Κική Δημουλά, «Σκόνη ή Λυπάμαι τις νοικοκυρές» (απόσπασμα)
Λυπάμαι τις νοικοκυρές/έτσι που αγωνίζονται
κάθε πρωί να διώχνουν απ’ το σπίτι τους τη σκόνη
σκόνη , ύστατη σάρκα του άσαρκου.
Σκούπες σκουπάκια/τιναχτήρια ξεσκονόπανα κουρελόπανα κλόουν
θόρυβοι και τρόποι ακροβάτες/μαστίγιο πέφτουν οι κινήσεις
πάνω στην κατοικίδια σκόνη.
Κάθε πρωί μπαλκόνια και παράθυρα
ακρωτηριάζουνε μια δράση και μιαν έξαψη
χέρια εξέχουν και σφαδάζουν/σαν κάτι να τα σφάζει από μέσα
σπασμένα σώματα μισά/που τα πριόνισε το σκύψιμο.
Τινάγματα τινάγματα/να φύγει η σκόνη απ’ τις ρηχές
να φύγει κι από τις βαθιέ φωλιές του ύπνου
σεντόνια και σκεπάσματα./Κι εκείνες οι φορές
όπου πετάγεται το σώμα τρομαγμένο
νύχτα και ουρλιάζει «θεέ μου μικραίνω»
θα τιναχτούν κι αυτές σαν σκόνη
σκόνη η ελάττωση κι ο τρόμος
και πώς δεν τα αντέχω τα τινάγματα/του μέσα βίου έξω.
Χτυπήματα χαλιών/κι ο γρήγορος βηματισμός
ο τρελαμένος πέρα δώθε μες στο σίτι
μες στη ρηχή εμπιστοσύνη των χαλιών
να μην ακούν οι από κάτω τι βαδίζει
να μην ακούνε τι δεν συμβαδίζει
θα τινασχτεί κι αυτό σαν σκόνη
και πώς δεν αντέχω τα τινάγματα/του μέσα βίου έξω.
Λυπάμαι τις νοικοκυρές/τον άγονό τους κόπο.
Δεν φεύγει η σκόνη δε στερεύει.
Κάθε που πάει ο καιρός και ρό να συναντήσει
καινούρια συμφωνίας σκόνης κλείνεται.
Ανοικοκύρευτη εγώ, την αφήνω να κάθεται…
Κάθεται στον καθρέφτη μου/δικός της, της τον χάρισα..
Την αφήνω να κάθεται/την αφήνω να έρχεται
την αφήνω να κάθεται απάνω μου
σαν αλεσμένη διήγηση μεγάλης ιστορίας…
και κάθεται βαριά μπατάλα σκόνη
την αφήνω να κάθεται, χρονίζει/να με σκεπάζει την αφήνω
με σκεπάζει/να με ξεχνάς την αφήνω
να με ξεχνάς αφήνω/να με ξεχνάς σε αφήνω
γιατί δεν αντέχω τα τινάγματα/του μέσα βίου έξω.
(Κική Δημουλά, Ποιήματα, εκδ. Ίκαρος)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου