηγορούν ότι εκείνος κόλλησε τη δασκάλα του χωριού. Η Ελένη φεύγει με τον Δημήτρη για τη Σπιναλόγκα και μένουν μαζί. Μέχρι στιγμής ήταν η δασκάλα του, τώρα όμως θα γίνει και η μητέρα του. Τον μεγαλώνει και του μεταδίδει όλες τις γνώσεις της με αποτέλεσμα ο Δημήτρης να γίνει αυτός ο δάσκαλος των παιδιών της Σπιναλόγκας…
Την ημέρα, που η Ελένη έφευγε για την Σπιναλόγκα, οι κάτοικοι της Πλάκας, έλεγαν αντίο και σε έναν μικρό φίλο: τον εννιάχρονο Δημήτρη, οι γονείς του οποίου είχαν κάνει τα πάντα για ένα χρόνο προκειμένου να κρατήσουν μυστικά τα συμπτώματα της αρρώστιας του.
Ηλέκτρα Βλαχάκη (Καλλίστη Μπερταχά-Κατερίνα Μισιχρόνη)
Η όμορφη, ζωντανή και τρυφερή Ηλέκτρα συντροφεύει τον Δημήτρη στα παιδικά παιχνίδια κι αργότερα γίνεται σύντροφος ζωής. Ένας έρωτας βαθύς και ανιδιοτελής, μία αγάπη ιδανική και σπάνια, που ανθίζει για χρόνια σ’ ένα δύσκολο κι απειλητικό περιβάλλον. Η Ηλέκτρα καταφέρνει να αποδείξει ότι το κακό χάνει τη δύναμή του μπροστά στην ανθρωπιά και την καλοσύνη. Ο άρρηκτος δεσμός της με τον Δημήτρη, φωτίζει όλη την ιστορία του Νησιού, εμπνέοντας τους γύρω τους και βοηθώντας τους να αγωνιστούν μέχρι τέλους για το δικαίωμα στην ευτυχία…
« -Όποιος θέλει κάτι πολύ, το καταφέρνει…»

Η Αλέξις είπε στη μητέρα της: «Όταν κάθισα και άκουσα την Φωτεινή να περιγράφει την οικογένειά σου και το τι πέρασε, αυτό που μου έκανε πραγματικά εντύπωση ήταν το πόσο δυνατά αγαπούσε ο ένας τον άλλον. Και η αγάπη αυτή κράτησε στην αρρώστια και στην υγεία, στα πολλά και στα λίγα, μέχρι που τους χώρισε ο θάνατος…»
Όλες τις δεκαετίες από τότε που η Σοφία γύρισε την πλάτη της στους ανθρώπους και στο μέρος όπου μεγάλωσε, δεν είχε αντιληφθεί τα πράγματα τόσο καθαρά. Η κόρη της την είχε κάνει να δει τους προγόνους της σαν να ήταν πρόσωπα ενός δράματος. Στο τέλος, δεν διέκρινε ταπείνωση, αλλά ηρωισμό, όχι προδοσία αλλά πάθος, όχι λέπρα αλλά αγάπη…
Τα πάντα βρίσκονταν στο φως τώρα, οι πληγές είχαν εκτεθεί στον αέρα, κι επιτέλους υπήρχε η πιθανότητα να γιατρευτούν. Δεν υπήρχε καμιά ντροπή σε όλα αυτά. Δεν είχε πλέον τίποτα να κρύψει, και για πρώτη φορά σε είκοσι πέντε χρόνια τα δάκρυά της κύλησαν ελεύθερα…



Τα αποσπάσματα με πλάγια γράμματα προέρχονται από το βιβλίο «Το Νησί» της Victoria Hislop και από το σενάριο της Μιρέλλας Παπαοικονόμου.
Η Ιστορία
«Το Νησί» ξεκινά με το ταξίδι της νεαρής αρχαιολόγου της Αλέξις στην Κρήτη, πατρίδα της μαμάς της και την προσπάθειά της να μάθει για την οικογένεια της. Η διήγηση μιας ντόπιας την γυρίζει πίσω στο 1993 όπου η περιοχή μαστιζόταν από την ασθένεια της λέπρας και οι χανσενικοί εξορίζονταν στη Σπιναλόγκα.
Η ιστορία ξεκινά το 1939 και φτάνει έως το 2001, βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα που αφορούν τη ζωή των κατοίκων της Πλάκας και της Σπιναλόγκας, οι οποίοι έρχονται αντιμέτωποι με τη νόσο του Χάνσεν (της Λέπρας).
Ο αγώνας των λεπρών της Σπιναλόγκας για επιβίωση και για καλύτερες συνθήκες ζωής, πλέκεται αριστουργηματικά με τον αγώνα τον κατοίκων της Πλάκας ενάντια στο κοινωνικό στίγμα, που άφηνε η νόσος, όταν χτυπούσε το μέλος μιας οικογένειας.
Από τη μια αναπαριστάται η ιστορία των κατοίκων της Πλάκας που πρέπει να κρατήσουν μυστική την ασθένεια, να αντιμετωπίσουν το χαμό των δικών τους ανθρώπων, αλλά και να συνεχίσουν τη ζωή τους για χάρη των παιδιών τους.
Από την άλλη, στην απέναντι όχθη, στην Σπιναλόγκα, οι μελλοθάνατοι Κρητικοί και Αθηναίοι Χανσενικοί, απομονωμένοι και «φυλακισμένοι» πάνω στο νησί, έχουν να αντιμετωπίσουν αρχικά τεράστιες δυσκολίες καθημερινής επιβίωσης, καταφέρνουν ωστόσο να ξεπεράσουν τα προβλήματα, ευημερούν, παντρεύονται και κάνουν παιδιά, καλλιεργούν, κάνουν εμπόριο, συνεχίζουν να δημιουργούν και να ζουν.
Το πλέξιμο των παράλληλων ιστοριών πόνου και ελπίδας, δακρύων και γέλιου, ζωής και θανάτου, αποφέρει ένα δραματουργικό τηλεοπτικό αποτέλεσμα που καθηλώνει το θεατή. Πρόκειται για μια τηλεοπτική σειρά που υμνεί την αγάπη και την ελπίδα για τη ζωή.
Παρασκήνιο:
  • Όλοι οι ηθοποιοί ανεξαιρέτως πέρασαν από ένα ή περισσότερα δοκιμαστικά.
  • Τα γυρίσματα της σειράς θα ξεδιπλωθούν σε 26 επεισόδια.
  • Τα γυρίσματα γίνονται εξ’ ολοκλήρου στην Κρήτη, Πλάκα, στην Σπιναλόγκα, στην Ελούντα και στα Χανιά.
  • Τα γυρίσματα στην Σπιναλόγκα ξεκίνησαν τον Δεκέμβριο και ολοκληρώθηκαν τον Μάρτιο.
  • Οι πρωταγωνιστές κατά την διάρκεια των γυρισμάτων στην Σπιναλόγκα έμεναν μόνιμα στην Κρήτη
  • Οι πρωταγωνιστές της σειράς έχουν αποκλείσει οποιαδήποτε άλλη επαγγελματική δραστηριότητα
  • Οι πρωταγωνιστές που παίζουν τους λεπρούς, μελέτησαν βιβλία και ήρθαν σε επαφή με ανθρώπους είχαν σχέση με τη Σπιναλόγκα ή τη λέπρα.
  • Από τις πιο συγκλονιστικές εμπειρίες τους ήταν η επαφή τους με τον πρώην ασθενή Μανώλη Φουντουλάκη που ζει στην Άνω Ελούντα κι έχει προλογίσει το βιβλίο της Χίσλοπ.

Είπαν για το «Νησί»:
  • Ο διευθυντής προγράμματος του MEGA Πέτρος Μπούτος: «Είναι μεγάλο στοίχημα, ένα προσωπικό μου στοίχημα. Δεν πίστευα ποτέ σε διασκευές βιβλίων. Σε αυτό όμως πιστεύω»
  • Ο Στέλιος Μάινας: «Ο Γιώργης είναι πραγματικά τραγικό πρόσωπο. Χάνει τη γυναίκα του στο Νησί και πρέπει να μεγαλώσει μόνος του τις δύο τους κόρες. Είναι σαν ψυχοπομπός, αφού είναι βαρκάρης και μεταφέρει τους λεπρούς στη Σπιναλόγκα».
  • Η Κατερίνα Λέχου: «Η Ελένη με μια λέξη είναι γενναία. Από την πρώτη στιγμή που διάβασα το βιβλίο σκέφτηκα πως θα ήθελα να παίξω αυτόν τον ρόλο. Μπορεί το θέμα να ακούγεται τρομερό όμως το μήνυμα της ιστορίας είναι αισιόδοξο, αφού είναι απίστευτη η δύναμη αυτών των ανθρώπων για την επιβίωση.
  • Η Βικτόρια Χίσλοπ: «Όλο αυτό ήταν μια πρόκληση για μένα. Πήγα με τη βαρκούλα και μόλις αντίκρισα το νησί συγκινήθηκα, η εικόνα του με συγκλόνισε».

Η σειρά θα προβάλλεται από τη Δευτέρα 11 Οκτωβρίου και κάθε Δευτέρα στις 21:50 από το Mega Κύπρου

Η εκπομπή του Mega Ελλάδος "Πρωταγωνιστές" με τον Σταύρο Θεοδωράκη, ταξίδεψε στην Σπιναλόγκα, και στα γυρίσματα της νέας υπερπαρωγής και μας μεταφέρει τα παρασκήνια από την σειρά: