Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα σύγχρονη λογοτεχνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα σύγχρονη λογοτεχνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

7 Σεπτεμβρίου 2010

40 βιβλια για το φθινοπωρο

40 βιβλία για το φθινόπωρο

Επιλογή από τους τίτλους που θα κυκλοφορήσουν τους φθινοπωρινούς μήνες. Η ελληνική και η ξένη λογοτεχνία, το δοκίμιο, η φιλοσοφία, η οικονομία, η βιογραφία, η ελληνική ιστορία 

 

ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΚΟΥΖΕΛΗ | Κυριακή 5 Σεπτεμβρίου 2010
Εκτύπωση
Σε δοκιμασμένους έλληνες συγγραφείς, σε γνωστά ονόματα της διεθνούς σκηνής, σε εκδόσεις κλασικών έργων και σε βιβλία που μας βοηθούν να κατανοήσουμε την παρούσα οικονομική, πολιτική και κοινωνική συγκυρία επενδύουν οι εκδότες αυτό το φθινόπωρο. Βαλτινός, Δούκα, Καρυστιάνη, Κουμανταρέας, Μιχαλοπούλου, Παπανδρέου, Φάις, Φακίνου έρχονται με νέα πεζογραφήματα. Από τα βιβλία που θα συζητηθούν, το αμφιλεγόμενο «Το πρωτότυπο της Λώρας», το ημιτελές έργο του Ναμπόκοφ που περιμέναμε τριάντα χρόνια να αποφασίσουν η σύζυγος και ο γιος του αν θα το εκδώσουν, το «Χαστούκι» του Ελληνοαυστραλού Χρήστου Τσιόλκα, που αναστατώνει τους διεθνείς βιβλιοφιλικούς κύκλους τον τελευταίο χρόνο, η ιδιότυπη αυτοβιογραφία του Τζ. Μ. Κουτσί και ο «Κάιν», το τελευταίο μυθιστόρημα του Σαραμάγκου. Ο Ιαν Ράνκιν μάς συστήνει τον διάδοχο του Ρέμπους και ο Νικ Ρένισον γράφει μια βιογραφία του Σέρλοκ Χολμς. Οι Νουριέλ Ρουμπινί, Ντανιέλ Κοέν και άλλοι οικονομολόγοι δίνουν ερμηνείες της κρίσης και προτείνουν διεξόδους από αυτήν, ενώ ο Αλαίν ντε Μποτόν μάς παρηγορεί με τον δικό του τρόπο. Τα βιβλία των Μαρί-Μονίκ Ρομπέν, Πιερ-Αντρέ Ταγκιέφ, Πίτερ Μπερκ, Αλέξανδρου Νεχαμά συνιστούν αφορμή αφυπνιστικών προβληματισμών για τους γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς και τις εταιρείες που τους κατασκευάζουν, τη νέα μαζική κουλτούρα των θεωριών συνωμοσίας, την «υβριδοποίηση» των πολιτισμών στη νέα εποχή και την ομορφιά ως υπόσχεση ευτυχίας. Γιούργκεν Χάμπερμας και Πάπας Βενέδικτος ΙΣτ΄ συζητούν για τα θεμέλια της Ευρώπης και τη συνύπαρξη λόγου και θρησκείας. Οι στοχαστές Μισέλ Φουκό και Ουμπέρτο Εκο και οι ερωτικοί Μαρκήσιος Ντε Σαντ και Ζορζ Μπατάιγ, αλλά και η ιστορία του Βυζαντίου, του καθολικισμού και της νεότερης Ελλάδας είναι ψηφίδες της εφετινής βιβλιοπαραγωγής, η οποία μάλλον διαψεύδει τα δυσοίωνα ότι «δεν βγαίνουν πια καλά βιβλία» και επιβεβαιώνει ότι σε καιρούς κρίσης η ποιότητα είναι αυτό που επιβιώνει.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ1 | ΜΑΡΩ ΔΟΥΚΑ
Το δίκιο είναι ζόρικο πολύ
(Πατάκης)
Πώς και γιατί οι Γερμανοί παρέμειναν στα Χανιά ως τον Ιούνιο του 1945; Μια φοιτήτρια από τα Χανιά, με αφορμή ένα έγγραφο που πέφτει στα χέρια της, σκαλίζει την ιστορία του παππού της και τη νεότερη ιστορία της πόλης της στο νέο μυθιστόρημα της Μάρως Δούκα, που μπορεί να θεωρηθεί το δεύτερο μέρος μιας τριλογίας που ξεκίνησε με το Αθώοι και φταίχτες και θεματικούς άξονες τον μύθο και την Ιστορία.

2 | ΘΑΝΑΣΗΣ ΒΑΛΤΙΝΟΣ
Ο τελευταίος Βαρλάμης
(Εστία)
Ενα μακρύ διήγημα, όπου το πραγματικό και το φανταστικό συμπλέκονται με ένταση σε μια πυκνή αφήγηση όλης σχεδόν της νεοελληνικής ιστορίας. Εχει ιδιαίτερη σημειολογική σημασία, καθώς είναι το πρώτο λογοτεχνικό κείμενο που εκφωνήθηκε αντί ομιλίας στην Ακαδημία Αθηνών, κατά την επίσημη τελετή υποδοχής του συγγραφέα ως τακτικού μέλους της.

3 | ΕΥΓΕΝΙΑ ΦΑΚΙΝΟΥ
Οδυσσέας και μπλουζ
(Καστανιώτης)
Δύο χρόνια μετά το Για να δει τη θάλασσα , το μυθιστόρημα της μνήμης, η Ευγενία Φακίνου επιστρέφει με ένα νέο βιβλίο. Οι θεματικοί του άξονες διαχρονικοί, αγγίζουν τα βασικά της ανθρώπινης ύπαρξης: τον έρωτα, τον θάνατο, τη μοναξιά, τον φόβο για το διαφορετικό.

4 | ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ
Ερωτας υπό αίρεση
(Καστανιώτης)
Με τη λογοτεχνική φόρμα με την οποία μας πρωτοσυστήθηκε ως συγγραφέας επιστρέφει ο Νίκος Παπανδρέου. Το νέο του βιβλίο είναι μια συλλογή διηγημάτων με χαρακτήρες όλων των ηλικιών και των τάξεων που ερωτεύονται ή υποφέρουν στην αμερικανική ήπειρο ή στην ελληνική ύπαιθρο από το 1960 ως σήμερα.

5 | ΜΙΣΕΛ ΦΑΪΣ
Πορφυρά γέλια


Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=56&artId=352429&dt=05/09/2010#ixzz0yqQpYXaZ


http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=56&artId=352429&dt=05/09/2010#ixzz0ydX19ekU

Βικτoρια Χισλοπ «Εδω στην Ελλαδα, στις παρεες γελατε ακομη...»

«Εδώ στην Ελλάδα, στις παρέες γελάτε ακόμη...»

Γράφει η Εριφύλη Μαρωνίτη

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: Σάββατο 28 Αυγούστου 2010

Το 1905  η Σπιναλόγκα  χρησιμοποιήθηκε ως  λεπροκομείο,  όπου  οδηγήθηκαν  όλοι οι λεπροί  της Κρήτης.  Εκλεισε το  1957 όταν οι  λεπροί  θεραπεύτηκαν  με την  ανακάλυψη των  αντιβιοτικών  φαρμάκων
«Ολοι αυτοί οι απλοί άνθρωποι έζησαν τόσο δύσκολα και όμως δεν το έβαλαν κάτω. Δεν υπέμειναν τη μίζερη ζωή τους, αλλά προσπάθησαν για μια άλλη ζωή, αυτήν-αυτές που πραγματεύομαι στο βιβλίο». Είναι η Βικτόρια Χίσλοπ που έκανε την έκπληξη με το μπεστ σέλερ της για το νησί των λεπρών και επιστρέφει στο προσκήνιο με αφορμή την τηλεοπτική μεταφορά του
«Στο Νησί, η επιλογή δεν υπήρξε ακριβώς δική μου. Η Σπιναλόγκα περίμενε...», λέει στο «Βιβλιοδρόμιο» η βρετανή συγγραφέας. «Εκανα διακοπές με την οικογένειά μου στην Κρήτη και ένα απόγευμα επισκεφθήκαμε μαζί με άλλους τουρίστες το νησί. Η ατμόσφαιρα, η επίδραση πάνω μου ήταν καταλυτική. Και η ανάγκη να αρχίσω μια ιστορία, επιτακτική! Δεν περιφερόμουν αναζητώντας θέμα για να γράψω εκείνη την εποχή. Στην πραγματικότητα, δεν έγραφα καν μυθοπλασία όταν άρχισα τοΝησί. Οταν όμως πήγα σε εκείνο τον τόπο, το ένιωσα το θέμα, την ιστορία που περίμενε, την ιστορία».

Πηγαίνατε συχνά στην Κρήτη και παρακολουθούσατε τα γυρίσματα για το τηλεοπτικό σίριαλ. Εντυπώσεις, σχόλια;
Ολα προχωρούσαν πολύ καλά. Παραγωγή, σκηνοθεσία, ερμηνείες και γυρίσματα είναι υψηλής ποιότητας. Είμαι ευτυχής και νομίζω ότι και οι θεατές πραγματικά θα εντυπωσιαστούν. Αλλωστε συνεργάστηκα εξαρχής πολύ καλά με τη Μιρέλλα Παπαοικονόμου που έκανε την τηλεοπτική μεταφορά. Μου διάβαζε τα σενάριά της και με βοηθούσε, μεταφράζοντας, να παρακολουθώ την εξέλιξη της ιστορίας και εγώ σημείωνα τα τυχόν σχόλιά μου.

Και είναι πιστή στο βιβλίο σαςη τηλεοπτική μεταφορά;
Οταν μεταφέρεις ένα βιβλίο στον κινηματογράφο, η υπόθεση συμπτύσσεται. Για 26 όμως τηλεοπτικά επεισόδια πρέπει να επεκταθείς. Το σίριαλ παρουσιάζει όλα όσα υπάρχουν στο βιβλίο μου, αλλά μαζί με καινοτομίες, νέα πρόσωπα κυρίως, που ζουν στη Σπιναλόγκα και σχετίζονται με τους ήρωες του βιβλίου. Θα δείτε...
http://www.tanea.gr/default.asp?pid=2&ct=19&artid=4591366&enthDate=28082010

Αννα,Μαρία,Σοφία,Ελένη,Αλέξις- οι γυναίκες κυριαρχούν στο «Νησί». Θα αναγνωρίζατε σε κάποια τον εαυτό σας;
Αυτοβιογραφικά στοιχεία έχει η Ελένη, αλλά από τη μητέρα μου. Την είχα έντονα στο μυαλό μου όταν έγραφα για την Ελένη. Η ίδια όμως δεν ταυτίζομαι με κάποια από τις γυναίκες. Υπάρχουν αυτοβιογραφικά στοιχεία διάσπαρτα σε διάφορα πρόσωπα, αλλά κανένα δεν είμαι εγώ. Θα ήθελα να είμαι καλή σαν τη Μαρία, αλλά το ξέρω πως δεν είμαι!

Περισσότερο στο επόμενο μυθιστόρημά σας, τον «Γυρισμό», όπου ίσως το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας εκτυλίσσεται με έντονη δραματικότητα στον ισπανικό Εμφύλιο, και λιγότερο στο «Νησί», η μυθοπλασία διασταυρώνεται με την Ιστορία.Ο λόγος;
Είναι μια μανία που με έπιασε γύρω στα σαράντα. Να ψάχνω και να μαθαίνω τι είχε συμβεί σε έναν τόπο, προτού τον επισκεφθώ. Η ιστοριογραφία έχει την κληρονομιά της. Το χθες επηρεάζει το σήμερα. Γιατί γράφω για την Ελλάδα και την Ισπανία; Γιατί ενώ είναι τα μέρη όπου πηγαίνουμε για διακοπές, οι γνώσεις μας γι΄ αυτά συνήθως είναι μηδενικές και επιδερμικές! Θέλησα λοιπόν να μάθω περισσότερα και άρχισα να ψάχνω. Περισσότερο ίσως για την Ισπανία, λιγότερο για το «Νησί». Εκατομμύρια Βρετανοί πηγαίνουν κάθε χρόνο στην Ισπανία και οι περισσότεροι δεν έχουν ιδέα ούτε για τον φοβερό Εμφύλιο ούτε για τη δικτατορία του Φράνκο.

6 Σεπτεμβρίου 2010

Βραβειο τιμης στην Ιζαμπελ Αλιεντε

Έπειτα από χρόνια διαλογισμού στην Χιλή η συγγραφέας Γκαμπριέλα Μιστράλ τιμήθηκε με το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας της χώρας της.

Μην μπορώντας να συγκρατήσει τα δάκρυά της η η Λατινοαμερικανίδα συγγραφέας που ζει στην Καλιφόρνια και "σκίζει"  με τις μεγαλύτερες πωλήσεις βιβλίων και τις περισσότερες μεταφράσεις έπιασε στα χέρια της …την αναγνώριση των κόπων της!

Φυσικά βρέθηκαν από το ένα στρατόπεδο οι υποστηρικτές του έργου της Αλιέντε και από την άλλη όσοι ισχυρίζονται ότι η συγγραφέας δεν μπορεί να αναγνωρισθεί ως λογοτέχνης, αλλά απλώς ως δημιουργός ευπώλητων βιβλίων.

"Εάν το βραβείο δινόταν με απόφαση των συναδέλφων μου, δεν θα το έπαιρνα ποτέ", δήλωσε η Ιζαμπέλ Αλιέντε στη χιλιανή τηλεόραση. "Αυτό είναι αποτέλεσμα μίας εκστρατείας των αναγνωστών μου. Εγώ δεν θέλω να βρεθώ μπλεγμένη ανάμεσα στα πόδια των αλόγων".

Η 68χρονη Αλιέντε, της οποίας ο πατέρας ήταν εξάδελφος του Χιλιανού προέδρου, Σαλβαδόρ Αλιέντε, δήλωσε ότι δεν περίμενε πως θα της απονεμόταν το Βραβείο Λογοτεχνίας της χώρας της. "Στη Χιλή, όπως και σε πολλές χώρες, οι άνθρωποι δεν συγχωρούν την επιτυχία, εκτός εάν κάποιος είναι ποδοσφαιριστής", εξήγησε η Ιζαμπέλ Αλιέντε.

24 Αυγούστου 2010

Ο συγγραφεας ως αναγνωστης

Ο συγγραφέας ως αναγνώστης
ΝΑΣΟΣ ΒΑΓΕΝΑΣ | Κυριακή 31 Μαΐου 2009

Ο συγγραφέας ως αναγνώστης είναι ένας ιδιότυπος αναγνώστης. Ο ακριβέστερος προσδιορισμός αυτής της ιδιοτυπίας μπορεί, πιστεύω, να αποδοθεί με τη λέξη ιδιοτέλεια. Ο συγγραφέας (μιλάω κυρίως για τον άνθρωπο που γράφει λογοτεχνικά έργα) είναι ένας ιδιοτελής αναγνώστης, γιατί όταν διαβάζει (όταν διαβάζει κυρίως λογοτεχνικά έργα) εκείνο που καθοδηγεί και διακρίνει την αναγνωστική προσοχή του είναι περισσότερο η επιθυμία του να ανακαλύψει στα έργα των ομοτέχνων του στοιχεία που θα τον βοηθήσουν να συνθέσει το δικό του έργο.

Αναφέρομαι βέβαια στη λειτουργία της επίδρασης η οποία ζει και υγιαίνει παρ΄ ότι η λέξη έχει αφρόνως εξοστρακιστεί από την καινοθηρία ενός υποτιθέμενου κριτικού εκσυγχρονισμού και αντικατασταθεί από τον όρο διακειμενικότητα· ο οποίος είναι μεν χρήσιμος για να δηλώσει γενικά τις σχέσεις μεταξύ των κειμένων, αλλά καθώς χρησιμοποιείται αδιακρίτως για να δηλώσει και κάθε μορφή διακειμενικής σχέσης, στην περίπτωση της λογοτεχνικής επίδρασης δεν σημαίνει τίποτε. Δεν γνωρίζω όρο ακριβέστερο από τη λέξη επίδραση για να εκφράσει, στις σχέσεις μεταξύ κειμένων, εκείνο που εννοούμε με τη λέξη επίδραση. Και καθώς η λογοτεχνική επίδραση υπάρχει ακόμη και θα εξακολουθήσει να υπάρχει, παρά τα διαθρυλούμενα περί θανάτου του συγγραφέα, θα ήμουν πρόθυμος να χρησιμοποιήσω έναν καταλληλότερο όρο, αν μου τον υπεδείκνυε κάποιος.

Η επίδραση είναι η κινητήρια δύναμη της λογοτεχνίας. Το λεγόμενο ότι η λογοτεχνία βγαίνει σε μεγαλύτερο βαθμό μέσα από τη λογοτεχνία παρά μέσα από τη ζωή είναι αληθινό, γιατί τις περισσότερες από τις θρεπτικές της ουσίες η λογοτεχνία τις παίρνει από την ίδια τη λογοτεχνία και γιατί και η λογοτεχνία και η ανάγνωση της λογοτεχνίας είναι ζωή. Η αναγνωστική εμπειρία του συγγραφέα λοιπόν είναι και αυτή μια εμπειρία ζωής, και μάλιστα ζωής συμπυκνωμένης, μέσα από την οποία δοκιμάζεται η εκτός λογοτεχνίας ζωή του και πορεύεται η λογοτεχνική του ζωή.

Διαφορετικά από εκείνη του επαρκούς και του κοινού αναγνώστη, η οποία τελείται σε δύο χρονικές διάρκειες, η αναγνωστική εμπειρία του συγγραφέα λειτουργεί σε τρεις χρόνους. Πρώτον, στον χρόνο της «πραγματικής» ανάγνωσης, σ΄ εκείνον δηλαδή κατά τον οποίο ο αναγνώστης διαβάζει ένα κείμενο. Δεύτερον, στον χρόνο εκείνης της «ανάγνωσης» που θα μπορούσε να ονομαστεί μνημική. Διότι η εμπειρία της ανάγνωσης ενός λογοτεχνικού έργου, όταν το έργο μάς έχει πει κάτι, δεν τελειώνει με την «πραγματική» ανάγνωσή του. Αυτή είναι η πράξη της γνωριμίας μας με αυτό. Η εμπειρία ενός λογοτεχνικού έργου είναι και η εμπειρία της ανάμνησής του, και αυτό δεν είναι το ίδιο με την εμπειρία της ανάγνωσής του· γιατί τα νέα βιώματά μας, που έχουν παρεμβληθεί στο μεταξύ, τροποποιούν την ανταπόκρισή μας προς αυτό. Κάθε φορά που θυμόμαστε ένα σημαντικό για μας λογοτεχνικό κείμενο το ξαναδιαβάζουμε ενδιαθέτως, με διαφορετική χρονική διάρκεια. Η ανάγνωσή του δεν τελειώνει ποτέ.

Με εσωτερικότερες διεργασίες συνεχίζεται η ανάγνωση ενός έργου κατά τον τρίτο αναγνωστικό χρόνο, που είναι χρόνος αποκλειστικά του συγγραφέα· συνεχίζεται όταν έχει γίνει με τον τρόπο του συγγραφέα (γιατί ο συγγραφέας διαβάζει ως συγγραφέας μόνο τα κείμενα που αισθάνεται ότι μπορούν να ικανοποιήσουν τη συγγραφική του ιδιοτέλεια- τις περισσότερες φορές διαβάζει σαν επαρκής ή κοινός αναγνώστης). Συνεχίζεται η ανάγνωσή του και πέρα από τη μνημική επαφή με το κείμενο, λανθανόντως, όταν το κείμενο κοιμάται μέσα του, ως ένα είδος ανεπίγνωστης κυοφορίας, η οποία εκβάλλει σε στιγμές απροσδόκητης καρποφορίας. Αυτές οι στιγμές φέρνουν στην επιφάνεια στοιχεία από τα βαθύτερα κοιτάσματα της ψυχής ενός συγγραφέα.

Επίδραση και ανάγνωση έτσι είναι έννοιες ομόσημες. Το αποτέλεσμα της συγγραφικής ανάγνωσης ενός συγκεκριμένου κειμένου λειτουργεί λοιπόν και επιδρά σε έναν συγγραφέα είτε συνειδητά (κατά τη διάρκεια της «πραγματικής» ανάγνωσης του κειμένου), είτε προσυνειδητά (διά της μνημικής ανάγνωσής του), είτε ασύνειδα (όταν το αναγνωστικό απόσταγμα δρα ενδοφλεβίως). Εννοείται ότι τα όρια ανάμεσα σε αυτά τα τρία επίπεδα είναι δυσδιάκριτα. Εννοείται επίσης ότι, όταν ερευνάμε τη σχέση της επίδρασης ενός συγγραφέα σε έναν άλλον, θα πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί για να μη χάνουμε από τα μάτια μας τα ευρύτερα διακειμενικά συμφραζόμενα, στο πλαίσιο των οποίων πραγματοποιείται αυτή η σχέση.

Ο χαρακτηρισμός του συγγραφέααναγνώστη ως ιδιοτελούς δεν θα πρέπει να νοηθεί με την τρέχουσα έννοια του επιθέτου. Διότι ο συγγραφέας αποδίδει πάντοτε την οφειλή του στο έργο από το οποίο οικειοποιήθηκε ό,τι μπορούσε να τον θρέψει. Οπως η οικειοποίηση αυτή είναι μια φυσική πράξη, έτσι και η ανταπόδοση των τροφείων πραγματοποιείται φυσικά, με την ευδοκίμηση του έργου του νεότερου συγγραφέα, η οποία αναδεικνύει τη σπουδαιότητα του έργου-τροφού. Τα στοιχεία του έργου-τροφού τα οποία έχει απορροφήσει το νεότερο έργο κάνουν τον επαρκή αναγνώστη να διαβάζει το παλαιότερο έργο διαφορετικά, όχι μόνο από τον τρόπο με τον οποίο το διάβαζαν οι άνθρωποι της εποχής του- πράγμα ούτως ή άλλως αναμενόμενο- αλλά και από τον τρόπο ανάγνωσης των δικών του σύγχρονων κοινών αναγνωστών, αναγνωρίζοντας σε αυτό μια δυναμική η οποία δεν ήταν ορατή την εποχή της εμφάνισής του.

Ο κ. Νάσος Βαγενάς είναι καθηγητής της Θεωρίας και Κριτικής της Λογοτεχνίας στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&artid=271000&ct=122&dt=31/05/2009#ixzz0xVgXOMjm

Ερωτικeς και... ελληνοτουρκικες ιστοριες διαβαζουν οι Ελληνες αυτο το καλοκαιρι

ΡΕΠΟΡΤΑΖ ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΚΟΥΖΕΛΗ | Τρίτη 13 Ιουλίου 2010
Εκτύπωση Αποστολή με Email
Μικρό μέγεθος γραμματοσειράς Μεσαίο μέγεθος γραμματοσειράς Μεγάλο μέγεθος γραμματοσειράς
Προσθήκη στο Delicious Προσθήκη στο Facebook Προσθήκη στο Newsvine Bookmark

Μαγιό, καπέλο, αντηλιακό, βιβλίο για την παραλία. Αυτά είναι τα απαραίτητα των διακοπών, με το βιβλίο να αποτελεί ένα από τα βασικά καταναλωτικά αγαθά του καλοκαιριού. Και αν κάποιοι μπορεί να δυσανασχετήσουν από τη γειτνίαση του βιβλίου με το αντηλιακό στην ίδια πρόταση, ας θυμηθούν ότι η κουλτούρα, όπως και ο Θεός, δεν έχει συγκεκριμένο μέρος όπου λατρεύεται.

Με δεδομένο ότι βιβλίο και διακοπές πάνε μαζί, λοιπόν, ο Ιούνιος και ιδίως ο Ιούλιος, μήνες αναχώρησης για εξοχές και θάλασσες, είναι οι πιο ευνοημένοι της αγοράς του βιβλίου. Τι γίνεται όμως όταν η οικονομική κρίση και η αβεβαιότητα επηρεάζουν ή ματαιώνουν τις εφετινές διακοπές; Εχει αυτό επίδραση στην αγορά του βιβλίου; «Το Βήμα» έκανε μια βόλτα σε τρία από τα μεγάλα βιβλιοπωλεία του κέντρου της Αθήνας (Ελευθερουδάκης, Ιανός, Πολιτεία) και σε ένα των προαστίων (Ευριπίδης στη Στοά στο Χαλάνδρι), «ελέγχοντας» την αγοραστική κίνηση και ρωτώντας για τα δέκα βιβλία με τις καλύτερες πωλήσεις στο διάστημα από 1η Ιουνίου ως 8 Ιουλίου.

«Υπήρχε σαφής πτώση σε σχέση με τους αντίστοιχους μήνες της προηγούμενης χρονιάς» λέει ο κ. Σταμάτης Σαμαράς, υπεύθυνος του Ευριπίδη στη Στοά, επιβεβαιώνοντας όσα ακούγονται στην αγορά, «η οποία όμως είναι ελεγχόμενη όσον αφορά εμάς και κυμαίνεται γύρω στο 10%». O Ιούνιος, εν μέσω της αβεβαιότητας για την οικονομική κατάσταση της χώρας και των κυβερνητικών ανακοινώσεων για τα μέτρα λιτότητας, «δημιούργησε αμηχανία στο αναγνωστικό κοινό και πάγωσε τις αγορές του. Σε αυτό θα πρέπει να συνυπολογιστεί και το γεγονός ότι η Εργατική Εστία δεν μοίρασε εφέτος κουπόνια για βιβλία. Τον Ιούλιο όμως, κατ΄ εξοχήν μήνα του βιβλίου, η κίνηση ανέκαμψε» συνεχίζει ο κ. Σαμαράς.

Λογοτεχνία για γυναίκες, αστυνομική λογοτεχνία, ιστορία, πολιτική και δοκίμιο είναι τα είδη που απαρτίζουν την πρώτη δεκάδα, με τα ευπώλητα και επιτυχημένα βιβλία του εξαμήνου να συνθέτουν την εικόνα. Το στερεότυπο που θέλει τη λογοτεχνία να είναι η μεγάλη ευνοούμενη του καλοκαιριού παραμένει, με επτά στα δέκα βιβλία της λίστας των βιβλιοπωλείων να είναι λογοτεχνικά. Πρωταγωνιστεί η λεγόμενη λογοτεχνία για γυναίκες με το «Τελευταίο τσιγάρο» (Εκδόσεις Ψυχογιός) της Λένας Μαντά, το οποίο είναι το πρώτο σε απόλυτους αριθμούς (1.342 αντίτυπα). Ακολουθεί, από την ίδια κατηγορία, η «Λευκή ορχιδέα» της Καίτης Οικονόμου (επίσης Εκδόσεις Ψυχογιός). Π ιο εκλεπτυσμένες παρουσιάζονται οι προτιμήσεις των πελατών του βιβλιοπωλείου Πολιτεία: στις λογοτεχνικές επιλογές το «Τελευταίο τσιγάρο» και τη «Λευκή ορχιδέα» αντικαθιστούν το «Γυναικών» (Εκδόσεις Μελάνι) του Μιχάλη Γκανά και η «Συνάντηση» (Εκδόσεις Εστία) του Μίλαν Κούντερα, ενώ την πρώτη δεκάδα συμπληρώνουν πολλά δοκίμια «Εξι λοξοί στοχασμοί» (Εκδόσεις Scripta) του Σλάβοϊ Ζίζεκ, «Η Μεγάλη Ιδέα» (Εκδόσεις Τυπωθήτω) του Βασίλη Κρεμμυδά κ.ά.

Τα βιβλία όμως που βρίσκονται σταθερά στην πρώτη δεκάδα και στα τέσσερα βιβλιοπωλεία που ρωτήσαμε δεν είναι λογοτεχνικά. Εντυπωσιακές είναι οι πωλήσεις στο διάστημα αυτού του ενάμιση μήνα (1.293 αντίτυπα) του βιβλίου «Το στρατηγικό βάθος» (Εκδόσεις Ποιότητα) του κ. Αχμέτ Νταβούτογλου , του τούρκου υπουργού Εξωτερικών και καθηγητή Διεθνών Σχέσεων· ένα βιβλίο που εξετάζει τις στρατηγικές και τακτικές της τουρκικής διπλωματίας και το βαθύτερο φιλοσοφικό και κοσμοθεωρητικό υπόβαθρο της πολιτικής ηγεσίας της Τουρκίας των δέκα τελευταίων ετών.

Το δεύτερο βιβλίο που βρέθηκε στα ευπώλητα κατά το συγκεκριμένο διάστημα και στα τέσσερα βιβλιοπωλεία ήταν το «Συνδεδεμένοι» (Εκδόσεις Κάτοπτρο) των Νίκολας Α. Χρηστάκης και Τζέιμς Χ. Φόουλερ, οι οποίοι εκθέτουν με συναρπαστικό τρόπο στοιχεία για τα κοινωνικά δίκτυα που επηρεάζουν τη ζωή μας.

Μήπως εντέλει η κρίση που μας χτυπά την πόρτα μάς κάνει να θέλουμε να γίνουμε περισσότερο κριτικοί, με καλύτερη ενημέρωση για τους γείτονες και το περιβάλλον μας και τη θέση μας σε αυτό, αλλάζοντας και τις καταναλωτικές μας συνήθειες;

Η έκπληξη: Δημουλά εναντίον Μαντά
Η μεγάλη έκπληξη ήταν η δεκάδα των ως τώρα θερινών ευπώλητων του βιβλιοπωλείου Ιανός, στη Σταδίου. Στην πρώτη θέση, με 501 αντίτυπα, βρίσκεται η συλλογή «Τα εύρετρα» (Εκδόσεις Ικαρος) της Κικής Δημουλά . Ακολουθεί, με δεκαπέντε αντίτυπα διαφορά, το «Τελευταίο τσιγάρο» της Λένας Μαντά. «Ηταν εντυπωσιακό ακόμη και για εμάς» λέει στο «Βήμα» ο εκδότης και διευθυντής του Ιανού κ. Βασίλης Χατζηιακώβου, «παρ΄ ότι το τμήμα της ποίησης στο συγκεκριμένο βιβλιοπωλείο της αλυσίδας Ιανός είναι εξαιρετικά ενημερωμένο και ελκύει μεγάλο αριθμό πελατών».

Ο υποβιβασμός της βασίλισσας των μπεστ σέλερ από τη βραβευμένη ποιήτρια μέσα στο μεσοκαλόκαιρο αποδεικνύει ότι «η Δημουλά αποτελεί σταθερή αξία στην ποίηση και έχει ένα πιστό αναγνωστικό κοινό που περιμένει με αγωνία το επόμενο βιβλίο της» σχολιάζει ο κ. Χατζηιακώβου.

Διαβάστε περισσότερα: www.tovima.gr/default.asp?pid=46&ct=60&artId=308884&dt=13%2F07%2F2010#ixzz0xWwBpPt1

At last - a beach book with a heart

The Island
by Victoria Hislop

It takes a brave writer to set her first novel on a Greek island, to populate it with an assortment of eccentric characters and follow the turbulent love lives of the women. All this against a backdrop of the Second World War. Brave because one might imagine that Louis de Bernières's Captain Corelli's Mandolin had already cornered the market in quirky Mediterranean love stories.

Victoria Hislop, however, has found a very different island, off Crete, for her first book. It is called Spinalonga and it is where lepers were banished to die.

Her story begins in London with Alexis Fielding, a self-assured young woman compelled to discover more about her Cretan mother's past, a past she is mysteriously unwilling to discuss. Her journey takes her back to Crete and to an old family friend who narrates Alexis's family history through three tumultuous generations.

The backbone of her tale is the relationship between two very different sisters: vibrant Anna who is as ambitious as she is beautiful, and Maria, obedient, sensible and faithful. While it might seem as though we've seen these types many times before, along with the loyal but dull husband, the lover who turns out to be a cad, the lovelorn widower who all also appear in the book, The Island fascinates when it shifts to Spinalonga.

Leprosy may be the world's oldest known disease, but it is also one of its most misunderstood. To the fishermen and their families on Crete who can see the leper colony, the first symptom - dry, numb patches on the skin - is to be dreaded. Leprosy, they imagine, is highly contagious. It means a slow and agonising path to death, cast out by loved ones and forced to live out your days with an incurable illness.

The revelation is that, in Hislop's imagination, Spinalonga is more civilised than many aspects of the mainland. There are deaths, but there are marriages, too. These are people imprisoned behind fortressed walls but they have rights and freedoms that gradually come to heal.

In many respects, despite its meticulous research into Cretan culture, Hislop has written a beach novel predictably packed with family sagas, doomed love affairs, devastating secrets. However, she also forces us to reflect on illness, both the nasty, narrow-mindedness of the healthy and the spirit of survival in the so-called 'unclean'. Her message seems as relevant today as it would have been a century ago. Same prejudice, different disease.

"The Island"

Victoria Hislop's first novel "The Island" is an international bestseller. It was selceted for the Richard and Judy Summer Read, and won Victoria the "Newcomer of the Year" Award at the Galaxy British Book Awards 2007. It has been translated into more than a dozen languages.

The Island by Victoria Hislop

http://www.illiterarty.com/reviews/book-review-island-victoria-hislop

A story about the loves, lives and losses of four generations of Greeks; from the fishing village Plaka to London; and the devastating effect of the island off the coast of Plaka: Spinalonga.
The story

Alexis Fielding, a Londoner, is holidaying on Crete and is in a turmoil of indecisiveness. She has knows there are deep dark family secrets on the side of her mother, Sophia, who came from Crete but has always refused to mention anything about her past. She also doesn’t think she loves her long-term boyfriend, Ed, but she doesn’t really understand love and passion. So she is astounded when her mother agrees that she should visit Sophia’s home town, and some of her friends, to finally discover the secrets in her mother’s past.

Alexis leaves Ed sulking in Hania while she makes the long journey to the tiny fishing village of Plaka; her mother’s home town. She is surprised to find that just out to sea from Plaka sits Spinalonga—once the enforced colony for all of Crete’s lepers. Alexis seeks out Fontini, the woman to whom her mother has entrusted with telling their family history. Alexis not only discovers her deep connection to Plaka, but also her equally deep connection to Spinalonga. As Fontini’s tale unfolds, Alexis is drawn into the story of her family, and the passionate loves, hates, and lives of the villagers. And of course, their silent neighbours across the water.
The style

Victoria Hislop has tried to create a four generation family saga, as is the popular and done thing in some circles. She’s got the correct elements in play; secrets, lies, betrayal, deceit, scandal, love, leprosy (okay, maybe leprosy isn’t an essential element of the genre, but you get the drift). She has the exotic setting (for all those non-Creteans out there). She has a cast of characters who are flung across the spectrum from saintly to evil. She even has the obligatory war-disrupts-lives vibe. It’s all there. I have read some really amazing examples of the genre that have absolutely blown me away and The Island, unfortunately, is not going to be added to that list. It left me luke-warm, at best. And the worst part is that it had so much promise!

The Island is divided into four parts, and the whole thing is told from the third person limited perspective. Part one, in the present, is mainly told with Alexis. Part two and three make up the bulk of the story, and flick back to the past. This bit of the story is being told by Fontini, but obviously for ease of telling it is told third person narrative from various points of view, although mainly that of Maria, Sophia’s aunt. The fourth and final part is back to the present with Alexis and Sophia.
συνέχεια http://www.illiterarty.com/reviews/book-review-island-victoria-hislop

23 Αυγούστου 2010

Δημητρης Μπουραντας: "Η ποιοτικη λογοτεχνια ειναι αδυναμη να επηρεασει την κυριαρχη κουλτουρα"

πηγή:P
Δ.Μπουραντάς: "Η ποιοτική λογοτεχνία είναι αδύναμη να επηρεάσει την κυρίαρχη κουλτούρα"

Συντάκτης: Ειρήνη Σπυριδάκη
Κυριακή, 11 Ιούλιος 2010 13:53

Από μια εξαιρετικά επιτυχημένη καριέρα στα πανεπιστημιακά έδρανα, και από τη συγγραφή πλήθους επιστημονικών βιβλίων που αφορούν στη διοίκηση επιχειρήσεων και το μάρκετινγκ, ο Δημήτρης Μπουραντάς εισέρχεται στο χώρο της λογοτεχνίας, συστήνοντας στους αναγνώστες το μυθιστόρημα «Όλα σου τα’ μαθα, μα ξέχασα μια λέξη», το οποίο σημείωσε πρωτοφανή για τα ελληνικά δεδομένα εμπορική επιτυχία. Στη συνέντευξη που μας παραχώρησε, ο Πανεπιστημιακός δάσκαλος και συγγραφέας αναλύει τους λόγους που τον ώθησαν στη λογοτεχνική έκφραση, σκιαγραφεί τα μελανά σημεία της σύγχρονης ελληνικής πραγματικότητας, και αναπτύσσει τη θεωρία του για τη χρησιμότητα των αλλαγών στη ζωή και την ελευθερία της επιλογής των ανθρώπων. Ο κ. Μπουραντάς αναφέρεται, μεταξύ των άλλων, στη δύναμη και τις παγίδες του διαδικτύου, καθώς και στην αποστολή της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας.

- Έχετε συγγράψει πλήθος βιβλίων για τη διοίκηση επιχειρήσεων και το μάνατζμεντ. Τι ήταν εκείνο που σας ώθησε να γράψετε ένα λογοτεχνικό βιβλίο και πώς οι γνώσεις σας από τον επιστημονικό χώρο παρεισέφρησαν σε αυτό;

Πιστεύω ότι η αποστολή μου, ως καθηγητής, δεν είναι να διδάσκω στο Πανεπιστήμιο ή σε στελέχη και να συμβουλεύω επιχειρήσεις. Αυτά είναι η δουλειά μου για την οποία πληρώνομαι. Αποστολή και κοινωνική μου ευθύνη είναι να συμβάλλω στην οικονομική και κοινωνική ευημερία και πρόοδο, διαδίδοντας γνώσεις, έννοιες, αξίες και αρχές από την επιστήμη που υπηρετώ. Η ιδέα να γράψω αυτό το βιβλίο δεν ήταν έμπνευση αλλά υποχρέωση που πηγάζει από αυτή την αίσθηση αποστολής και κοινωνικής ευθύνης. Αποφάσισα να γράψω μυθιστόρημα και όχι δοκίμιο, διότι μέσα από τις ιστορίες και τους μύθους, έννοιες, αξίες και γνώσεις γίνονται πιο χειροπιαστές, κατανοητές ίσως και αποδέκτες, αφού ταυτόχρονα απευθύνονται στο μυαλό, τη ψυχή και την καρδιά των ανθρώπων.

- Στο βιβλίο σας «Όλα σου τα ’μαθα, μα ξέχασα μια λέξη» αναλύετε τη θεωρία σας για την ύπαρξη δύο Ελλάδων. Πόσο αισιόδοξος είστε σήμερα για την βιωσιμότητα της μικρής φερέλπιδος Ελλάδας, σε αντιπαράθεση με τη μεγάλη Ελλάδα που οπισθοδρομεί;

Είναι αλήθεια ότι στο βιβλίο περιγράφω ουσιαστικά τα αίτια που οδήγησαν στην οικονομική και πολιτική χρεοκοπία την πατρίδα μας, δηλαδή, την κυριαρχία της διαπλοκής, της διαφθοράς, της ανευθυνότητας του ατομισμού, της αναξιοκρατίας, της αρπαχτής, της απερίσκεπτης κατανάλωσης, του ωχαδερφισμού, της μιζέριας, ταυτόχρονα με τη «μικρή» Ελλάδα της δημιουργίας, της εντιμότητας, της ανταγωνιστικότητας, της υγιούς επιχειρηματικότητας και της υπευθυνότητας. Παρότι το κατεστημένο πολιτικό σύστημα που είναι υπεύθυνο για την «μεγάλη» Ελλάδα έχει χρεοκοπήσει και χαροπαλεύει, δεν είμαι αισιόδοξος για την ανατροπή του, αφού αυτό απαιτεί πρωτοβουλίες από ανθρώπους της «μικρής» Ελλάδας, πράγμα που εκτιμώ ότι είναι πολύ δύσκολο. Δεν αποκλείεται όμως να υπάρξουν πολίτες της «μικρής» Ελλάδας που θα συναντηθούν, θα ανασυστηθούν και κοιταχθούν στα μάτια, θα ξαναονειρευτούν και να επιχειρήσουν ένα νέο ξεκίνημα. Πιστεύω ότι έχουμε ακόμη δυνατότητες να ξαναονειρευτούμε και να κάνουμε το όνειρο της «μικρής» Ελλάδας πραγματικότητα, μετατρέποντάς την σε μεγάλη Ελλάδα. Για παράδειγμα, πήραμε να ιδρύσουμε το Κύκλο των Χαμένων Αξιών που αναφέρεται στο βιβλίο, με σκοπό να συμβάλλουμε στην αναγέννηση του πολιτικού πολιτισμού (http://e-cli.blogspot.com).

- Το μυθιστόρημά σας διαπνέεται από την ανάγκη να προσαρμοζόμαστε στις διαρκώς μεταβαλλόμενες συνθήκες της εποχής. Ποιο ρόλο πιστεύετε ότι διαδραματίζουν οι αλλαγές στη ζωή μας και κατά πόσον οι άνθρωποι είναι προετοιμασμένοι να προσαρμοστούν σε αυτές;

Κάθε αλλαγή δεν είναι πρόοδος. Για παράδειγμα, οι Έλληνες δεν έπρεπε να χάσουμε τις αξίες μας, τη διατροφή μας, την όμορφη φύση μας και άλλα. Όμως πρόοδος χωρίς αλλαγή δεν μπορεί να υπάρξει, ούτε σε επίπεδο ατόμου, ούτε σε επίπεδο ομάδας, οργανισμού ή κοινωνίας. Δυστυχώς, υπάρχει το παράδοξο που λέει «η αλλαγή μας είναι αναγκαία κι όμως αντιστεκόμαστε». Αυτό συμβαίνει διότι τα παλιά παπούτσια μας είναι πιο βολικά από τα καινούργια και δεν μας αρέσει να ξεβολευόμαστε, υπάρχει φόβος απέναντι στην αβεβαιότητα της αλλαγής, εφησυχάζουμε και αδρανούμε. Το χειρότερο είναι ότι κάποια στιγμή αναγκαζόμαστε ν’ αλλάξουμε, αλλά τότε είναι αργά. Γι’ αυτό πιστεύω στο «άλλαξε πριν αναγκασθείς ν’ αλλάξεις».

- Πιστεύετε στην ελευθερία της βούλησης των ανθρώπων ή θεωρείτε ότι ενίοτε είναι απαραίτητη η καθοδήγηση στη ζωή μας, γεγονός που επαληθεύεται από το παράδειγμα της μυθιστορηματικής ηρωίδας σας, της Άννας;

Πιστεύω στην ελευθερία της επιλογής. Αυτό όμως απαιτεί να συλλογιέται κανείς ελεύθερα και σωστά. Η ορθότητα και η ελευθερία των επιλογών μας αυξάνει όταν έχουμε περισσότερες γνώσεις, πληροφορίες, εμπειρίες, εναλλακτικές. Συνεπώς, αν η καθοδήγηση δεν είναι διαταγή ή επιταγή αλλά ενημέρωση, γνώσεις και συμβουλές, τότε ενισχύει την ελευθερία των επιλογών μας.

- Σκιαγραφείτε με μοναδικό τρόπο την ηγετική φυσιογνωμία του Νίκου στο βιβλίο σας. Ποια είναι, κατά την προσωπική σας άποψη, τα βασικά συστατικά που συνθέτουν το χαρακτήρα ενός ηγέτη;

Ο Ηγέτης είναι αυτός που εμπνέει μέσω οράματος και αξιών, μιλά στο μυαλό, την καρδιά και ψυχή των ανθρώπων, τους ασκεί επιρροή (όχι δύναμη ή εξουσία) και τους κάνει και τον ακολουθούν εθελοντικά και πρόθυμα στην ατομική ή συλλογική πρόοδο και το κοινό καλό. Η συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται από ταπεινότητα, ακεραιότητα, μη ανεκτικότητα σε ανέντιμες συμπεριφορές και μετριότητα στις επιδόσεις των συνεργατών του. Ο ηγέτης θέλει και μπορεί να οδηγεί τους ανθρώπους σε εξαιρετικά αποτελέσματα για το κοινό καλό. Ο ηγέτης αισθάνεται υπηρέτης της ομάδας και επιδιώκει να ικανοποιεί τις ανάγκες του με νόημα και αυτοπραγμάτωση μέσω της συνεισφοράς του στο κοινό καλό και τη συνεχή πρόοδο. Ασφαλώς διαθέτει αυτοπεποίθηση, απόθεμα ψυχικής αντοχής, κουράγιο, τσαγανό, αξίες, ικανότητες, συναισθηματική και κυρίως υπαρξιακή νοημοσύνη.

- Ποιες διαφορές εντοπίζετε στην επαφή με τους φοιτητές σας στα πανεπιστημιακά έδρανα και στην επικοινωνία σας με το αναγνωστικό κοινό στις παρουσιάσεις του μυθιστορήματός σας;

Νομίζω καμία. Οι άνθρωποι σέβονται και είναι θετικοί στη διδασκαλία, αρκεί ο δάσκαλος να κερδίσει το σεβασμό και την εμπιστοσύνη τους, να μπορεί να επικοινωνεί με ένα κατανοητό λόγο, να νοιάζεται γι’ αυτούς και να προσπαθεί με ειλικρίνεια και εντιμότητα να τους δίνει τον καλύτερο του εαυτό.

- Το μυθιστόρημά σας χαρακτηρίστηκε best seller, σημειώνοντας με την κυκλοφορία του υψηλό αριθμό πωλήσεων. Έχετε εντοπίσει τα στοιχεία εκείνα που κατέστησαν το μυθιστόρημά σας ευπώλητο;

Πράγματι, η απήχηση του κόσμου στο βιβλίο μου είναι εντυπωσιακή ποσοτικά και ποιοτικά. Από τις εκατοντάδες παρουσιάσεις που έχω κάνει σ’ όλη την Ελλάδα και τα χιλιάδες emails που έχω πάρει, πιστεύω ότι αυτό που συγκίνησε στο βιβλίο μου ήταν, η αυθεντικότητα, η ειλικρίνεια, οι έννοιες, οι αρχές, οι αξίες και οι γνώσεις που βοηθάνε τον αναγνώστη να σκεφθεί, να γίνει παρατηρητής του εαυτού του, να κάνει την ενδοσκόπηση του, να στοχασθεί και τελικά να μάθει.

- Σε ποιο βαθμό πιστεύετε ότι η οικονομική κρίση που διέρχεται η χώρα μας θα επηρεάσει την αναγνωσιμότητα των βιβλίων;

Την έχει ήδη επηρεάσει αρνητικά από ό, τι γνωρίζω. Εύχομαι να μη δούμε χειρότερα, αλλά το φοβάμαι.

- Διατηρείτε προσωπικό ιστολόγιο, όπου αναδημοσιεύετε άρθρα και συνεντεύξεις σας. Πώς αντικρίζετε τη συνεισφορά του διαδικτύου, ως εργαλείου διεύρυνσης των ορίων της επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων;

Αποτελεί εργαλείο με τεράστια δύναμη. Ως τέτοιο μπορεί να χρησιμοποιηθεί επικά ή αρνητικά. Όπως παντού και σ’ αυτό χρειάζονται κανόνες. Για παράδειγμα, δεν πιστεύω ότι βοηθά η ανωνυμία. Πάντως έχετε απόλυτο δίκιο ότι διευρύνει τα όρια επικοινωνίας των ανθρώπων κι αυτό είναι θετικό αν δεν υποκαθιστά την προσωπική επαφή που είναι αναντικατάστατη.

- Ποια είναι τα οφέλη που πιστεύετε ότι η λογοτεχνία παρέχει στο σύγχρονο άνθρωπο, ο οποίος αντιμετωπίζει μια σειρά από αδιέξοδα;

Η λογοτεχνία σήμερα, σε γενικές γραμμές, έχει επακολουθήσει τη δυναμική της εμπορευματοποίησης, του lifestyle και της κατανάλωσης. Αλλά ακόμη και η ποιοτική λογοτεχνία που θέλει να συμβάλλει σ’ ένα καλύτερο πολιτισμό είναι εσωστρεφής και αδύναμη να επηρεάσει την κυρίαρχη κουλτούρα. Πιστεύω ότι πρέπει να δούμε την αποστολή (raison d’ etre) και την απήχηση της λογοτεχνίας από την αρχή θέτοντας τα σωστά ερωτήματα.

18 Αυγούστου 2010

Στον ισκιο των πουλιων της Αλκυονης Παπαδακη


Στον ίσκιο των πουλιών
Ένα ενδιαφέρον βιβλίο με ηθογραφικά και ψυχογραφικά στοιχεία. Ο ανθρώπινος πόνος είναι ο βασικός θεματικός άξονας και το βιβλίο κινείται ανάμεσα στο ρεαλισμό, την ηθογραφία και τη δραματικότητα. Οι ήρωες είναι άνθρωποι του περιθωρίου που δεν μπορούν να ξεφύγουν από τη μοίρα τους αλλά ταλανίζονται από τα αλλεπάλληλα χτυπήματά της. Ο χαρακτήρας της Φροφρώς είναι ολοκληρωμένος και συνεπής από την αρχή ως το τέλος. Ακόμα και όταν έχασε την φυσική όρασή της, δεν έχασε την όραση της ψυχής της, αλλά κατάφερε να καταλάβει ακόμα περισσότερο τους συνανθρώπους της και να τους πλησιάσει. Η κόρης η Ελλάς (΄Ελλη) φαίνεται να είναι ένα αυτοκαταστροφικό άτομο χωρίς σταθερές, αξίες, συναισθήματα. Η αναπηρία της λειτουργεί ανασταλτικά όχι μόνο στην ψυχολογία της αλλά και στην ανθρωπιά της κάνοντάς τη να δρα ανάλγητα, εκδικητικά και επιθετικά ακόμα και στα οικεία πρόσωπά της (Φροφρώ – Μαρίκος). Η προδοσία και η εκμετάλλευση από το Γιάρεκ θα είναι το τελειωτικό χτύπημα, που θα τη ρίξει ακόμα πιο χαμηλά και θα την κάνει να χάσει την όποια αυτοεκτίμηση της είχε απομείνει.
Μόνη νότα αισιοδοξίας και ελπίδας τελικά μας δίνει ο γάμος του Μαρίκου. Η γλώσσα της συγγραφέα είναι απλή και τολμηρή, απόλυτα εναρμονισμένη με τους ήρωες που τη χρησιμοποιούν. Αγωνία δημιουργείται στο τέλος με το θάνατο της ΄Ελλης. Θα ήθελα να είναι λίγο πιο αισιόδοξο και να περιέχει λιγότερο πόνο και θλίψη.

κριτική : Βέρα Δακανάλη

15 Αυγούστου 2010

Μεγαλες πωλησεις παρα την κριση



http://www.tanea.gr/default.asp?pid=30&ct=19&artid=4581800&enthDate=26062010

Η οικονομική κρίση δεν άφησε ανέγγιχτο ούτε τον χώρο του βιβλίου και ο Μάιος θορύβησε τους εκδότες. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι βιβλία δεν πωλούνται. Το αντίθετο. Η παραγωγή παραμένει αρκετά μεγάλη και υπάρχουν πολλά βιβλία που γίνονται οι ατμομηχανές της
Για πολύ μεγάλα νούμερα βαδίζει, λ.χ., το νέο μυθιστόρημα της πολυδιαβασμένης Λένας Μαντά Το Τελευταίο τσιγάρο (Ψυχογιός), που κυκλοφόρησε τον Μάιο και πήγε γρήγορα στα 60.000 αντίτυπα. Οι Εκδόσεις Ψυχογιός προτείνουν αρκετά βιβλία αυτής της κατηγορίας, δηλαδή μυθιστορήματα με ρομαντικές ή δραματικές ανθρώπινες ιστορίες, με ιδιαίτερη επιτυχία. Το Μερσέντες Χιλ της Χρυσηίδας Δημουλίδου πούλησε 40.000 αντίτυπα, η Λευκή ορχιδέα της Καίτης Οικονόμου 29.000, το Αν δεν υπήρχε αύριο της Μαρίας Τζιρίτα 23.000, το Η νύφη φορούσε μαύρα της Σόφης Θεοδωρίδου 17.000, το Αγαπώ θα πει χάνομαι της Ρένας Ρώσση-Ζαΐρη 15.000 και η Δωροθέα ντε Ροπ του Γιώργου Πολυράκη 13.000. Το μυθιστόρημα της Νικόλ-Αννας Μανιάτη Το τίμημα (Ωκεανίδα) έχει πουλήσει σε δύο μήνες 10.000 αντίτυπα.

Η φετινή σοδειά έχει και άλλου τύπου μυθιστορήματα: πολύ καλά ξεκίνησε το Ενα πεινασμένο στόμα της Λένας Διβάνη (Καστανιώτης) με 14.000 αντίτυπα και πολύ καλά πηγαίνουν τα βιβλία των ίδιων Εκδόσεων Νύχτες με ουρά του Αντώνη Σουρούνη (11.000) και Πανωλεθρίαμβος του Κωνσταντίνου Τζούμα (9.000). Το νέο μυθιστόρημα της Σοφίας Νικολαΐδου Απόψε δεν έχουμε φίλους (Μεταίχμιο) έχει πουλήσει από ντο Μάρτιο 10.000 αντίτυπα, ενώ και ο Ανθρωπος του Τείχους του δημοσιογράφου Κώστα Βαξεβάνη (Μεταίχμιο) πούλησε σε ένα μήνα 9.000 αντίτυπα.

Το Logicomix των Απόστολου Δοξιάδη, Χρίστου Παπαδημητρίου (Ικαρος), το πρώτο ελληνικό γκράφικ νόβελ που χτύπησε την πόρτα του μεγάλου κοινού, έχει πουλήσει συνολικά 55.000 αντίτυπα, από τα οποία τα 25.000 το 2010. Το Ο χρόνος πάλι της Σώτης Τριανταφύλλου (Πατάκης) πούλησε από τον Νοέμβριο 16.500 αντίτυπα, η Εκδίκηση της Σιλάνας του Γιάννη Ξανθούλη (Ελληνικά Γράμματα)

πούλησε από τον Νοέμβριο 15.000. Το βραβευμένο με Βραβείο Διαβάζω Κόκκινο στην Πράσινη Γραμμή του Βασίλη Γκουρογιάννη (Μεταίχμιο) πούλησε σε ένα χρόνο 8.000 αντίτυπα. Το πρόσφατο ιστορικό μυθιστόρημα του Ευάγγελου Μαυρουδή Η θάλασσά μας (Κέδρος) έχει πουλήσει 10.000 αντίτυπα. Τα μικρά πεζά με τίτλο Γυναικών του ποιητή Μιχάλη Γκανά (Μελάνι) έφτασαν τα 7.000 αντίτυπα. Το καινούργιο μυθιστόρημα του Τάκη Θεοδωρόπουλου Το ξυπόλητο σύννεφο (Ωκεανίδα) πούλησε από τον Απρίλιο 5.000 αντίτυπα.

Η νέα ποιητική συλλογή της Κικής Δημουλά Τα εύρετρα (Ικαρος) πούλησε σε ένα μήνα 4.000

αντίτυπα, αριθμός εντυπωσιακός για την ποίηση. Οπως εντυπωσιακή είναι και η απήχηση του Πάμπλο Νερούδα. Τα Ερωτικά Ποιήματα που αποδόθηκαν από την Αγαθή Δημητρούκα και κυκλοφόρησαν σε δίγλωσση έκδοση (Πατάκης) πούλησαν από το φθινόπωρο 11.000 αντίτυπα (τα 5.000 το 2010). Οσο για τους κλασικούς: ο Λεωνής του Γ. Θεοτοκά (Εστία) πούλησε φέτος 6.000 αντίτυπα.

Δεκάχρονες ζωντοχήρες
Στο ξένο μυθιστόρημα, ένα από τα μεγάλα εμπορικά φαινόμενα των τελευταίων χρόνων είναι η Στέφανι Μέγιερ, συγγραφέας της σειράς Τwilight. Στην Ελλάδα, τα τέσσερα βιβλία της σειράς (Εκδ. Πλατύπους) έχουν πουλήσει από 70.000 αντίτυπα, ενώ και το πολύ πρόσφατο Η σύντομη δεύτερη ζωή της Μπρι Τάνερ έφτασε ήδη τα 20.000 αντίτυπα. Μεγάλη επιτυχία έχει και η αστυνομική τριλογία Μillennium του πρόωρα χαμένου Στιγκ Λάρσον (Ψυχογιός). Φέτος βγήκε το τρίτο μέρος της τριλογίας, Το κορίτσι στη φωλιά της σφήκας και πούλησε ήδη 23.000

αντίτυπα. Συνολικά τα τρία βιβλία έχουν πουλήσει 96.000 αντίτυπα. Εντυπωσιακότερη από όλες ήταν όμως φέτος η επιτυχία του βιβλίου Δέκα ετών διαζευγμένη, Νοζούντ Αλι της Ντελφίν Μινουί (Μodern Τimes) που από τον Απρίλιο πούλησε 39.000 αντίτυπα. Χωρίς να ξεχνάμε το μεγάλο μπεστ σέλερ της Βικτόρια Χίσλοπ Το νησί (Διόπτρα) που διαδραματίζεται στη Σπιναλόγκα, το οποίο πούλησε και φέτος 21.000 αντίτυπα έχοντας ξεπεράσει πλέον τα 200.000! Το Αριστερό χέρι του Θεού του Πολ Χόφμαν (Διόπτρα) πούλησε από τον Φεβρουάριο 15.000 αντίτυπα. Το Στην καρδιά των μουσώνων της Τζούλια Γκρέγκσον (Διόπτρα) που διαδραματίζεται στην Ινδία έφτασε από τον Οκτώβριο τα 30.000 αντίτυπα. Το Μουσείο της αθωότητας του Ορχάν Παμούκ (Ωκεανίδα) πούλησε 21.000 αντίτυπα από τον Δεκέμβριο. Το μυθιστόρημα της Ιζαμπέλ Αλιέντε Το νησί κάτω από τη θάλασσα (Ωκεανίδα) πούλησε από τον Απρίλιο 12.000 αντίτυπα, όσα και το O Φρόιντ στο Μανχάταν του Λυκ Μποσί (Καλέντης).

Βυζάντιο και Νορμανδία
Εξαιρετική ήταν η επιτυχία του δοκιμίου της βυζαντινολόγου, άλλοτε πρύτανη της Σορβόννης, Ελένης Γλύκατζη- Αρβελέρ Γιατί το Βυζάντιο (Ελληνικά Γράμματα), που από τον Οκτώβριο έχει πουλήσει 35.000 αντίτυπα (τα 25.000 το 2010). Το D-Day. Η απόβαση στη Νορμανδία του πάντα δημοφιλούς Αντονι Μπίβορ (Γκοβόστης) πούλησε 6.500 αντίτυπα. Το Η με γάλη εκκλησία εν αιχμαλωσία του Στίβεν Ράνσιμαν (Γκοβόστης)

5.700 αντίτυπα.

Ιδιαίτερη επιτυχία έχουν στην εποχή μας, όπου το εκκρεμές ανάμεσα στην ευδαιμονία και στην απογοήτευση δεν εννοεί να σταθεροποιηθεί κάπου, τα βιβλία του ευ ζην και της εκλαϊκευμένης ψυχολογίας. Στην περιοχή αυτή αλλά και γενικώς στον τομέα του non fiction, το αδιαμφισβήτητο μπεστ σέλερ του 2009 ήταν το βιβλίο του Νίκου Σιδέρη Τα παιδιά δεν θέλουν ψυχολόγο. Γονείς θέλουν! (Μεταίχμιο) που πούλησε 50.000 αντίτυπα. Αλλά και το καινούργιο βιβλίο του ίδιου συγγραφέα, Δεν παίζεις εσύ. Υπάρχουν κι άλλοι! (Μεταίχμιο) έφτασε από τον Απρίλιο τα 10.000

αντίτυπα. Η Φυσική της ψυχής του Φάμπιο Μαρκέζι (Ενάλιος) πούλησε 6.500 αντίτυπα από τα μέσα Δεκεμβρίου, η Συναισθηματική ευδαιμονία του «γκουρού» Οσσο (Ενάλιος) 5.000 αντίτυπα τις πρώτες ημέρες κυκλοφορίας του. Ενώ τα δύο βιβλία της Κατερίνας Τσεμπερλίδου Η ευτυχία είναι απόφαση (2008) και Τα μονοπάτια της ευτυχίας (2009) των Εκδόσεων Μodern Τimes έχουν πουλήσει συνολικά 26.000 αντίτυπα. Κατά τα άλλα, η Τελευταία διάλεξη του Ράντυ Πάους (Πατάκης) πούλησε 20.000 αντίτυπα σε έναν χρόνο. Το βιβλίο του Θεόδωρου Παναγόπουλου Τα ψιλά γράμματα της Ιστορίας (Ενάλιος), βιβλίο για αποσιωπημένες πτυχές του ΄21, πούλησε σε ένα χρόνο κυκλοφορίας 12.000 αντίτυπα. Η βιογραφία Αϊνστάιν, η ζωή του και το Σύμπαν του Βάλτερ Ισάακσον (Μodern Τimes) πούλησε 5.000 αντίτυπα. Το Τι να κάνουμε; του Ντανιέλ Κον Μπεντίτ (Κέδρος) πούλησε 3.000

αντίτυπα, αριθμό τον οποίο πλησίασε και η ιστορική αυτοβιογραφία του Ισπανού Αρτούρο Μπαρέα Ο αντάρτης (Γκοβόστης). Το ιστορικό Μόσχα 1941 του Αντριου Ναγκόρσκι (Γκοβόστης) ξεπέρασε σε ένα μήνα τα 2.200 αντίτυπα. Ο τρίτος τόμος των Στιγμών του Λεωνίδα Κύρκου (Εστία) πούλησε 2.000 αντίτυπα.

10 Αυγούστου 2010

Το παιδι της αγαπης της Μαριας Τζιριτα


Το παιδί της αγάπης
Διάβασα το βιβλίο απνευστί και δάκρυσα με την ανθρώπινη ιστορία του. Bαθιά ανθρωπιστικό το πνεύμα του βιβλίου εκπέμπει μηνύματα αλτρουισμού, αγάπης και αλληλεγγύης και διεγείρει τα συναισθήματά μας! Η γραφή είναι απλή και το ύφος κατανοητό. Η βασική ηρωίδα η Μαρίνα κυριαρχεί με την αφειδώλευτη αγάπη της προς το Στέλιο, ο οποίος φαίνεται να μην μπορεί να διαχειριστεί το εύρος της μοναδικής αγάπης που δέχτηκε ανιδιοτελώς σε όλη τη ζωή του από τη γέννηση μέχρι και τον «άδικο» θάνατό του. Το βιβλίο θίγει κι άλλα θέματα όπως εκείνο της ομοφυλοφιλίας, της μοναξιάς, του σύγχρονου τρόπου ζωής που λειτουργεί ανασταλτικά για τις εργαζόμενες μητέρες που αδυνατούν να εκπληρώσουν επάξια τους πολυάριθμους ρόλους που έχουν αναλάβει, τα κοινωνικά στερεότυπα που είναι πιο έντονα στην επαρχία, η λειτουργία των ιδρυμάτων και η λειτουργία του θεσμού της υιοθεσίας που απαιτεί μεγάλα ψυχικά αποθέματα.
Το βιβλίο μας γεννά έντονους προβληματισμούς για την «τύχη» και της εξέλιξη των παιδιών που μεγαλώνουν σε ιδρύματα καθώς ελλείπει η μέριμνα της πολιτείας αλλά και η κοινωνική ευαισθησία. Δυστυχώς, επικρατεί ο κοινωνικός στιγματισμός και κατ΄ επέκταση ο αποκλεισμός αυτών των ψυχών.
Αξίζει να αναφερθεί η μεγάλη αγάπη που τρέφει η Μαρίνα για το Στέλιο που δεν είναι βιολογικό παιδί της, εντούτοις τον αγαπά σαν να ήταν δικό της παιδί και κάποιες φορές αισθάνεται τύψεις και ενοχές που η καρδιά της μοιράζεται ανάμεσα στο βιολογικό της παιδί τον Αγγελο και το παιδί της καρδιάς της το Στέλιο.
Λυτρωτικό για τη Μαρίνα το ύστατο γράμμα του Στέλιου που αποκαθιστά έστω και αργά την αλήθεια και επιτρέπει στην ηρωίδα να διαχειριστεί το πένθος της και να προχωρήσει τη ζωή της.

Ο χαρακτήρας του Στέλιου
Πρόκειται για το «παιδί ενός κατώτερου θεού» το οποίο γεννιέται, μεγαλώνει και πεθαίνει κάτω από πραγματικά αντίξοες συνθήκες. Βιώνει την απόρριψη, την εγκατάλειψη όχι μία αλλά πολλές φορές στη ζωή του. Μοναδικό του στήριγμα η Μαρίνα, που επάξια θα πάρει τον τίτλο της «μάνας» του. Η Μαρίνα πάντα δίπλα του αρωγός στις προσπάθειες του δεν τον εγκαταλείπει παρ΄όλο που η παρουσία της γίνεται πιο διακριτική με το πέρασμα του χρόνου. Η ζωή του μια περιπέτεια, μια οδύσσεια, χωρίς αίσιο τέλος. Οι δυσκολίες τελικά τον κάμπτουν τον λυγίζουν και η επαγγελματική του επιτυχία δε στηρίζεται μόνο στο ταλέντο του αλλά και στον καιροσκοπισμό του. Η Μαρίνα προσπαθεί να τον προστατέψει ακόμη και τότε που μεθυσμένος από την επιτυχία φτάνει στην αλαζονεία και την ύβρη. Η νέμεσις είναι εκεί κοντά.

Κατω τα καλα βιβλια!

Γράφει ο Δημοσθένης Κούρτοβικ

Είθισται να δημοσιεύονται αυτή την εποχή στοιχεία για την κίνηση των πιο ευπώλητων βιβλίων της χρονιάς που τέλειωσε ή τελειώνει. Και κάθε φορά ανακύπτουν τα ίδια ερωτήματα. Πώς είναι δυνατό να υπάρχουν τέτοιες αποκλίσεις ανάμεσα στις προτιμήσεις του αναγνωστικού κοινού και της κριτικής; Πώς γίνεται και βιβλία που εκθειάστηκαν σχεδόν ομόθυμα από τους κριτικούς δεν μπόρεσαν να σπάσουν το φράγμα των 5.000 αντιτύπων, που συνιστά μια μέτρια εκδοτική επιτυχία σήμερα, ενώ βιβλία που αποδοκιμάστηκαν ή, ακόμα χειρότερα, αγνοήθηκαν από τους «ειδικούς» σάρωσαν σε πωλήσεις; Τόσο ανίδεο και απαίδευτο είναι λοιπόν το κοινό που αγοράζει βιβλία; ΄Η μήπως οι κριτικοί, κλεισμένοι στον φιλντισένιο πύργο τους, δεν μπορούν να καταλάβουν τις ανάγκες και τις ανησυχίες του κόσμου; Είναι πολύ εύκολο να ταχθεί κανείς, ανάλογα με τα επαγγελματικά και τα συναισθηματικά συμφέροντά του, υπέρ της μιας ή της άλλης από αυτές τις δύο εξηγήσεις, χωρίς να κινδυνεύει άμεσα να διαψευστεί. Λιγότερο εύκολο είναι, όπως πάντα άλλωστε, να προχωρήσει πέρα από τις εντυπώσεις και να διακρίνει στη γενική εικόνα (η οποία βέβαια δεν διαμορφώνεται μόνον από νούμερα, αλλά και από ποιοτικά γνωρίσματα των βιβλίων, καθώς και των κειμένων που αναφέρονται στα βιβλία) ορισμένες αφώτιστες λεπτομέρειες, ορισμένα αφανή στοιχεία μιας βαθύτερης δομής, που μπορεί να υποδεικνύουν πολύ διαφορετικές ερμηνείες. Πρώτα πρώτα, οι αποκλίσεις για τις οποίες μιλάμε δεν συνθέτουν την εικόνα του χάσματος, που καταγράφει μια βιαστική ματιά. Υπάρχουν στους καταλόγους των ευπώλητων βιβλία συγγραφέων καταξιωμένων από την κριτική. Θα έλεγα μάλιστα ότι είναι σχετικά λίγοι οι συγγραφείς που ανήκουν στους αγαπημένους των κριτικών, αλλά όχι και του κοινού. ΄Επειτα, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου κριτική και κοινό έχουν συγκλίνει πανηγυρικά στην επιβράβευση βιβλίων του «μέσου γούστου», η οποία από την πλευρά της κριτικής υπήρξε και κυριολεκτική, με την υπερψήφισή τους από τις επιτροπές των κρατικών βραβείων ή των βραβείων του Διαβάζω (επιτροπές στις οποίες, θυμίζω, έχουν θητεύσει σχεδόν όλοι οι έγκυροι βιβλιοκριτικοί).

Μια στιγμή, σας ακούω να λέτε καχύποπτα. Πού το πας; Προσπαθείς να ψηλώσεις το επίπεδο της μάζας κονταίνοντας το επίπεδο των κριτικών; Ισχυρίζεσαι ότι τα καλά βιβλία βρίσκουν έτσι κι αλλιώς τον δρόμο τους προς το κοινό, ότι για την επιτυχία των μέτριων βιβλίων το κοινό δεν ευθύνεται περισσότερο από τους κριτικούς και ότι τα κακά βιβλία που γίνονται μπεστ σέλερ δεν είναι δα τόσο συχνό και ανησυχητικό φαινόμενο όσο νομίζουμε;

Όχι. Ισχυρίζομαι κάτι πολύ χειρότερο! Ισχυρίζομαι ότι σήμερα δεν υπάρχουν παρά ελάχιστα κακά βιβλία και ότι το πλατύ κοινό συμπίπτει με την κριτική στη μεγάλη εκτίμηση που τρέφουν και οι δύο για το «καλό» βιβλίο, στη θέρμη με την οποία το αγκαλιάζουν και το προωθούν. Τα κριτήριά τους βέβαια μπορεί να διαφέρουν, αν και όχι τόσο πολύ όσο λέγεται. Οι κριτικοί, φερειπείν, μπορεί να προτιμούν βιβλία με περισσότερο υπαινικτική γλώσσα, περισσότερες διακειμενικές αναφορές, πιο σύνθετη αφηγηματική δομή. Το κοινό, πάλι, προτιμά βιβλία άμεσης συγκίνησης, με χαρακτήρες που προσφέρονται για ταύτιση κ.λπ. Αλλά ξέρετε πολλούς κριτικούς που να βγαίνουν και να λένε, τεκμηριώνοντας τη θέση τους, ότι το τάδε βιβλίο που έκανε ρεκόρ πωλήσεων είναι κακό; Το πολύ πολύ να πουν ότι κολακεύει τον μέσο αναγνώστη. Και, φυσικά, ο μέσος αναγνώΤης στης δεν θα υποστηρίξει ποτέ ότι ένα βιβλίο που επαινέθηκε από την κριτική, αλλά δεν τράβηξε το δικό του ενδιαφέρον, είναι κακό. Θα πει απλώς ότι είναι εγκεφαλικό ή κουλτουριάρικο.

Μ ε τόσα εργαστήρια «δημιουργικής γραφής» που υπάρχουν σήμερα, τόσους διαγωνισμούς διηγήματος για την προσέλκυση «νέων ταλέντων», τόσες αναγνωστικές εμπειρίες όλο και περισσότερων ανθρώπων, τόση «λογοτεχνίτιδα» γύρω μας (για να δανειστώ έναν όρο του Βασίλη Βασιλικού), είναι δύσκολο πια να γραφτούν κακά βιβλία. Σχεδόν όλα τα βιβλία που εκδίδονται στις μέρες μας είναι καλογραμμένα, έχουν στρωτή, σε όχι σπάνιες περιπτώσεις ζωηρή γλώσσα, έχουν ικανοποιητική αφηγηματική τεχνική, γλαφυρές περιγραφές, χιούμορ, πολύ συχνά έχουν και έξυπνες ιδέες.

Μόνον ένα πράγμα δεν έχουν: ειδικό βάρος. Πρωτοτυπία. Προσωπικότητα.

Από τότε που πλημμυρίσαμε από καλά βιβλία χάθηκαν τα ξεχωριστά βιβλία, τα βιβλία που αισθανόμαστε πως είναι σημαντικά και προσπαθούμε να εξηγήσουμε γιατί, συζητώντας με άλλους. Ακούμε συχνά στις παρέες τους φίλους και τους γνωστούς μας να λένε για το α ή το β βιβλίο ότι είναι καλό, ότι μου άρεσε ή ότι πέρασα καλά μαζί του τρεις ομόρροπες δηλώσεις που σχηματίζουν φθίνουσα σειρά, ως προς τον βαθμό βεβαιότητας του ομιλητή ή τη διάθεσή του να υπερασπίσει την άποψή του, αλλά αύξουσα σειρά ως προς τη συχνότητα με την οποία γίνονται. Εδώ και πολλά χρόνια, σχεδόν ποτέ δεν ακούμε κάποιον να μιλάει μ΄ ενθουσιασμό για ένα βιβλίο ή με τρόπο που να φανερώνει ότι αυτό που διάβασε τον προβλημάτισε.

Αλλά μήπως είναι διαφορετική η κυρίαρχη στάση της κριτικής; Κι εκεί επίσης πρυτανεύει η λογική του «καλού» βιβλίου, η οποία εκφράζεται με σχόλια όπως ότι το καινούργιο βιβλίο του τάδε αναγνωρισμένου συγγραφέα είναι ισάξιο ή καλύτερο ή λιγότερο καλό από τα προηγούμενα (αλλά σπανιότατα ότι είναι διαφορετικό από αυτά), με την ανάλωση του κριτικού σε καλολογικές αναλύσεις και τεχνικές παρατηρήσεις, με την επισήμανση μιας «ενδιαφέρουσας» και «ελπιδοφόρας» νέας φωνής κ.λπ. κ.λπ. Σχεδόν ποτέ δεν μας μεταδίνεται η αίσθηση πως ένα βιβλίο αποτέλεσε πρόκληση για τον κριτικό, πως τον αναστάτωσε κι έβαλε σε δοκιμασία τα παγιωμένα κριτήριά του, πως ανάγκασε τη σκέψη του να κινηθεί σε καινούργια μονοπάτια. Σχεδόν ποτέ δεν θα διαβάσουμε για ένα βιβλίο ότι μας αποκαλύπτει κάτι που δεν είχαμε σκεφτεί ή δεν είχαμε συνειδητοποιήσει ή δεν τολμούσαμε να παραδεχτούμε ή ότι μας παρουσιάζει κάτι που (νομίζαμε πως) ξέρουμε σε καινούργιο φως. Σχεδόν ποτέ δεν μαθαίνουμε γιατί ένα βιβλίο πρέπει να μας απασχολήσει πέρα από το ότι είναι «καλό».

Τα καλά βιβλία είναι σαν τα καλά παιδιά: φρόνιμα, υπάκουα, επιμελή, συμβατικά (ακόμα και στα παιχνίδια ή τα καλαμπούρια τους, που αποδέχονται τα κυρίαρχα πρότυπα) και, εννοείται, αφόρητα βαρετά. Όπως τα καλά παιδιά, έτσι και τα καλά βιβλία δεν αμφισβητούν ουσιαστικά τον κόσμο στον οποίο πρόκειται να ενταχθούν και, ακόμα και όταν δυσφορούν γι΄ αυτόν, το εκφράζουν με τρόπους προαποφασισμένους, εγκεκριμένους και υπαγορευμένους από αυτόν ακριβώς τον κόσμο. Δεν έχουν εκείνη την τρέλα, εκείνη την απρόβλεπτη, παρεκκλίνουσα ή παραβατική συμπεριφορά που μπορεί και να δείχνει υγεία.

Χωράει αρκετή συζήτηση γύρω από το αν τα καλά βιβλία πράγματι δεν είναι τίποτε άλλο από καλά ή αν έτσι τα προσλαμβάνουν σήμερα το κοινό και η κριτική. ΄Ο, τι από τα δυο και αν συμβαίνει, εμείς που αγαπάμε με πάθος το βιβλίο κι εξακολουθούμε να πιστεύουμε στη σπουδαιότητά του είναι καιρός ν΄ αναφωνήσουμε: κάτω τα καλά βιβλία!

6 Αυγούστου 2010

Αθηνα, ευτυχως που δεν γεννηθηκα ομορφη Κωστας Καρακασης


Αθηνά, ευτυχώς που δεν γεννήθηκα όμορφη
Ένα κλασικό και πολυεπίπεδο βιβλίο γεμάτο περιπέτεια και συγκινήσεις…
Πρόκειται για ένα από τα πιο ολοκληρωμένα και επιτυχημένα βιβλία που έχω διαβάσει…η γραφή του Καρακάση είναι μοναδική, οι περιγραφές αναλυτικές, οι ιστορικές αναφορές αξιοσημείωτες, η γλώσσα που χρησιμοποιεί σε αρκετά σημεία είναι η καθαρεύουσα …
δυνατό κείμενο …εξαιρετικό…
η κεντρική ηρωίδα η Αθηνά καταφέρνει με γενναιότητα και ψυχραιμία να ξεπεράσει τα εμπόδια και τους σκοπέλους που συναντά και συνεχίζει ακάθεκτη τη ζωή της παραδίνοντας σ΄ όλους μας μαθήματα ανθρωπιάς, ήθους και αξιοπρέπειας...
η ζωή της μας θυμίζει αρχαία τραγωδία με την έννοια της αριστοτελικής περιπέτειας...
η ζωή της είναι γεμάτη αλλαγές και ανατροπές που τις περισσότερες φορές δυστυχώς δεν είναι ευχάριστες...
η σύγκριση με την αδερφή της Υακίνθη (αντιήρωας?)είναι αναπόφευκτη…
ο έρωτας καταλαμβάνει κεντρική θέση στην υπόθεση χωρίς να είναι προκλητικός αλλά απόλυτος, ουσιαστικός και ανυπέρβλητος….
Τα μηνύματα που λαμβάνει ο σύγχρονος αναγνώστης είναι πολλά και ποικίλα…
κυρίως, όμως, προβάλλεται ο δυνατός χαρακτήρας και η επιβλητική προσωπικότητα της Αθηνάς που καταφέρνει να κυριαρχήσει στους γύρω της όχι εξαιτίας της ασυναγώνιστης ομορφιάς και του εξαίρετου κάλλους της, αλλά λόγω της εσωτερικής της καλλιέργειας και του ανώτερου ήθους της…
Το τέλος αν και λυτρωτικό μας αφήνει μια γλυκόπικρη αίσθηση…

15 Ιουλίου 2010

Τι γυρευει ο συγγραφεας στο facebook;


http://www.tanea.gr/default.asp?pid=2&ct=4&artid=4583640
Επικοινωνούν με τους χιλιάδες διαδικτυακούς «φίλους» τους μέσω εμπρηστικών status (ελληνιστί η σκέψη της ημέρας), κάνουν post (αναρτούν) φωτογραφίες, βιντεάκια, άρθρα, δέχονται comments (σχόλια) και requests (αιτήματα φιλίας), αλλά δεν κάνουν add όποιον να ΄ναι. Οι έλληνες συγγραφείς αναδεικνύονται στην πιο δυναμική φυλή των facebookers

ΠΕΤΡΟΣ ΤΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ (5.003 φίλοι)
Βρισίδι, σχόλια και... ψηφιακό ξύλο
Τα status του Πέτρου Τατσόπουλου δεν αφήνουν τους facebookers σε χλωρό κλαρί: «Μη σας πω ότι έχω αρχίσει να νοσταλγώ την παλιά καλή σωματική επαφή, όταν πλακωνόμασταν στο ξύλο, τις ανοιγμένες μύτες, τις δαγκωνιές, τα σκισμένα γόνατα. Μέσα σ΄ αυτό το γαμημένο φατσομπούκι μπορούμε να σκοτώσουμε άνθρωπο με τα σχόλιά μας χωρίς καν να τον έχουμε αντικρύσει».

Νοσταλγείτε τη σωματική βία; Απ΄ ό,τι βλέπω εδώ,η λεκτική κάνει καλύτερη δουλειά.

Στο facebook συμπεριφερόμαστε σαν τους χαρτοπαίκτες όπως ήμουν κι εγώ κάποτε. Σιγά- σιγά πας με τους ομοειδείς. Οι πολύ χειρότεροι από σένα δεν σε καλούν στο καρέ γιατί θα χάσουν τα λεφτά τους, εσύ δεν καλείς τους καλύτερους γιατί θα χάσεις εσύ τα λεφτά σου. Υπάρχει το comme il faut facebook, υπάρχει ένα άλλο που μοιάζει με πίνακα ανακοινώσεων, υπάρχει κι ένα τρίτο στο οποίο οι συγγραφείς εντρυφούν με κέφι. Είναι το χαοτικό facebook, μια κατάσταση ανεξέλεγκτη που ομολογώ ότι τις περισσότερες φορές το βρίσκω διασκεδαστικό, όσο βίαιο κι αν φαίνεται εκ πρώτης όψεως. Εκεί υπάρχει μεγάλη ανοχή, ανάλογα με τα όρια του καθενός. Μερικοί σπάνε, μερικοί κλαίνε, μερικοί ζητάνε συγγνώμη μερικοί οργίζονται. Είναι ένα είδος αρένας που δεν μπορείς να βρεις αλλού.

Πριν από δέκα μέρες η σελίδα του γέμισε από ευχές για την ονομαστική του εορτή. Ευχαριστώντας τους πάμπολλους φεϊσμπουκικούς του φίλους ο Πέτρος Τατσόπουλος έγραψε: «Μετά από αυτή την ιλαρά εορταστικών μηνυμάτων, ελπίζω από σήμερα να επανέλθουμε στους κανονικούς μας ρυθμούς: γαμοσταυρίδια, προσβλητικά σχόλια, παρανοήσεις κ.ο.κ. Μου έλειψαν οι χολερικοί και οι ευέξαπτοι».

Μα τι είναι αυτά που γράφετε κύριε Τατσόπουλε; Μοιάζει σαν διευκόλυνση σε αλλότρια ακολασία. Ναι είναι, είναι. Βαριέμαι θανάσιμα το είδος του facebook που είναι κάτι σαν σαβουάρ βιβρ. Αγαπούλα μου τι κάνεις κ.λπ. Η αντίστοιχη λογοτεχνία και η αντίστοιχη συμπεριφορά μου προκαλούν κατάθλιψη. Πάντοτε προτιμούσα τους ανθρώπους που θα με βρίσουνε, αρκεί να είναι κι αυτοί διαθέσιμοι. Να, ας πούμε με έβρισε μια κοπέλα πριν από λίγο. Μου έγραψε «Ολο μαλακίες γράφεις. Δεν σε υποχρεώνει και κανένας. Γιατί τις γράφεις;». Εγώ της απάντησα «πολύ σωστά, εσένα όμως ποιος σε υποχρεώνει να τις διαβάζεις;». Θέλω να πω ότι αν είσαι έτοιμος να παίξεις επί ίσοις όροις ψηφιακό ξύλο, είσαι ευπρόσδεκτος. Εγώ δεν έχω διαγράψει κανέναν για τις απόψεις του, αντίθετα, εμένα με έχουν σβήσει πολλοί... Μου λένε «πώς μπορεί ένας συγγραφέας να μιλάει έτσι;». Τους συγγραφείς και τους ευνούχους τούς έχουν, φαίνεται, στην ίδια κατηγορία.

Οι 5.003 «φίλοι» σας είναι σαν μια μικρή πόλη.

Αυτό είναι το όριο. Δεν μπορείς να έχεις παραπάνω από 5.000 φίλους στο ίδιο προφίλ. Πρέπει να ανοίξεις καινούργια σελίδα. Δεν έχω σκοπό να το κάνω, δεν είμαι πρεζόνι του facebook.

ΛΕΝΑ ΔΙΒΑΝΗ (1.367 φίλοι)
Γνωστές μούρες στη γύρα
Η σελίδα της στο facebook εκπέμπει αυθεντικότητα και πικρό χιούμορ. Γράφει σε ένα από τα τελευταία status της: «11 φίλοι μου ψάχνουν ματαίως για δουλειά τσεκάροντας αγγελίες σε 8 διαφορετικές εφημερίδες, επί 88 ώρες. Σύνολο 11 + 8 x 88 = 11888. Τυχαίο; ΔΕΝ ΝΟΜΙΖΩ!» Αναρτά ατάκες του Νικόλα Ασιμου, ειδοποιεί για τις συναντήσεις της με αναγνώστες σε βιβλιοπωλεία, πρόσφατα ποστάρισε ένα ωραιότατο remix με τον «Θανατηφόρο πυρετό» της Μελίνας Τανάγρη, ενώ στον φάκελο Lena and friends οι 1.367 «φίλοι» της μπορούν να δουν φωτογραφίες της από το πικνίκ στο Τerra Vibe περιμένοντας τον Μπομπ Ντίλαν να βγει στη σκηνή. «Μπήκα σχεδόν αμέσως στο facebook» μάς λέει «γιατί το είδα σαν ένα είδος φαντασιακής αυλής της γειτονιάς, όπου όλες οι γνωστές μούρες είναι στη γύρα και σχολιάζουν σαν τις γριές στα κατώφλια. Τέλεια φάση δηλαδή. Δεν είχα χρόνο να δείξω στον φίλο μου τις φωτό από την Αιθιοπία, τώρα μπορώ να τις ποστάρω στο facebook και να τις δουν όλοι και να πουν το μακρύ τους και το κοντό τους».

Δέχεστε όλα τα αιτήματα για «φιλία»; Στην αρχή έκανα φίλους μόνο τους φίλους μου. Μετά μπήκαν και οι γνωστοί μου. Φοιτητές και αναγνώστες κρατήθηκαν μακριά, στο στυλ δεν μιλάω με αγνώστους, είμαι κορίτσι από σπίτι. Μετά κατάλαβα ότι το facebook είναι ένα φοβερό εργαλείο επικοινωνίας με τους αναγνώστες μας για μας τους συγγραφείς. Το έχουμε ανάγκη παρά το γεγονός ότι κυκλοφορεί εκεί μέσα περισσότερη τρελά κι από το Δαφνί. Είναι ο μόνος τρόπος να κάνουμε τη σχέση μας διαδραστική. Αλλιώς θα μείνει ένας μακρύς μονόλογος από τη μεριά μας. Το εξώφυλλο του τελευταίου βιβλίου μου («Ενα πεινασμένο στόμα») το βρήκα στο facebook. Ηταν μια φωτογραφία που ποστάρισε ένας ηθοποιός με ταλέντο φωτογράφου, ο Ιάκωβος Καμχής. Του το ζήτησα, γνωριστήκαμε, και έχω ένα εξώφυλλο όπως ακριβώς το είχα ονειρευτεί.

Εχετε μπλοκάρει ποτέ κανέναν; Ναι, έχω μπλοκάρει δυο- τρεις ανθρώπους. Αγνωστους «φίλους» που αποδείχτηκαν ψυχάκηδες και θέλουν να τα χώνουν στους ανθρώπους για να ξεδίνουν. «Οχι φίλε μου», σκέφτηκα, έχω αρκετούς δικούς μου τρελούς στη ζωή μου, δεν θα αναλάβω και τους ξένους τώρα...

ΘΑΝΑΣΗΣ ΧΕΙΜΩΝΑΣ (1.529 φίλοι)
Οι ανεπιθύμητοι «τρώνε πόρτα»
Αν υπάρχει ένας αρτίστας του facebook, αυτός δεν είναι άλλος από τον Θανάση Χειμωνά. Χρησιμοποιεί το προφίλ του με εφευρετικότηταπαράδειγμα το γκρουπάκι διαμαρτυρίας που είχε φτιάξει την εποχή που γνωστό φρι πρες με το οποίο συνεργαζόταν τον είχε αφήσει απλήρωτο. Σε χρόνο dt, πάνω 300 «φίλοι» συνυπέγραψαν το αίτημα, τα λεφτά δόθηκαν και το facebook ανακάλυψε τον κοινωνικό του ρόλο. Φανατικός Ολυμπιακός και οπαδός της Νατσιοναλμάνσαφτ (Εθνική Γερμανίας), δεν αναφέρεται ποτέ στη συγγραφική του ιδιότητα, στέλνει όμως συχνά διαδικτυακά ραβασάκια στους ομοτέχνους του. «Ο Θανάσης Χειμωνάς έμαθε μπάλα στον Χωμενίδη» γράφει στις αρχές της ημιτελικής φάσης του Μουντιάλ, ενώ λίγες βδομάδες νωρίτερα είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι «Εγώ και ο Πέτρος Τατσόπουλος πρέπει κάποια στιγμή να φτιάξουμε ένα γκρουπ στο facebook όπου θα μπινελικώνουμε όλον τον κόσμο». Τα status του δίνουν τον τόνο στους 1.529 «φίλους» του και κάνουν το προφίλ του ένα από τα πιο δημοφιλή του facebook, όμως ο Θανάσης Χειμωνάς δέχεται καινούργιους φίλους με το σταγονόμετρο. «Στο facebοok έχω κάτι σαν “πόρτα”. Κάποιους δικούς μου κανόνες για το ποιους δέχομαι και ποιους όχι» μας λέει. «Δεν θέλω να φτάσω τους 5.000 “φίλους”. Στο προφίλ μου υπάρχουν άτομα που είναι αναγνώστες μου, φίλοι μου, κοπέλες μου, παλιοί συμμαθητές μου, συμφοιτητές μου. Υπάρχουν όμως και αρκετοί που απλώς έχουν μάθει ότι έχω καλά updates και μ΄ έχουνε κάνει add».

Πότε μπήκατε στο facebook; Στα τέλη του 2007. Πάντα ήθελα να έχω ένα site να γράφω ό,τι μου κατέβαινε, αλλά βαριόμουνα να ανοίξω μπλογκ. Δεν είμαι και πολύ υπέρ των μπλογκ έτσι όπως είναι στην Ελλάδα. Με κάλεσε μια φίλη μου από την Αγγλία και έτσι μπήκα. Μάλιστα στην αρχή ο υπολογιστής μου δεν μπορούσε να το σηκώσει και χρειάστηκε να του κάνω αναβάθμιση.

Βλέπω ότι από εκεί «διαφημίζετε» κυρίως την ιδιότητά σας σαν... μουσικός. Καινούργιο κοσκινάκι;

Ναι γιατί, όσο να ΄ναι, ως συγγραφέας έχω πετύχει κάποια πράγματα, ενώ το «Snob» είναι μια καινούργια προσπάθεια και προσπαθώ να τη διαφημίσω όσο μπορώ. Είναι ένα CD με 11 τραγούδια που κυκλοφορεί κανονικά στα δισκοπωλεία. Το κάναμε με τον Δημήτρη Σωτάκη που είναι επίσης συγγραφέας. Αυτός τραγουδάει κι εγώ παίζω πλήκτρα.

Τι κάνετε με τους ενοχλητικούς;

Εχω μπλοκάρει δυο- τρία άτομα. Είχα γράψει ένα κείμενο για τα ΟΥΚ που φωνάζανε ρατσιστικά συνθήματα για τους Αλβανούς στην παρέλαση. Πήρα τότε δυο υβριστικά σχόλια από αγνώστους, μπλοκάρισα επίσης κι έναν τύπο που με είχε αποκαλέσει φασίστα επειδή τα είχα χώσει στους δολοφόνους της Μαρφίν.

ΧΡΗΣΤΟΣ ΧΩΜΕΝΙΔΗΣ (4.967 φίλοι)
Συνομιλεί με κάθε καρυδιάς καρύδι
Την ημέρα που ανακοινώθηκε η συμμετοχή του στη Δημοκρατική Αριστερά του Φώτη Κουβέλη, ο Χρήστος Χωμενίδης έγραψε στο facebοok: «Τα νύχια των ποδιών μου έχουν τόσο μακρύνει, που θα μπορούσα άνετα να κρεμαστώ από το σύρμα της ΔΕΗ...». Η ανακοίνωση του διαδικτυακού Μπάτμαν σχολιάστηκε από τους facebookers με ανάλογη διάθεση, ο συγγραφέας όμως δεν ξαναμπήκε στον διάλογο. Ετσι κάνει συνήθως. Βάζει φιτίλι κι ανάβουν οι 4.967 «φίλοι» του. «Από παλιά ονειρευόμουν να εκδώσω μια καθημερινή εφημερίδα με τίτλο “Ο Χωμενίδης Σήμερα”», μας λέει. «Η ναρκισσιστική αυτή παραδοξότητα θα έβρισκε μέχρι πρόσφατα τη θέση της στο σύμπαν μοναχά του Χόρχε Λούις Μπόρχες, άντε και του Τζόναθαν Σουίφτ, συγγραφέα του “Γκιούλιβερ”. Με την την επέλαση του facebook, κάθε πολίτης του μεταμοντέρνου κόσμου - δηλαδή χρήστης του Διαδικτύου- έχει την ευκαιρία να δημιουργήσει την προσωπική του εφημερίδα με αναγνώστες όλους τους υπόλοιπους».

Τι κερδίζει όμως ένας συγγραφέας από το facebook, εκτός από το να εκθέτει το καλύτερό του;

Aνοίγονται μπροστά σου σαν βεντάλιες οι ζωές γνωστών κι αγνώστων. Μαθαίνεις ακόμα και τα πιο προσωπικά τους γούστα, τους καμαρώνεις σε φωτογραφίες από διακοπές, μπουζούκια, ειδυλλιακές στιγμές ή από το πασχαλινό τσιμπούσι στο εξοχικό του θείου Τάκη στο Κιλκίς. Τα όρια μεταξύ του ιδιωτικού και του δημόσιου καθίστανται εντελώς ασαφή. Η σύναψη γνωριμιών και σχέσεων, που προηγουμένως προϋπέθετε την υλική σου παρουσία, τώρα μπορεί να αρχίσει, και να συνεχιστεί ενδεχομένως, ψηφιακά, με το πάτημα ενός κουμπιού.

Δεν σας εκπλήσσουν οι τόσες «σκηνοθετημένες» ταυτότητες; Οι άνθρωποι στο facebook βγαίνουν από το καβούκι τους και εμφανίζονται η άλλη ως βαμπ, ο άλλος σαν βλαχοδήμαρχος ή σαν αμπελοφιλόσοφος που με τις φράσεις του βαυκαλίζεται ότι διδάσκει τα πλήθη. Εκπλήσσομαι λιγάκι με εκείνους που συλλέγουν υπογραφές για να μας δοθεί πίσω η Κωνσταντινούπολη και διασκεδάζω με τους άλλους που ιδρύουν παράδοξα γκρουπ όπως «Η μόνη γυναίκα που ξέρει πού βρίσκεται κάθε βράδυ ο άντρας της είναι η χήρα» ή «Ας τρέξουμε γυμνοί στα λιβάδια»...

Ανοίγετε συζήτηση με διαδικτυακούς αγνώστους;

Α, ναι. Συνομιλώ με κάθε καρυδιάς καρύδι. Απολαμβάνω το «μπάτε σκύλοι αλέστε» του facebook και δεν κρατάω κανενός είδους πόζα.

12 Ιουλίου 2010

ΛΕΝΑ ΜΑΝΤΑ- Δεν με νοιαζει να με λενε Αρλεκιν


ΛΕΝΑ ΜΑΝΤΑ Δεν με νοιάζει να με λένε Αρλεκιν

<
Κάθε βιβλίο της πουλιέται σε δεκάδες χιλιάδες αντίτυπα. Γράφει ένα μυθιστόρημα τον χρόνο, που κυκλοφορεί πάντα τον Μάιο. Εχει φανατικούς αναγνώστες και... κριτικούς εχθρούς.
Δεν την ενδιαφέρουν οι ταμπέλες που της δίνουν. Θεωρεί ότι ο χρόνος θα κρίνει τους πάντες
ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΚΟΥΖΕΛΗ | Κυριακή 20 Ιουνίου 2010

Μικρό μέγεθος γραμματοσειράς Μεσαίο μέγεθος γραμματοσειράς Μεγάλο μέγεθος γραμματοσειράς
Προσθήκη στο Delicious Προσθήκη στο Facebook Προσθήκη στο Newsvine Bookmark

Γεννήθηκε στην Πόλη το 1964. Ηρθε με τους γονείς της στην Αθήνα πέντε χρόνια αργότερα. Πολύ σύντομα χώρισαν και η Λένα έζησε μόνη στους Αμπελοκήπους με τη μητέρα της, η οποία έκανε χίλιες δουλειές για να τη μεγαλώσει, από μοδίστρα ως εργοδηγός. Η πραγματικότητα δεν την κάλυπτε και τις ώρες που έμενε μόνη της ταξίδευε με τη φαντασία της και έγραφε ιστορίες. Ενα παραμύθι στα εννιά της, μικρά διηγήματα αργότερα, αισθηματικές νουβέλες στην εφηβεία. Στα δεκαεννιά της γνώρισε τον Γιώργο Μαντά, επιχειρηματία που εκδίδει περιοδικά για οικοδομές, ο οποίος δύο χρόνια αργότερα έγινε σύζυγός της και τον ακολούθησε στο Καπανδρίτι. Μητέρα δύο παιδιών, ενός γιου 24 ετών και μιας κόρης 19 ετών σήμερα, όταν τα πράγματα σκούραιναν στην καθημερινότητά της, κατέφευγε στο γράψιμο. Και αν τότε ήταν διέξοδος, σήμερα είναι αγαπημένη συνήθεια. Δεν είναι ο πρόλογος από κάποιο μυθιστόρημα, είναι η ζωή της Λένας Μαντά σε περίληψη. Ανατολίτισσα πληθωρική, είναι μια σύγχρονη εκδοχή της Λωξάντρας, που θα φροντίσει το σπιτικό του άντρα της, θα μαγειρέψει στα παιδιά της, θα παρηγορήσει τις φίλες της και στο τέλος θα αφηγηθεί στις χιλιάδες Ελληνίδες που τη διαβάζουν μια χορταστική ιστορία με αισιόδοξο τέλος, γιατί η σύγχρονη γυναίκα είναι κουρασμένη πολύ και έχει ανάγκη από μια γλυκιά κουβέντα.

«Μιλάω πολύ, γελάω πολύ, κλαίω πολύ, τρώω πολύ, γράφω πολύ, όλα στη ζωή μου είναι πολύ» εξομολογείται γελώντας. Και πουλάει πολύ, θα συμπληρώσουμε, όπως δείχνουν οι αριθμοί. Εκδίδει ένα βιβλίο κάθε χρόνο, το οποίο μπαίνει αμέσως στις λίστες των μπεστ σέλερ με δεκάδες χιλιάδες αντίτυπα. Σε μια χώρα και σε μια εποχή όπου όλοι μιλούν για κρίση του βιβλίου η επιτυχία της Λένας Μαντά είναι φαινόμενο. Τη συναντήσαμε, μαζί με την κόρη της, ένα απόγευμα στο Τhe Μall και μιλήσαμε μαζί της για τη ζωή και τα βιβλία της λίγο προτού ξεκινήσουν τα καλοκαιρινά ψώνια τους.

- Πώς ξεκινήσατε να γράφετε; «Ηταν μια εποχή γύρω στο 1994-1996- πρέπει να έπεσα σε κακή εκδοτική συγκυρία, δεν εξηγείται αλλιώς- που ό,τι διάβαζα δεν μου άρεσε. Αποφάσισα λοιπόν να γράψω κάτι που να μου αρέσει να διαβάσω. Ετσι γράφτηκε το πρώτο βιβλίο, για δική μου ψυχαγωγία. Δεν είχα σκοπό να το πάω σε εκδότη. Ο άντρας μου ήταν εκείνος που πήρε την πρωτοβουλία γιατί σκέφτηκε ότι ήταν πολύ καλό για να μείνει σε ένα συρτάρι».

- Ο σύζυγός σας είναι ο πρώτος σας αναγνώστης;

«Ο πρώτος αναγνώστης και ο πρώτος επιμελητής. Διαβάζει ό,τι γράφω κάθε μέρα το βράδυ που γυρίζει στο σπίτι και, αφού τελειώσω το βιβλίο, το ξαναδιαβάζει άλλη μία φορά. Μετά σειρά έχουν όλοι οι υπόλοιποι, ο γιος μου και απαραιτήτως η μαμά μου, η οποία μου σημειώνει και αναλυτικές παρατηρήσεις σε αυτοκόλλητα χαρτάκια».

- Εκδίδετε ένα βιβλίο κάθε Μάιο.Γράφετε βιβλία για το καλοκαίρι;

«Μάιο βγήκε το “Βαλς με δώδεκα θεούς” που είχε επιτυχία και θεώρησα τον μήνα γούρι που δεν υπάρχει λόγος να αλλάξω. Είναι αλήθεια βέβαια ότι ο κόσμος διαβάζει περισσότερο το καλοκαίρι γιατί έχει χρόνο και είναι πιο χαλαρός. Τα βιβλία μου έχουν ποικίλη θεματολογία βγαλμένη από τη ζωή, μου αρέσουν οι διάλογοι, οι γρήγορες εναλλαγές, αποφεύγω τις μακροσκελείς αναλύσεις και τις περιγραφές, δεν μου αρέσουν οι μπερδεμένες καταστάσεις, θέλω ένα τέλος ελπιδοφόρο που να αφήνει μια ωραία γεύση. Ολα αυτά καθιστούν τα βιβλία μου πιο ευανάγνωστα, αλλά δεν αναιρούν τα μηνύματα που περνούν στον αναγνώστη. Ο ανάλαφρος τρόπος γραφής δεν κάνει ένα βιβλίο καλοκαιρινό». - To κοινό σας ποιο είναι; Είναι αποκλειστικά γυναικείο,όπως λέγεται; «Το μεγαλύτερο μέρος αποτελείται όντως από γυναίκες, αυτό δεν αναιρείται. Αλλά από τα μέιλ και τις επιστολές που λαμβάνω βλέπω ότι έχω και πολλούς άντρες αναγνώστες, ειδικά όταν ο πρωταγωνιστής ενός βιβλίου είναι άντρας, όπως στην “Αλλη πλευρά του νομίσματος” και στο “Τελευταίο τσιγάρο”». - Εχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά ηλικιακά,μορφωτικά και οικονομικά όλοι αυτοί;

«Δεν έχω καταλάβει κάτι τέτοιο. Από όσους μου γράφουν οι περισσότεροι σημειώνουν και ηλικία και επάγγελμα. Δεν υπάρχει συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα, έχω αναγνώστες από 13 ετών, πολλά παιδιά στην εφηβεία, ως 78 ετών. Μπορώ όμως να πω ότι έχω πολλή πέραση στον ιατρικό κλάδο».

- Τι λένε ότι τους ελκύει στα βιβλία σας: οι ιστορίες,οι χαρακτήρες; Ταυτίζονται μαζί τους ή δραπετεύουν βιώνοντας καταστάσεις που η ζωή δεν τους προσέφερε;

«Νομίζω ότι είναι όλα μαζί. Μου λένε ότι οι ήρωες είναι οικείοι, αναγνωρίσιμοι και ότι κάνουν σκέψεις που κάποτε πέρασαν και από το δικό τους το μυαλό. Κάποιοι ταυτίζονται μαζί τους. Αλλοι βρίσκουν στις ιστορίες μου απαντήσεις σε κάτι δικό τους. Αλλοι ξεφεύγουν έτσι από τα προβλήματά τους και τα κοιτούν από απόσταση καθαρότερα. Το ταξίδι ψυχής αποζητούν όλοι, όπως καταλαβαίνω. Παραμύθια δεν χρειάζονται μόνο τα παιδιά, και η δική μας η ψυχή, των ενηλίκων, έχει ανάγκη μια καραμέλα για να γλυκάνει όταν στην καθημερινότητα δεν παίρνουμε ανάσα».

- Δεδομένου ότι έχετε ένα μεγάλο φανατικό κοινό που απαρτίζεται κυρίως από γυναίκες,όπως είπατε και η ίδια,το συμπέρασμα είναι ότι γνωρίζετε καλά τη σύγχρονη Ελληνίδα.Ποια είναι;

«Είναι ένας δρομέας με χιλιάδες ιδιότητες που έκοψε το νήμα αλλά συνεχίζει να τρέχει. Εχει κουραστεί πολύ, έχει δώσει πολύ από τον εαυτό της και της τελειώνουν τα αποθέματα και εκεί είναι το επικίνδυνο. Γι΄ αυτό έχουν δυσκολέψει οι σχέσεις ανάμεσα στα δύο φύλα. Οι σύγχρονες Ελληνίδες τα προλαβαίνουν όλα αλλά νιώθουν και πολλή μοναξιά. Και αναρωτιέμαι πού είναι οι σύντροφοί τους. Χαμένοι στην καθημερινότητα κι αυτοί...».

- Τι έχει ανάγκη η γυναίκα αυτή; «Εχει ανάγκη από αγάπη και κατανόηση, να την ακουμπήσουν στον ώμο και να της πουν: “Εκτιμώ όσα κάνεις”. Δεν υπάρχει χειρότερο από την αχαριστία ή από το να σε παίρνουν ως δεδομένο. Εκεί είναι που οι γυναίκες βγαίνουν εκτός εαυτού».

- Είστε στις λίστες των μπεστ σέλερ αλλά δεν συχνάζετε στις διπλανές στήλες των βιβλιοκριτικών.Σας πειράζει αυτό; «Καθόλου, το καταλαβαίνω. Ενας βιβλιοκριτικός οφείλει να ασχολείται με όλα τα βιβλία που κυκλοφορούν, ειδικά σήμερα που το βιβλίο έχει ανάγκη από σοβαρή υποστήριξη. Δεν υπάρχει λόγος λοιπόν να ασχοληθεί με τα ευπώλητα, που ούτως ή άλλως πουλάνε, αλλά με βιβλία που είναι καλά και χρειάζεται να τα γνωρίσει ο κόσμος».

- Πώς πουλάνε αυτά τα ευπώλητα αν δεν προβάλλονται από τα μέσα;

«Διαφημίζονται από στόμα σε στόμα. Δεν υπάρχει καλύτερη διαφήμιση από την κουβέντα του ευχαριστημένου αναγνώστη».

- Η δική σας μεγάλη επιτυχία πότε ξεκίνησε;

«Η μεγάλη άνοδος άρχισε μετά το “Σπίτι δίπλα στο ποτάμι”. Εκεί με ανακάλυψαν όλοι και άρχισε ένα τρελό κυνήγι, με συνεντεύξεις κτλ., γιατί ο κόσμος ήθελε να γνωρίσει ποια τέλος πάντων είναι αυτή η Μαντά. Με ανακάλυψαν τότε ως και οι βιβλιοκριτικοί, που μακάρι να μη με είχαν ανακαλύψει, γιατί άρχισαν και τα χτυπήματα κάτω από τη ζώνη».

- Ανήκετε στη ρομαντική λογοτεχνία; «Τα βιβλία μου δεν είναι μόνο ρομαντικά. Στο “Τελευταίο τσιγάρο” μιλάω για οικονομικές καταστροφές, νευρική ανορεξία, σχέσεις γονιών- παιδιών, σχέσεις συζύγων, πού ακριβώς είναι το ρομαντικό; Αυτά δεν είναι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε στη ζωή οι ίδιοι, οι συγγενείς μας, οι φίλοι μας; Σε κάθε βιβλίο βλέπει ο καθένας ό,τι θέλει να δει. Αν είναι προκατειλημμένος, θα δει το βιβλίο κάτω από αυτό το ρομαντικό πρίσμα, αλλιώς θα βρει μέσα του πολύ περισσότερα. Είμαι οπαδός της άποψης “τα μυαλά και τα αλεξίπτωτα δουλεύουν καλύτερα όταν είναι ανοιχτά”».

- Τι απαντάτε σε όσους σας κατατάσσουν στη λεγόμενη ροζ λογοτεχνία ή στην παραλογοτεχνία;

«Κάνω έντιμα τη δουλειά μου, αυτό απαντώ. Θαυμάζω όσους γράφουν άλλα πράγματα, αλλά εγώ αυτό αγαπώ να διαβάζω και να γράφω και αυτό κάνω δίνοντας ό,τι καλύτερο έχω μέσα μου. Μου γράφουν πολλοί και μου λένε: “Δεν έπιανα βιβλίο στα χέρια μου, με κάνατε και μπήκα στο βιβλιοπωλείο”. Αν είμαι το σκαλοπάτι για να αγαπήσει κανείς την εσωτερική διεργασία της ανάγνωσης, ας λένε ό,τι θέλουν. Γιατί μετά τη Μαντά θα ζητήσει και κάτι ακόμη, και κάτι ακόμη. Και θα γίνει αναγνώστης. Ας με κατατάξουν όπου θέλουν. Αλλωστε ο χρόνος θα δείξει πού ανήκει ο καθένας μας».

«ΜΕ ΑΓΓΙΖΟΥΝ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ»
- Υπάρχουν αναφορές στον Τύπο που σας ενόχλησαν;

«Δεν θίγομαι με όσα γράφονται για τα βιβλία μου. Δεν μπορεί να αρέσει κανείς σε όλους. Με έκανε έξαλλη όμως κείμενο κριτικού που υποτίμησε το αναγνωστικό κοινό μου με εκφράσεις που δεν θα χρησιμοποιούσε ένας κύριος για μια γυναίκα. Δεν με νοιάζει αν λένε ότι η Μαντά γράφει παιδαριώδη ή γράφει Αρλεκιν, τόσα έχω ακούσει, εκείνο όμως ήταν ένα κείμενο που θεωρώ ότι δεν το άξιζα».

- Αρλεκιν,που αναφέρατε, ή ρομαντική λογοτεχνία της Βρετανίδας Μπάρμπαρα Κάρτλαντ ή της Αμερικα νίδας Νόρα Ρόμπερτς διαβάζετε;

«Διάβαζα πολλά στην εφηβεία μου.Η Κάρτλαντ στα 14 και στα 15 ήταν θεσμός».

- Τι διαβάζετε σήμερα; «Δεν διαβάζω ξένη λογοτεχνία.Τ ο λέω αστειευόμενη αλλά ουσιαστικά το πιστεύω -,τους ξένους να τους διαβάσουν οι ξένοι.Με αγγίζ ουν περισσότερο οι έλληνε ς συγγραφείς, τα θέματά τους,ο τρόπος που τα πραγμα τεύονται. Αγάπησα πάρα πολύ την Ευγενία Φακίνου, λάτρεψα τα αστυνομικά του Δημήτρη Μαμαλούκα που τα γνώρισα μέσω της μπλογκ όσφαιρας.Ετσι γνωρίστηκ α και με τα βιβλία του Νίκου Διακογιάννη. Αγαπώ πολύ την Πασχαλία Τραυλού, τον Γιώργο Πολυράκη,την Ελένη Τσαμαδού,είναι συγγ ραφείς που διαβάζω καθετί που γράφουν,επίσης την Κύπρια Γιόλα Δαμιανού-Παπαδοπ ούλου,την Πένυ Παπαδάκη, είναι πολλοί ακόμη...».

Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=56&artid=338677&dt=20%2F06%2F2010#ixzz0tUOaiR9Y

8 Ιουλίου 2010

Αν δεν υπηρχε αυριο - Μαρια Τζιριτα


Η Κατερίνα μένει μόνη με δύο παιδιά, όταν ο άντρας της την εγκαταλείπει για μια άλλη γυναίκα, έπειτα από είκοσι χρόνια γάμου. Ο Γιάννης, πλούσιος και όμορφος στα σαράντα πέντε του χρόνια, δεν έχει γνωρίσει ποτέ την αγάπη. Ο Μιχάλης, φιλοχρήματος και αγχώδης σε όλη του τη ζωή, μαθαίνει ότι πάσχει από καρκίνο. Η Μαριλένα, μια εικοσιδυάχρονη κοπέλα, περιμένει τον άντρα των ονείρων της για να ξεφύγει από την καταπιεστική οικογένειά της. Την 1η Απριλίου 2009 αυτοί οι τέσσερις άνθρωποι εγκλωβίζονται στα χαλάσματα του κτιρίου μιας αμερικανικής τράπεζας ύστερα από βομβιστική επίθεση. Μαζί τους κι ένας μυστηριώδης άντρας, ο οποίος, λίγο προτού ξεψυχήσει, τους εξομολογείται ένα τραγικό όσο και απίστευτο μυστικό. Για να τους βοηθήσει να διατηρήσουν την ψυχραιμία τους; Για να τους παρηγορήσει; Ή μήπως για να τους δώσει μια τελευταία ευκαιρία να βρουν την προσωπική τους ευτυχία; Κανείς δε θα μάθει ποτέ… Αυτό το μυστικό όμως, που τους δένει με έναν όρκο σιωπής, τους αναγκάζει να δουν τη ζωή τους με άλλο μάτι και να προσπαθήσουν να βρουν την ευτυχία, ακόμα κι αν γι' αυτούς αλλά και για ολόκληρη τη Γη δεν υπάρχει αύριο…
πηγή
http://www.psichogios.gr/site/Books/show?cid=1000202
Αν δεν υπήρχε αύριο
Πρόκειται για ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο, το οποίο ξεφεύγει από τα τετριμμένα!
πραγματεύεται μια ποικιλία θεμάτων όπως είναι : ο έρωτας, ο χωρισμός, ο θάνατος, η φιλία, αλλά και η μοναξιά του σύγχρονου ανθρώπου! Θέματα διαχρονικά που ποτέ δεν έπαψαν να μας απασχολούν!Επίσης, το κάπνισμα αλλά και το διαδίκτυο που αποτελεί το νέο τρόπο επικοινωνίας και έκφρασης των σύγχρονων κοινωνιών!

Αν δεν υπήρχε αύριο
΄Ενα βιβλίο που κινείται ανάμεσα στο χώρο της πραγματικότητας και της φαντασίας!
Ιδιαίτερα επίκαιρο μετά τα πρόσφατα γεγονότα που έλαβαν χώρα στην Τράπεζα Μαρφίν!

Ο χαρακτήρας της Κατερίνας παρουσιάζεται αναλυτικά και είναι εμφανείς οι αλλαγές που λαμβάνουν χώρα στη ζωή της, στην ψυχής της, στην κοσμοθεωρία της μετά το γεγονός που τη συγκλόνισε μετά τη βομβιστική επίθεση!
Αντιλαμβανόμαστε, τελικά,το εφήμερο της ανθρώπινης ύπαρξης και συνειδητοποιούμε ότι τα οριακά γεγονότα λειτουργούν καταλυτικά και επηρεάζουν στη ζωή μας, άλλοτε θετικά (Κατερίνα,Γιάννης, Μιχάλης) και άλλοτε αρνητικά(Μαριλένα).
Ο φόβος του επικείμενου τέλους λειτούργησε στους τρεις από τους τέσσερις ήρωες ως αφορμή εσωτερικής αναγέννησης !

Αν δεν υπήρχε αύριο
Απόσπασμα στη σελ. 287 “μόνοι εμείς οι ίδιοι μπορούμε να βλάψουμε τον εαυτό μας και την υγεία μας, κανένας άλλος!»
δεν μπορεί παρά να μας θυμίζει την Ιθάκη του Καβάφη
"Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,
αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου,
αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου".
Τελικά, το βιβλίο έχει έναν τόνο προφητικό...
Αν και υπάρχει περιπέτεια και δοκιμασία
το τέλος είναι αιδιόδοξο και ελπιδοφόρο!
Η Κατερίνα υποστήριξε την επιλογή της, άλλαξε άρδην τη ζωή της, ξέφυγε από τις συμβατικότητες και άκουσε το δρόμο της καρδιάς και όχι της λογικής.

5 Ιουλίου 2010

Το νησί... Μάνος Χατζιδάκις

Το νησί... Μάνος Χατζιδάκις

ένα συναισθηματικό παραμύθι


Μια φορά κι έναν καιρό, υπήρχε ένα νησί στο οποίο ζούσαν όλα τα συναισθήματα. Εκεί ζούσαν η Ευτυχία, η Λύπη, η Γνώση, η Αγάπη και όλα τα άλλα συναισθήματα.

Μια μέρα έμαθαν ότι το νησί τους θα βούλιαζε και έτσι όλοι επισκεύασαν τις βάρκες τους και άρχισαν να φεύγουν.

Η Αγάπη ήταν η μόνη που έμεινε πίσω. Ήθελε να αντέξει μέχρι την τελευταία στιγμή. Όταν το νησί άρχισε να βυθίζεται, η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια.

Βλέπει τον Πλούτο που περνούσε με μια λαμπερή θαλαμηγό. Η Αγάπη τον ρωτάει: «Πλούτε, μπορείς να με πάρεις μαζί σου;», «Όχι, δεν μπορώ» απάντησε ο Πλούτος. «Έχω ασήμι και χρυσάφι στο σκάφος μου και δεν υπάρχει χώρος για σένα».

Η Αγάπη τότε αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια από την Αλαζονεία που επίσης περνούσε από μπροστά της σε ένα πανέμορφο σκάφος. «Σε παρακαλώ βοήθησέ με» είπε η Αγάπη. «Δεν μπορώ να σε βοηθήσω Αγάπη. Είσαι μούσκεμα και θα μου χαλάσεις το όμορφο σκάφος μου» της απάντησε η Αλαζονεία.

Η Λύπη ήταν πιο πέρα και έτσι η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει από αυτή βοήθεια. «Λύπη άφησέ με να έρθω μαζί σου». «Ω Αγάπη, είμαι τόσο λυπημένη που θέλω να μείνω μόνη μου» είπε η Λύπη.

Η Ευτυχία πέρασε μπροστά από την Αγάπη αλλά και αυτή δεν της έδωσε σημασία. Ήταν τόσο ευτυχισμένη, που ούτε καν άκουσε την Αγάπη να ζητά βοήθεια.

Ξαφνικά ακούστηκε μια φωνή: «Αγάπη, έλα προς τα εδώ! Θα σε πάρω εγώ μαζί μου!». Ήταν ένας πολύ ηλικιωμένος κύριος που η Αγάπη δεν γνώριζε, αλλά ήταν γεμάτη από τέτοια ευγνωμοσύνη, που ξέχασε να ρωτήσει το όνομά του. Όταν έφτασαν στην στεριά ο κύριος έφυγε και πήγε στο δρόμο του.

Η Αγάπη γνωρίζοντας πόσα χρωστούσε στον κύριο που τη βοήθησε, ρώτησε την Γνώση: «Γνώση, ποιος με βοήθησε»; «Ο Χρόνος» της απάντησε η Γνώση. «Ο Χρόνος;;» ρώτησε η Αγάπη. «Γιατί με βοήθησε o Χρόνος;»

Τότε η Γνώση χαμογέλασε και με βαθιά σοφία της είπε: «Μόνο ο Χρόνος μπορεί να καταλάβει πόσο μεγάλη σημασία έχει η Αγάπη».