Πώς μια τριανδρία σκηνοθετών θεμελίωσε στις αρχές του 20ού αιώνα την παράδοση της σκηνοθεσίας της αρχαίας ελληνικής τραγωδίαςστην Ελλάδα
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ | Κυριακή 26 Σεπτεμβρίου 2010«Μας εσερβίρισε τον Αγαμέμνονα στο ταψί και την Κασσάνδρα στο φορείο του Ευαγγελισμού »: το ειρωνικό αυτό σχόλιο δεν αφορά κάποιο μεταμοντέρνο θεατρικό μαγείρεμα που παρουσιάστηκε πρόσφατα στην Αθήνα αλλά παράσταση του 1932 με την υπογραφή του Φώτου Πολίτη. Οσο για την κριτική «σύνοψη» της παράστασης, αυτή δημοσιεύτηκε σε εφημερίδα της εποχής και έφερε την εξίσου ένδοξη υπογραφή της Μαρίκας Κοτοπούλη. Ηταν άλλες εποχές εκείνες: άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο συντηρητικές απ΄ όσο νομίζουμε. Η ενδελεχής, ευανάγνωστη και κατατοπιστική μελέτη της Κατερίνας Αρβανίτη (επίκουρης καθηγήτριας στο Τμήμα Θεατρολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών) μεταφέρει στον αναγνώστη όλο το ιστορικό της προσπάθειας για την αναβίωση της αρχαίας τραγωδίας, όπως αυτή εκτυλίχθηκε στο πρώτο μισό του εικοστού αιώνα. Ο Θωμάς Οικονόμου, ο Φώτος Πολίτης και ο Δημήτρης Ροντήρης είναι οι πρωταγωνιστές αυτού του πρώτου τόμου, κορυφαίες προσωπικότητες που συνδέθηκαν με το Εθνικό Θέατρο και άνοιξαν δρόμους σε τοπία ομιχλώδη. Ολοι τους αισθάνονταν τεράστια ευθύνη: η αρχαία τραγωδία καλούνταν να συνεισφέρει στη σφυρηλάτηση της πολιτισμικής ταυτότητας του νέου ελληνικού κράτους. Και αν όλα αυτά ακούγονται υπερβολικά ή παρωχημένα σήμερα, πρέπει να θυμηθούμε ότι πριν από έναν αιώνα η αγωνία για τη συνέχεια της ελληνικής φυλής αναζητούσε επειγόντως δημιουργικές διεξόδους. Το στοίχημα ήταν δύσκολο. Πρώτος κλήθηκε να το κερδίσει ο Θωμάς Οικονόμου, ο οποίος προσελήφθη από το Βασιλικό Θέατρο το 1900. Η παρθενική παράσταση
Η παρθενική παράσταση αρχαίας τραγωδίας το 1903 έφερε τη σκηνοθετική σφραγίδα Οικονόμου: επρόκειτο για την «Ορέστεια» του Αισχύλου σε μετάφραση του Γ. Σωτηριάδη. Η γλώσσα της μετάφρασης ήταν δημοτική με πολλά στοιχεία καθαρεύουσας, γεγονός που προκάλεσε αντιδράσεις και οδήγησε στα περίφημα Ορεστειακά, τη φοιτητική εξέγερση της 16ης Νοεμβρίου. Την εποχή εκείνη δύο ήταν τα στρατόπεδα: εκείνοι που πίστευαν ότι οι αρχαίες τραγωδίες πρέπει να παρουσιάζονται σε μετάφραση και εκείνοι που πίστευαν ότι τα αρχαία κείμενα είναι ιερά κειμήλια και πρέπει να ανεβαίνουν στο πρωτότυπο. Ο Οικονόμου ήταν ενάντιος σε κάθε στείρα αρχαιολαγνεία. Παρ΄ όλα αυτά ακολουθούσε πιστά την τάση της μόδας για ακραίο ιστορικό ρεαλισμό στη σκηνική αναπαράσταση της αρχαιότητας. Ταυτόχρονα όμως προσπαθούσε να εισάγει ένα πνεύμα εκσυγχρονισμού ευρωπαϊκής προέλευσης, π.χ. τις Ερινύες υποδύθηκαν άνδρες ηθοποιοί σκανδαλίζοντας μέλη του Τύπου και του κοινού.
Τις παραστάσεις του Οικονόμου στο Βασιλικό παρακολουθούσε ο Φώτος Πολίτης ως μαθητής Γυμνασίου. Και ο Δημήτρης Ροντήρης άλλωστε υπήρξε μαθητής του Οικονόμου στο Ωδείον Αθηνών. Οι δύο άνθρωποι που σφράγισαν τη μετέπειτα πορεία και θεμελίωσαν την παράδοση του Εθνικού Θεάτρου ήταν και οι δύο θαυμαστές του Οικονόμου.
Οι δύο μαθητές
Οταν ανέλαβε ο Πολίτης τη θέση του σκηνοθέτη τον Ιούλιο του 1931 απαίτησε να αποκλειστούν από το Εθνικό η Κοτοπούλη και η Κυβέλη - προς αποφυγήν της βεντετοκρατίας. Η παράσταση του «Αγαμέμνονα» το 1932 σημείωσε μεγάλη επιτυχία και ο Πολίτης καθιερώθηκε ως ένας από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες τους είδους.
Εδινε μεγάλη έμφαση στην πιστή απόδοση του κειμένου και στη σωστή εκφορά του λόγου, δηλαδή τη φορμαλιστική απαγγελία που απέρριπτε τον μελοδραματισμό. Η δική του καινοτομία ήταν η προσέγγιση της τραγωδίας μέσα από το πρίσμα της ελληνικής λαϊκής παράδοσης. Σε άρθρο του στο Ελεύθερον Βήμα για την «Ηλέκτρα» του Ευριπίδη, ο Πολίτης αντιπαραβάλλει το τραγούδι της ευριπίδειας ηρωίδας που παίρνει νερό από το ποτάμι με ένα δημοτικό τραγούδι με ηρωίδα μια Μανιάτισσα που αναγκάστηκε να φιλοξενήσει τους διώκτες του συζύγου της.
Πανόραμα πολιτισμού
Τον Δεκέμβριο του 1934 ο Πολίτης πέθανε ξαφνικά. Πρώτος σκηνοθέτης διορίστηκε ο Δημήτρης Ροντήρης, ο οποίος προσπάθησε να βρει αντιστοιχίες μεταξύ τις τραγωδίας και των θρησκευτικών μυστηρίων που ήταν οικεία στον Νεοέλληνα (π.χ. της Θείας Ευχαριστίας) θεωρώντας ότι εκεί έγκειται η σύγχρονη αναλογία του τελετουργικού χαρακτήρα της τραγωδίας. Αξιοποίησε και αυτός τα δημοτικά τραγούδια, τους λαϊκούς χορούς και τα μοιρολόγια. Επιπλέον θεώρησε απαραίτητο- στο πλαίσιο αναζήτησης αυτής της περίφημης συνέχειας του ελληνικού πολιτισμού που τόσο μας καταδιώκει- να συνδέσει την αρχαία τραγωδία και με το Βυζάντιο, τον ενδιάμεσο κρίκο. Ετσι κατά τη διάρκεια μιας παράστασης τραγωδίας διά χειρός Ροντήρη μπορούσε κανείς να ελπίζει σε ένα πανόραμα του ελληνικού πολιτισμού ανά τους αιώνες (σ.σ.: η επισήμανση δική μου).
Στον Ροντήρη οφείλουμε, πάντως, την επιστροφή της τραγωδίας στο ύπαιθρο καθώς και την καθιέρωση του θεσμού του Φεστιβάλ Επιδαύρου.
Η παρθενική παράσταση αρχαίας τραγωδίας το 1903 έφερε τη σκηνοθετική σφραγίδα Οικονόμου: επρόκειτο για την «Ορέστεια» του Αισχύλου σε μετάφραση του Γ. Σωτηριάδη. Η γλώσσα της μετάφρασης ήταν δημοτική με πολλά στοιχεία καθαρεύουσας, γεγονός που προκάλεσε αντιδράσεις και οδήγησε στα περίφημα Ορεστειακά, τη φοιτητική εξέγερση της 16ης Νοεμβρίου. Την εποχή εκείνη δύο ήταν τα στρατόπεδα: εκείνοι που πίστευαν ότι οι αρχαίες τραγωδίες πρέπει να παρουσιάζονται σε μετάφραση και εκείνοι που πίστευαν ότι τα αρχαία κείμενα είναι ιερά κειμήλια και πρέπει να ανεβαίνουν στο πρωτότυπο. Ο Οικονόμου ήταν ενάντιος σε κάθε στείρα αρχαιολαγνεία. Παρ΄ όλα αυτά ακολουθούσε πιστά την τάση της μόδας για ακραίο ιστορικό ρεαλισμό στη σκηνική αναπαράσταση της αρχαιότητας. Ταυτόχρονα όμως προσπαθούσε να εισάγει ένα πνεύμα εκσυγχρονισμού ευρωπαϊκής προέλευσης, π.χ. τις Ερινύες υποδύθηκαν άνδρες ηθοποιοί σκανδαλίζοντας μέλη του Τύπου και του κοινού.
Τις παραστάσεις του Οικονόμου στο Βασιλικό παρακολουθούσε ο Φώτος Πολίτης ως μαθητής Γυμνασίου. Και ο Δημήτρης Ροντήρης άλλωστε υπήρξε μαθητής του Οικονόμου στο Ωδείον Αθηνών. Οι δύο άνθρωποι που σφράγισαν τη μετέπειτα πορεία και θεμελίωσαν την παράδοση του Εθνικού Θεάτρου ήταν και οι δύο θαυμαστές του Οικονόμου.
Οι δύο μαθητές
Οταν ανέλαβε ο Πολίτης τη θέση του σκηνοθέτη τον Ιούλιο του 1931 απαίτησε να αποκλειστούν από το Εθνικό η Κοτοπούλη και η Κυβέλη - προς αποφυγήν της βεντετοκρατίας. Η παράσταση του «Αγαμέμνονα» το 1932 σημείωσε μεγάλη επιτυχία και ο Πολίτης καθιερώθηκε ως ένας από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες τους είδους.
Εδινε μεγάλη έμφαση στην πιστή απόδοση του κειμένου και στη σωστή εκφορά του λόγου, δηλαδή τη φορμαλιστική απαγγελία που απέρριπτε τον μελοδραματισμό. Η δική του καινοτομία ήταν η προσέγγιση της τραγωδίας μέσα από το πρίσμα της ελληνικής λαϊκής παράδοσης. Σε άρθρο του στο Ελεύθερον Βήμα για την «Ηλέκτρα» του Ευριπίδη, ο Πολίτης αντιπαραβάλλει το τραγούδι της ευριπίδειας ηρωίδας που παίρνει νερό από το ποτάμι με ένα δημοτικό τραγούδι με ηρωίδα μια Μανιάτισσα που αναγκάστηκε να φιλοξενήσει τους διώκτες του συζύγου της.
Πανόραμα πολιτισμού
Τον Δεκέμβριο του 1934 ο Πολίτης πέθανε ξαφνικά. Πρώτος σκηνοθέτης διορίστηκε ο Δημήτρης Ροντήρης, ο οποίος προσπάθησε να βρει αντιστοιχίες μεταξύ τις τραγωδίας και των θρησκευτικών μυστηρίων που ήταν οικεία στον Νεοέλληνα (π.χ. της Θείας Ευχαριστίας) θεωρώντας ότι εκεί έγκειται η σύγχρονη αναλογία του τελετουργικού χαρακτήρα της τραγωδίας. Αξιοποίησε και αυτός τα δημοτικά τραγούδια, τους λαϊκούς χορούς και τα μοιρολόγια. Επιπλέον θεώρησε απαραίτητο- στο πλαίσιο αναζήτησης αυτής της περίφημης συνέχειας του ελληνικού πολιτισμού που τόσο μας καταδιώκει- να συνδέσει την αρχαία τραγωδία και με το Βυζάντιο, τον ενδιάμεσο κρίκο. Ετσι κατά τη διάρκεια μιας παράστασης τραγωδίας διά χειρός Ροντήρη μπορούσε κανείς να ελπίζει σε ένα πανόραμα του ελληνικού πολιτισμού ανά τους αιώνες (σ.σ.: η επισήμανση δική μου).
Στον Ροντήρη οφείλουμε, πάντως, την επιστροφή της τραγωδίας στο ύπαιθρο καθώς και την καθιέρωση του θεσμού του Φεστιβάλ Επιδαύρου.
Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=56&artid=356845&dt=26/09/2010#ixzz10jYt2eoK
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου