Η αγριότητα των Τούρκων, η έλλειψη όπλων και οι κόντρες του αρχιστράτηγου με τους αγωνιστές
Του Αλέκου Α. Ανδρικάκη andrikakis@patris.gr
Η αρχή της επανάστασης του 1821 στην Κρήτη
Η άγρια διοίκηση των Τούρκων, μέσα από μια έκθεση του Καλλίνικου Κριτοβουλίδη, οι πρώτες μάχες και η σύγκρουση του αρχιστράτηγου και γενικού επάρχου Μιχαήλ Αφεντούλιεφ με την ηγεσία των επαναστατών
«Κρητικόν Πάνθεον», λαϊκή λιθογραφία με προσωπογραφία των ηρώων των κρητικών αγώνων, από το 1770, μέχρι την επανάσταση του 1897. Δεσπόζει η μορφή του Δασκαλογιάννη, ενώ αριστερά πάνω, στην πρώτη σειρά, απεικονίζονται αγωνιστές του 1821, όπως ο Βασίλειος Χάλης και ο Σήφακας.
Το «Πάνθεον» εκτυπώθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα από τον Εμμανουήλ Μπλαζουδάκη και αντίτυπα υπάρχουν στο Ιστορικό Μουσείο Κρήτης και στο Μουσείο Βενιζέλου, του δήμου Αθηναίων
Η έναρξη της επανάστασης του 1821 στην Κρήτη ξεκίνησε υπό τις χειρότερες συνθήκες, και χωρίς την προετοιμασία που υπήρχε στην υπόλοιπη Ελλάδα. Αποκομμένο από τον υπόλοιπο σκλαβωμένο ελληνικό χώρο, το νησί ζούσε ίσως την πιο βάρβαρη κατοχή, την αγριότερη μορφή της τουρκικής σκλαβιάς. Η επανάσταση του Δασκαλογιάννη και των συντρόφων του, στα 1770, άνοιξε μελλοντικούς δρόμους για έναν νέο ξεσηκωμό, όμως παράλληλα η αυτοθυσία αυτών των γενναίων πρόδρομων επαναστατών οδήγησε τους Τούρκους να εντείνουν ακόμη περισσότερο τα σκληρά μέτρα, σε μια άγριας βαρβαρότητας πολιτική σε βάρος των χριστιανών. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Κρήτη υπήρχαν τρεις πασάδες, ενώ στην Πελοπόννησο, περιοχή με πολλαπλάσια έκταση και πληθυσμό, υπήρχε μόνον ένας πασάς.
Ο Κρητικός σκλάβος ζούσε βίο απερίγραπτο, σε άθλιες συνθήκες, τις οποίες περιέγραφαν όλοι οι Ευρωπαίοι περιηγητές της προεπαναστατικής περιόδου.
«Μη προτιθέμενοι την όλην περιγραφήν της παθητικής καταστάσεως των Ελλήνων Κρητών, πολλώ διαφέρουσαν της των άλλων Ελλήνων, καίτοι δούλων επίσης, υπό την τουρκοκρατίαν, περιοριζόμεθα σημειούντες μόνον, ότι εν τη νήσω ταύτη ενίδρυσεν ο βαρβαρισμός την πρώτυπον σχολήν της αγριωτέρας τυραννίας· εν τη νήσω αυτή ο Έλλην ουδενός απολύτως κύριος ην, ούτε εαυτού, ούτε συζύγου ή τέκνων, ούτε περιουσίας, ούτε συνειδήσεως, ως υποκείμενος υπό την αυθαιρεσίαν, την κακουργίαν, την βίαν και τας αισχράς ορέξεις και αυτού έτι του εσχάτου βαρβάρου», γράφει χαρακτηριστικά ο Ιωάννης Φιλήμων στον τέταρτο τόμο του έργου του «Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως», ο οποίος κυκλοφόρησε στην Αθήνα το 1861. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στο ιστορικό έργο, ο Κρητικός ήταν κλεισμένος μόνιμα σε ένα αιώνιο σφαγείο. Σημειώνει μάλιστα ότι «ο Είλως και ο Παρίας ευδαίμονες ήσαν ως προς τον Κρήτα, κεκλεισμένον οιωνεί εντός σφαγείου αιωνίου, κατακείμενον εντός κοιλάδος κλαθμώνος και οδυρμών, ραβδιζόμενον δε και αγγαρευόμενον ως κτήνος, και βιαζόμενον εν μέρει, ίνα κρύπτη εντός τον χριστιανισμόν αυτού κατά συνείδησιν, φέρων εκτός του μωχαμεθανισμόν κατ’ ανάγκην».
Τέτοια βέβηλη και φρικαλέα διοίκηση , προσθέτει ο Φιλήμων, δεν είχαν παρουσιάσει σε άλλο μέρος της Ελλάδας οι Τούρκοι, οι βάρβαροι όπως τους αποκαλεί. «Τοσαύτης εξαχρειώσεως και τοσαύτης ωμότητος τυραννία ουδένα ητίμασεν αιώνα, και ουδενός άλλου κατακτηθέντος λαού τον τράχηλον κατεβάρυνε», σημειώνει ακόμη.
Τις βάρβαρες συνθήκες που βίωναν οι Κρήτες επισημαίνει και ο Χανιώτης λόγιος Κυριάκος Καλλίνικος Κριτοβουλίδης (1792-1868), μια μεγάλη μορφή του κρητικού αγώνα του 1821 και θεωρούμενος ως ο απομνημονευματογράφος εκείνης της μεγάλης αλλά άτυχης επανάστασης στο νησί. Ο Κριτοβουλίδης υπήρξε μέλος της Φιλικής Εταιρείας, από τους ηγέτες της επανάστασης, συγγραμματέας (κάτι σαν υπουργός) στην πρώτη περίοδο της επανάστασης και πληρεξούσιος στην Κρητική Συνέλευση. Το 1859 συνέγραψε την πρώτη ιστορία για τον αγώνα της Κρήτης, με τον τίτλο «Απομνημονεύματα του περί αυτονομίας της Ελλάδος πολέμου των Κρητών» κι ένα χρόνο αργότερα ένα δεύτερο μέρος στο ίδιο έργο, με τον τίτλο, «Παράρτημα εις τα απομνημονεύματα του περί αυτονομίας της Ελλάδος πολέμου των Κρητών». Ο ίδιος δημοσίευσε στο έργο του Φιλήμονα, που προαναφέραμε, δημοσίευσε έκθεση για τις αγριότητες των Τούρκων πριν το 1821, προκειμένου να αποδείξει τον ισχυρισμό του ιστορικού ότι οι Κρήτες βίωναν τη βαρβαρότητα. Στο δικό του πάντως έργο, «Απομνημονεύματα του περί αυτονομίας της Ελλάδος πολέμου των Κρητών», ο Κριτοβουλίδης σημειώνει και άλλα στοιχεία για την κατάσταση στο νησί, όπως το γεγονός ότι ήταν αποκομμένο, δεν υπήρχε οπλισμός ούτε, στην ουσία, επαφή και βοήθεια από το εθνικό κέντρο της επανάστασης στην υπόλοιπη χώρα. Μάλιστα ο Κριτοβουλίδης αναφέρεται, σωστά, στην υποτίμηση του αγώνα του νησιού και των πρωταγωνιστών του από τους τότε ιστορικούς, σημειώνοντας ότι αυτή ήταν μια μεγάλη αδικία, που δεν άξιζε στη γιγάντια προσπάθεια και στους ποταμούς αίματος που έδωσαν οι Κρήτες, χωρίς μάλιστα τελικά να ανταμειφθούν, καθώς οι ευρωπαϊκές δυνάμεις, με τη Συνθήκη του Λονδίνου (22 Ιανουαρίου/4 Φεβρουαρίου 1830) απέκλεισαν την Κρήτη και τη Σάμο από το μικρό ελληνικό κράτος. Τότε το νησί πωλήθηκε από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στο σύμμαχο του σουλτάνου αντιβασιλέα της Αιγύπτου Μεχμέτ Αλή, ως ανταπόδοση στη βοήθεια που πρόσφερε αυτός, όταν από τον Μάιο του 1822 οι δυνάμεις του βρέθηκαν στο νησί πλάι στις σουλτανικές.
Ουσιαστικά τα στοιχεία που παραθέτουν, τόσο ο Φιλήμων όσο και ο Κριτοβουλίδης αποτελούν απάντηση στον ισχυρισμό που είχε διατυπώσει μερικά χρόνια νωρίτερα (1853) ένας άλλος ιστορικός, ο Σπυρίδων Τρικούπης, ο οποίος στο έργο του «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως» έψεξε τους Κρήτες επειδή ξεκίνησαν ουσιαστικά την επανάσταση σχεδόν 80 ημέρες μετά την κήρυξή της στην υπόλοιπη Ελλάδα.
«Δια να έμβωσιν οι Έλληνες της Κρήτης εις τοσούτον άνισον αγώνα, εχρειάζοντο να έχωσιν οπωσούν τα προς πόλεμον αναποφεύκτως αναγκαία. Αλλά πού ήσαν τοιαύτα;», γράφει ο Κριτοβουλίδης. «Οι Τούρκοι προλαβόντες αφήρεσαν από τους κατά τας επαρχίας Έλληνας με φρικτάς βιαιοπραγίας όσα όπλα τυχόν είχον, είτε ως ποιμένες προς ιδίαν αυτών χρήσιν, είτε δια κυνηγέσιον, ή άλλην χρείαν. Εσπευδον δε ν’αφαιρέσωσι ταύτα και από τους ορεινούς Σφακιανούς, τους οποίους υπώπτευον μάλλον, αλλ’ αυτοί επί διαφόροις δεδικαιολογημέναις προφάσεσιν απέφευγον να τα παραδώσωσιν.
Οι Κρήτες εις δεινήν θέσιν ευρεθέντες εσυμβουλεύθησαν και πρότερον πολλάκις τας ναυτικάς νήσους Ύδρας και Σπετσών, αιτήσαντες την συνδρομήν των προσωρινώς εις τα αναγκαιούντα και ναυτικήν τινα δύναμιν· όθεν και σφάλλει ο Κύριος Τρικούπης, λέγων, ότι οι Κρήτες έμειναν αδιάφοροι».
Η πρώτη νίκη
και τα αντίποινα
Η επανάσταση στο νησί ξεκίνησε επίσημα στις 14 Ιουνίου 1821, αν και από τις αρχές του Απριλίου είχαν σημειωθεί επαναστατικές κινήσεις. Έναρξη της επανάστασης θεωρείται η πρώτη, και νικηφόρα μάλιστα, μάχη στον Λούλο Χανίων. Οι Τούρκοι απάντησαν με άγριο τρόπο στον ξεσηκωμό των Κρητών. Κρέμασαν τον επίσκοπο Κισάμου Μελχισεδέκ και σκότωσαν στα Χανιά 400 χριστιανούς. Στο Ρέθυμνο φυλάκισαν τον επίσκοπο , τον οποίο κρέμασαν μετά από ένα χρόνο και έσφαξαν πολλούς χριστιανούς .Στο Μεγάλο Κάστρο τα πράγματα ήταν ακόμη πιο άγρια. Οι Τούρκοι σκότωσαν το μητροπολίτη Γεράσιμο και πέντε επισκόπους. ΄Εκαψαν τη μητρόπολη, λεηλάτησαν τη πόλη και βγήκαν στα περίχωρα. Θανάτωσαν ηγουμένους μοναστηριών, άοπλους διαβάτες και αγρότες. Σε 800 υπολογίζονται οι νεκροί. Στη Σητεία σφαγιάστηκαν 300 χριστιανοί, ενώ η Μονή Τοπλού κάηκε και πολλοί μοναχοί επίσης σφαγιάσθηκαν.
Για την πρώτη ημέρα της επανάστασης, γράφει και πάλι ο Κριτοβουλίδης:
«Την 14ην (Ιουνίου) Τούρκος ωμός και θηριώδης, ονόματι Ταμπουρατζής, παραλαβών μεθ’ εαυτού εξήκοντα άνδρας ως πρωτοπαλλήκαρα, εξήλθε του φρουρίου, και προέβη εις Κεραμεία, διά να καταπμάξη, παρομοίας θηρωδίας· ευρεθέντες όμως ενταύθα ο Ιωάννης Χάλης, Ο Παπανδρέας, και Μουτσογιάννης με σαράντα περίπου οπλοφόρους εκ των Ριζητών (και (Σφακιανών, προσέβαλον κατά πρώτην φοράν τους θρασείς εκείνους κατά την θέσιν Λούλον.
Οι Τούρκοι, μη ελπίζοντες ν’απαντήσωσιν αντίστασιν, εχαρακώθησαν το πρώτον απειλούντες και γενναίως εναντιούμενοι· αλλ’ είς ουδέν ωφέλησεν η απειλή και αντίστασιν εις εκείνους· έμελλον ήδη να εύρωσι τολμηρούς πολεμιστάς, πνέοντας δικαίαν εκδίκησιν δια τας προς τους αδελφούς και αδυνάτουςΈλληνας βιαιοπραγίας και αδίκους φόνους· θαρραλέως επετέθησαν κατ’ εκείνων οι Έλληνες. Στενοχωρηθέντες δε οι Τούρκοι υπό της ισχυροτέρας βίας, ετράπησαν εις εποδείδιστον φυγήν· τοσούτον δε κατελήφθησαν υπό του φόβου, ώστε φεύγοντες έρριπτον τα όπλα των· οι δ’ Έλληνες ενθαρρυνθέντες εδίωκον αυτούς μέχρι της πεδιάδος, κάτωθεν των Νεροκούρων, χωρίου ολιγώτερον της ώρας απέχοντος του φρουρίου· έπεσαν τότε οκτώ Τούρκοι, μεταξύ των οποίων και ο θρασύς αρχηγός Ταμπουρατζής· εκ δε των Ελλήνων ουδείς, οίτινες πρώτην φοράν ελαφυραγώγησαν μετά ευχαριστήσεως όπλα εχθρικά πολλής τιμής άξια».
|
Έργο του λαϊκού ζωγράφου, συνεργάτη και συναγωνιστή του στρατηγού Μακρυγιάννη, με τις οδηγίες του οποίου συνέθεσε 24 πίνακες με εικόνες του αγώνα του 1821. Ο συγκεκριμένος, έργο του 1836 που υπάρχει στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, έχει τίτλο «Μάχες της Σάμου και της Κρήτης».
Αριστερά πάνω είναι η αποτύπωση της μάχης στη Σάμο και κάτω δεξιά στην Κρήτη. Η εικόνα έχει δημοσιευτεί από τον καθηγητή Θεοχάρη Δετοράκη στο έργο «Κρήτη», που εξέδωσε η Περιφέρεια Κρήτης, και φέρει λεζάντα: «Μάχαι της κρήτης και πουορκία αυτής από τα ελληνικά πλοία και αρχιγοί αφεντούλης κουρμούζης, χάλης ξενόπαπας χ’μηχάλης καβαλαρία ρωστιανος πρωτόπαπας τομπάζης. καλέργης: και επίλοιποι πατριώται. Σκέψεις μακριγιάνη»
Ο Αφεντούλιεφ και οι κόντρες με τους οπλαρχηγούς
Λίγους μήνες μετά την έναρξη της επανάστασης στο νησί, από την εθνική διοίκηση διορίστηκε ως πρώτος αρχιστράτηγος του αγώνα στην Κρήτη ( και γενικός έπαρχος, πολιτικός ηγέτης, δηλαδή) ο Μιχαήλ Κομνηνός Αφεντούλιεφ ή Αφεντούλης, που παρέμεινε για έναν χρόνο στη θέση αυτή, από τον Νοέμβριο του 1821 μέχρι τον Νοέμβριο του 1822. Όταν έφτασε στο νησί έγινε δεκτός περίπου ως ελευθερωτής, αλλά έφυγε διωγμένος, μετά από σφοδρές συγκρούσεις και αλληλοαμφισβήτηση με τους οπλαρχηγούς. Αντικαταστάθηκε μερικούς μήνες αργότερα από τον Υδραίο Εμμανουήλ Τομπάζη, που ονομάστηκε αρμοστής.
Ασφαλώς ο Αφεντούλιεφ είναι μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, που προκάλεσε προβλήματα και έριδες ανάμεσα στους καπεταναίους και άρα δεν βοήθησε στον αγώνα όσο θα έπρεπε το πρώτο δύσκολο και κρίσιμο διάστημα. Όμως παρά τα πολιτικά και στρατιωτικά του σφάλματα, όπως αναφέρει στην «Ιστορία της Κρήτης» ο καθηγητής Θεοχάρης Δετοράκης, την περίοδο που ο ίδιος ήταν ο αρχιστράτηγος, η επανάσταση κρατήθηκε παντού ζωντανή και σημειώθηκαν σημαντικές επιτυχίες στο πολεμικό πεδίο. Σημειώνουμε ότι ο Μιχαήλ Κομνηνός Αφεντούλιεφ ανέλαβε αρχιστράτηγος του αγώνα με πρόταση του Δημητρίου Υψηλάντη, που προηγουμένως είχε προσφέρει το αξίωμα στον κρυπτοχριστιανό της Μεσαράς Χουσεΐν –Μιχαήλ Κουρμούλη, μια μεγάλη μορφή της επανάστασης, και στον Αλέξανδρο Καντακουζηνό, οι οποίοι αρνήθηκαν.
Ο Αφεντούλιεφ (που δεν ήταν Κρητικός, κι αυτός ήταν ένας επιπλέον λόγος που αντιμετώπισε προβλήματα στο συντονισμό του αγώνα) απηύθηνε την προκήρυξη που δημοσιεύουμε στις 18 Μαΐου 1822 με την ιδιότητα του αρχιστρατήγου. Δύο ημέρες αργότερα η Γενική Συνέλευση τον ανακήρυξε και γενικό έπαρχο του νησιού, αναθέτοντάς του όλες τις στρατιωτικές και πολιτικές εξουσίες. Ήδη όμως η θέση του είχε κλονιστεί, μετά την αποτυχία στην πολιορκία του Ρεθύμνου, τον Μάρτιο του 1822, στην οποία χάθηκαν πολλοί επαναστάτες και ένας από τους μεγάλους φιλέλληνες που βρέθηκαν στο πλευρό των Κρητικών, ο Γάλλος λοχαγός Βαλέστρας. Στις 10 και 11 Μαΐου είχε ακολουθήσει και η ήττα στη μάχη της Μαλάξας, στα Χανιά. Το κλίμα, λοιπόν, όπως θα διαπιστώσουμε και από το περιεχόμενο της προκήρυξης, ήταν ήδη αρνητικό. Ενώ ήταν ήδη γνωστό ότι στο νησί κατευθυνόταν ο αιγυπτιακός στόλος, υπό τον γαμπρό του Μεχμέτ Αλή, Χασάν πασά.
Με την προκήρυξη –την οποία παρουσιάσαμε στις 21 Μαρτίου 2011- ο αρχιστράτηγος της Κρήτης προσπαθούσε να αφυπνίσει τους Κρήτες, σημειώνοντας μάλιστα ότι ο «Αλέξανδρος Πατέρας του γένους», ο τσάρος, δηλαδή, της Ρωσίας, ετοιμαζόταν να χτυπήσει τους Τούρκους και να βοηθήσει τους Έλληνες να απελευθερωθούν. Το κείμενο απευθυνόταν στους «Γραικούς της Κρήτης», μέσω των οπλαρχηγών και καπεταναίων τους. Όπως φαίνεται και στο χειρόγραφο που δημοσιεύουμε, το συγκεκριμένο απευθυνόταν στον πεντακοσίαρχο Αναγνώστη Παναγιώτου, έναν από τους πρώτους τέσσερις επαναστάτες στους οποίους, σύμφωνα με τον ιστορικό Βασίλειο Ψιλάκη, ο Αφεντούλιεφ απένειμε τον ανώτατο στρατιωτικό βαθμό της Κρήτης, τότε. Οι άλλοι τέσσερις ήταν ο Ρούσσος Βουρδουμπάς, ο Γεώργιος Δασκαλάκης –Τσελεπής και ο Αναγνώστης Πρωτοπαπαδάκης. Αργότερα ο βαθμός αυτός απονεμήθηκε και σε μερικούς άλλους Κρήτες, ανάμεσα στους οποίους ήταν ο Βασίλειος Χάλης, ο Χουσεΐν-Μιχαήλ Κουρμούλης, ο Γ. Δεληγιαννάκης, ο Πέτρος Μανουσέλης και ο Γ. Τσουδερός.
Εντύπωση κάνει το γεγονός ότι ο αρχιστράτηγος κατηγορούσε τους Κρήτες ότι στην ουσία είχαν αφήσει το τουφέκι κι επιδίδονταν στην πρέζα (!) και το ποτό! Πιθανότατα απευθύνει αυτή την κατηγορία προκειμένου να ελαφρύνει τη δική του θέση, που είχε επιβαρυνθεί σημαντικά μετά τις αποτυχίες στο Ρέθυμνο και στη Μαλάξα, που του χρεώθηκαν και προσωπικά.
Αυτή όμως η προκήρυξη δεν αποτύπωνε παρά την αρχή μιας πολύμηνης διαμάχης με τους φυσικούς αρχηγούς τους κρητικού αγώνα. Ο Αφεντούλιεφ με αρκετές επιστολές του προς τον Μινίστρο (υπουργό) των Εσωτερικών της εθνικής διοίκησης Ιωάννη Κωλέττη, που είχε παράλληλα τότε τα καθήκοντα του Μινίστρου του Πολέμου (αργότερα, το 1844, εκλέχτηκε πρωθυπουργός της Ελλάδας) συνέχιζε να αναφέρεται με πολύ υποτιμητικό τρόπο για τη δράση των καπεταναίων. Τους κατηγορούσε ότι όχι μόνο τον υπέσκαπταν, αλλά κι ότι είχαν αποδιοργανώσει το στράτευμα, ασχολούνταν με οικονομικές, πολλές φορές παράνομες, δραστηριότητες, ενώ τους παρουσίαζε ως άγριους που και τη ζωή του απειλούσαν και αλληλοεξοντώνονταν. Ανάλογες αναφορές στον Κωλέττη έκαναν φυσικά οι οπλαρχηγοί και καπεταναίοι, που άλλωστε ζήτησαν την απομάκρυνση του Αφεντούλιεφ, τον οποίο από το καλοκαίρι του 1822 κρατούσαν συχνά υπό επιτήρηση ή τον απομόνωναν, ώστε να μην έχει καμιά εμπλοκή στις αποφάσεις, ούτε να επηρεάζει κανένα.
Στο πλαίσιο του σημερινού αφιερώματος παρουσιάζουμε
(σελ.13-14) δύο από τις επιστολές αυτές, της Προσωρινής Διοικήσεως Κρήτης, δηλαδή της φυσικής ηγεσίας της επανάστασης, και του Αφεντούλιεφ, που δείχνουν χαρακτηριστικά το κλίμα που επικρατούσε το πρώτο διάστημα της επανάστασης στο νησί. Φυσικά τα δύο κείμενα, που απευθύνονται στον Κωλέττη, έχουν κεντρικό θέμα τους τη διένεξη των δύο πλευρών, όμως παράλληλα μας δίνουν πολύτιμες ιστορικές πληροφορίες για τις μάχες, αλλά και τις σφαγές των χριστιανών από τα τουρκικά στρατεύματα. Και οι δύο είναι του Νοεμβρίου του 1822. Η πρώτη, της Προσωρινής Διοικήσεως, είναι της 16ης Νοεμβρίου και μ’ αυτήν αποκηρύσσεται ο Αφεντούλιεφ. Η δεύτερη έχει ημερομηνία 26 Νοεμβρίου και αποτελεί ένα ραπόρτο, όπως επιγράφεται, του διωγμένου αρχιστρατήγου. Οι επιστολές αναδημοσιεύονται από τον τόμο «Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας», που είχε εκδοθεί το 1857 από τη Βουλή των Ελλήνων. Ο τόμος, στον οποίο συμπεριλαμβάνεται σχεδόν το σύνολο των εγγράφων της ελληνικής επανάστασης, υπάρχει στη Βιβλιοθήκη του Μονάχου.
Προηγουμένως αναδημοσιεύουμε την εξαιρετικής ιστορικής σημασίας έκθεση του Καλλίνικου Κριτοβουλίδη, για την οποία κάναμε λόγο παραπάνω. Αναφέρεται στη σκληρή προεπαναστατική περίοδο των Κρητών και τις βαρβαρότητες των Τούρκων. Η έκθεση είχε γραφεί ειδικά για τον τέταρτο τόμο του έργο «Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως» που συνέγραψε ο Ιωάννης Φιλήμων και κυκλοφόρησε το 1861. Η σειρά υπάρχει στη Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Πηγές
- Καλλίνικου Κριτοβουλίδη, «Απομνημονεύματα του περί της αυτονομίας της Ελλάδος πολέμου των Κρητών», εν Αθήναις 1859
- Ιωάννου Φιλήμονος, «Δοκίμιον ιστορικόν περί της Eλληνικής Eπαναστάσεως», τόμος 4, Αθήναι Τύποις Π. Σούτσα και Α. Κτενά, 1861
-Ανδρέα Μάμουκα, «Τα κατά την αναγέννησιν της Ελλάδος, ήτοι συλλογή των περί την αναγεννωμένην Ελλάδα συνταχθέντων πολιτευμάτων, νόμων και άλλων επισήμων πράξεων, από του 1821 μέχρι τέλους του 1832», εν Πειραιεί 1839
-Θεοχάρη Δετοράκη, «Ιστορία της Κρήτης», Ηράκλειο 1990
-Θεοχάρη Δετοράκη, «Κρήτη», εκδ. Περιφέρεια Κρήτης, 2005
-Pitton de Tournefort “Relation d’un voyage du Levant”, tome 1, Amsterdam, 1718
-Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη Ηρακλείου
-Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Κρήτης.
-Βιβλιοθήκη Μονάχου
-Πανεπιστημιακή Βιβλιοθήκη Γάνδης
-Εθνικό Ιστορικό Μουσείο
Του Αλέκου Α. Ανδρικάκη andrikakis@patris.gr