Ο διάλογος ως πολιτική ηθική
* Ο σωκρατικός διάλογος προϋποθέτει ότι η διάπλαση της διάνοιας και του ήθους του πολίτη, η αυτογνωσία και η ηθική του συγκρότηση, αποτελούν προαπαιτούμενα και όχι παρεπόμενα της άσκησης της πολιτικής εξουσίας
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΧΡ. ΚΑΚΛΑΜΑΝΗΣ | Κυριακή 26 Αυγούστου 2001
Μεγάλοι φιλόσοφοι, όπως ο Hegel, θεωρούν τον Σωκράτη ιδρυτή της ηθικής φιλοσοφίας. Ομως, το παράδειγμα, θα έλεγα, του Σωκράτη δεν είναι δυνατόν να περιχαρακωθεί κατ' αποκλειστικότητα σ' ένα μόνο γνωστικό πεδίο. Το βέβαιο είναι πως ο Σωκράτης είναι ένας από τους πιο αινιγματικούς ήρωες της δυτικής σκέψης, εξακολουθώντας να παραμένει «αταξινόμητος» και ελεύθερος. Επιστρέφουμε σε αυτόν, αποζητώντας διαρκώς νέο ή βαθύτερο νόημα. Αυτή δεν είναι, άλλωστε, η γοητεία που μας προσφέρουν οι κλασικοί στοχαστές;
Μια από τις μεγαλύτερες παραδοξότητες στην ιστορία της ευρωπαϊκής σκέψης είναι το γεγονός ότι ο Σωκράτης, ο επινοητής ενδεχομένως του διαλόγου ως φιλοσοφικής μεθόδου για την αναζήτηση της αλήθειας, συνέδεσε το όνομά του όχι με τη δημοκρατία, όπως θα προσδοκούσαμε, αλλά μάλλον με την άρνησή της, ασκώντας κριτική στην «τυραννία των πολλών», στη δυνατότητά τους να συμμετέχουν στη διακυβέρνηση της πολιτείας, χωρίς να διαθέτουν τα απαραίτητα διανοητικά εφόδια και ηθικά εχέγγυα, τις αναγκαίες πολιτικές αρετές.
Ομως, αυτός ο αυστηρός κριτής της δημοκρατίας έθεσε σκοπό της ζωής του να βοηθήσει τους συμπολίτες του να συναισθανθούν την κρισιμότητα της αυτογνωσίας και της αρετής, τη σημασία της ατομικής επιλογής που πάει ενάντια στο ρεύμα.
Αν και επικριτής της δημοκρατίας, ο Σωκράτης πολέμησε για την πατρίδα και τη δημοκρατία σε τρεις τουλάχιστον μάχες του Πελοποννησιακού Πολέμου (Ποτίδαια 429, Δήλιο Βοιωτίας 424, Αμφίπολη 422) και συνδέθηκε με τον γενέθλιο τόπο τόσο πολύ, ώστε, όπως παραδίδεται, απομακρυνόταν από αυτόν σπανιότερα απ' όσο «οι χωλοί, οι τυφλοί και οι άλλοι ανάπηροι». Κατά παράδοξο τρόπο, ταύτισε τη ζωή του με τη δημοκρατία, επικυρώνοντας με τον θάνατό του τον σεβασμό στους νόμους, που, ακόμα και όταν είναι λανθασμένοι και άδικοι, δεν παύουν να αποτελούν την ενσαρκωμένη συλλογική βούληση. Θα μπορούσαμε, μάλιστα, να υποστηρίξουμε ότι η πολιτεία ήταν η «πραγματική» ή η ιδεώδης οικογένεια του Σωκράτη.
Η αντίθεση ανάμεσα στη φιλοσοφική σκέψη και την πολιτική πρακτική του Σωκράτη, δημιούργημα της συγγραφικής ιδιοφυΐας του Πλάτωνα, δημιούργησε μια μεγάλη και ανομοιογενή διανοητική παράδοση στην ευρωπαϊκή πολιτική σκέψη, στη φιλοσοφία και τη λογοτεχνία.
Ο Σωκράτης δεν μεταδίδει γνώσεις, δεν κηρύσσει καθιερωμένες ιδέες. Αντίθετα, απορεί, αμφιβάλλει και αμφισβητεί, διδάσκοντας μέθοδο αυτογνωσίας.
Η σωκρατική σκέψη έχει ως επίκεντρο την τέχνη του βίου, αλλά και την ηθική του διαλόγου, τη διαλογική αντιπαράθεση με τη μέθοδο του αυτοελέγχου, των ερωταποκρίσεων και της εκλεπτυσμένης προσποίησης, στοιχεία δηλαδή που συναντώνται αυτούσια στην κοινοβουλευτική ρητορική.
Πρόκειται για μια ριζοσπαστική μορφή αναζήτησης της αλήθειας, διάπλασης του ήθους του πολίτη και συγκρότησης, θα έλεγα, της σκέψης και της «τέχνης» του πολιτικού. Πρόκειται, επίσης, για μια μορφή αντιπαράθεσης, που, παραπέμποντας στον ορθό λόγο και καλλιεργώντας την άμιλλα, υπονομεύει την αυτοπεποίθησή μας και βιώνεται ως αγώνας για την αλήθεια και την εσωτερική ελευθερία, ως αίτημα αυτογνωσίας. Ο διάλογος είναι η συνειδητοποίηση και η προσπάθεια υπέρβασης των εξωτερικών καταναγκασμών, η μάχη εναντίον της άγνοιας, της αυταπάτης, της ψευδαίσθησης, των συλλογικών μύθων, της αυταρέσκειας, της πλασματικής και άψυχης ελευθερίας, που είναι συνέπεια της τυπολατρικής και όχι της ουσιαστικής λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών. Με τον διάλογο, ο Σωκράτης προήγαγε τον δημόσιο έλεγχο, που αποτελεί οργανικό στοιχείο τόσο της αρχαίας όσο και της νεότερης και σύγχρονης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Ο σωκρατικός διάλογος βασίζεται στην ηθική ευθύνη των συνομιλητών, στην επίγνωση των ορίων τους, στη διατύπωση συνεχώς πολυπλοκότερων ερωτημάτων, στην έλλογη επιχειρηματολογία και την τεκμηρίωση. Δεν είναι ένας απλός λογοτεχνικός κώδικας που επινοείται ή χρησιμοποιείται για να καταδειχθεί το μέγεθος της άγνοιας των συνομιλητών του Σωκράτη και, ταυτόχρονα, η πολυεπίπεδη υπεροχή του φιλοσόφου. Δεν είναι ένα συμβατικό όχημα της ανελισσόμενης φιλοσοφικής επιχειρηματολογίας, μια ρητορική τεχνική που κρύβει πίσω από την επιφανειακή της πολυφωνία τη δογματική προσήλωση στη μοναδική και εκ των προτέρων γνωστή αλήθεια.
Ο διάλογος είναι, αντίθετα, η ίδια η ζωή στις ποικίλες και συχνά αντιφατικές όψεις της, η ίδια η σκέψη, που διστάζει, κρίνει, σαρκάζει, ειρωνεύεται και επιτίθεται, η ίδια η συλλογική διαβούλευση, μέσα από την οποία αναζητείται το νόημα του κόσμου και της ιστορίας στο φως της ατομικής ευθύνης, της εξεγερμένης και αντισυμβατικής συνείδησης κάθε ανθρώπου. Ο διάλογος είναι, σύμφωνα με τη σωκρατική παράδοση, η βασιλική οδός που οδηγεί στην υπευθυνότητα, στην ατομική αυτονομία, στη συνειδητή δράση. Μια μέθοδος, ωστόσο, κοινή, αλλά όχι και εύκολη, που μπορεί να χρησιμοποιήσει όχι μόνον ο ειδικός, αλλά και ο καθημερινός άνθρωπος, εάν θέλει να απαλλαγεί από τις προλήψεις και τις συμβάσεις, από τα είδωλα, ώστε να ευθυγραμμίσει με συνέπεια τον βίο του με την αλήθεια. Με τον διάλογο, αποκαλύπτεται βαθμιαία η γνώση του αληθινού. Με τον διάλογο, κατά τη σωκρατική αντίληψη, συνειδητοποιούμε το γεγονός ότι κανείς δεν σφάλλει ηθελημένα. Με τον διάλογο, τέλος, γίνεται δυνατή η ταύτιση της πραγματικότητας με την αλήθεια.
Ο σωκρατικός διάλογος προϋποθέτει ότι η διάπλαση της διάνοιας και του ήθους του πολίτη, η αυτογνωσία και η ηθική του συγκρότηση, αποτελούν προαπαιτούμενα και όχι παρεπόμενα της άσκησης της πολιτικής εξουσίας. Ο ενάρετος και αυτοκυριαρχούμενος πολίτης δημιουργεί, όπως διατεινόταν ο Σωκράτης, την πολιτεία και όχι η πολιτεία τον πολίτη. Επαρκής πολίτης, δηλαδή, είναι μόνον αυτός που έχει κατακτήσει την αρετή, που ταυτίζει τη σκέψη με τη ζωή, αντιμετωπίζοντας την πολιτική ως το πεδίο όπου συναντώνται η ατομική ευθύνη και αυτοσυνειδησία με τη συλλογική γνώση του αληθινού.
Μπορούν, άραγε, οι αρχές του σωκρατικού φιλοσοφικού βίου να γίνουν και αρχές του πολιτικού βίου; Μπορεί, με άλλα λόγια, ο φιλοσοφικός έλεγχος και η αξιολογική δοκιμασία των επιχειρημάτων να λειτουργήσουν ως πρότυπο για την αναζήτηση και ανεύρεση της καταλληλότερης λύσης στην πολιτική πρακτική, στον κοινοβουλευτικό βίο; Μπορεί και πρέπει ο πολιτικός να μιλά αποκλειστικά και μόνο στο όνομα της αλήθειας, της ορθοφροσύνης και της συνέπειας των αρχών και όχι σε αυτό της ατομικής ευχαρίστησης, της κολακείας του πλήθους, της υστεροβουλίας, των συμβάσεων και των συλλογικών μύθων; Μπορεί ο πολιτικός να γίνει φιλόσοφος και να κυβερνήσει την πολιτεία με τις ηθικές δεσμεύσεις, που προκύπτουν από την κατάκτηση της γνώσης και της αρετής και την εσωτερική του ψυχική αρμονία; Μπορεί ο πολιτικός να ασκεί εξουσία υπακούοντας στην αρχή της υπευθυνότητας και όχι στην αγοραία λογική του πολιτικού κόστους, που μετατρέπει την πολιτική από ύπατο λειτούργημα σε επάγγελμα; Πρέπει, σε τελευταία ανάλυση, ο πολιτικός να προτιμά να γίνεται δυσάρεστος και χρήσιμος παρά ευχάριστος και επικίνδυνος;
Ζούμε σε μια μεταβατική εποχή, όπου όλα τα ερωτήματα παραμένουν ανοιχτά, γιατί, παρά το πλήθος των θεωρητικών επεξεργασιών και απαντήσεων, στην πράξη, στην εφαρμογή, παραμένουν, συνήθως, αναπάντητα. Σε μια εποχή, όπου η επιστήμη, ο στοχασμός και η τεχνολογία φτάνουν στη μεγαλύτερη εκλέπτυνση, ενώ ένα μεγάλο κομμάτι της ανθρωπότητας προσπαθεί να ξεφύγει από τη φτώχεια και την εξαθλίωση, και ένα άλλο σαφώς μικρότερο, αλλά ισχυρότερο κυνηγά αποκλειστικά και μόνο το όραμα της αυτοπραγμάτωσης, εξορκίζοντας τους συλλογικούς αγώνες στο όνομα του δήθεν τέλους των ιδεολογιών.
Στο κρίσιμο αυτό μεταίχμιο, τι μπορεί να προσφέρει άραγε η φιλοσοφία και τι η πολιτική; Πώς μπορεί να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσα στον στοχασμό και στην εξουσία, στη γνώση και στη δύναμη, στην ερμηνεία του παρελθόντος και του παρόντος και στους οραματισμούς του μέλλοντος, στην εξυπηρέτηση του εφικτού και στην αναζήτηση του ιδεώδους;
Η αισιόδοξη πίστη του Σωκράτη, ότι η γνώση και η αρετή μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο, αλλά και το πολύσημο μήνυμα της θυσίας του, μπορούν να αποτελέσουν για άλλη μια φορά το έναυσμα ενός γόνιμου διαλόγου για τις αφετηρίες, τα μέσα και τους σκοπούς του πολιτισμού μας. Για το παρόν και το μέλλον των ανθρώπων.
Ο κ. Απόστολος Κακλαμάνης είναι Πρόεδρος της Βουλής. Το άρθρο στηρίζεται στην ομιλία του στο διεθνές συνέδριο «Η φιλοσοφία της επικοινωνίας» (18.8.2001, Ρόδος), με την ευκαιρία της επετείου των 2.400 χρόνων από τον θάνατο του Σωκράτη.
Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&artid=136138&ct=114&dt=26/08/2001#ixzz0uWH4Nae6
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου